Υπάρχει μια σκηνή προς το τέλος της ταινίας «Μαύρος Κύκνος», όπου η Nina τελικά χάνει την επαφή της με την πραγματικότητα.
Η Nina (Natalie Portman) είναι η πρωταγωνίστρια αυτού του ψυχολογικού θρίλερ: μια μπαλαρίνα που καλείται να παλέψει για τον πρώτο ρόλο (Λευκός Κύκνος) σε μια παράσταση μπαλέτου. Αρχίζει όμως να έχει παραισθήσεις με μαύρα φτερά που βγαίνουν από το δέρμα της, ένα σημάδι ότι έχει αρχίσει να «μεταμορφώνεται» σε αυτό που ήταν «γραφτό».
«Όταν οι άνθρωποι παρακολουθούν αυτή τη σκηνή, η δραστηριότητα του εγκεφάλου τους φέρει κάποια ομοιότητα με ένα μοτίβο που έχει παρατηρηθεί σε ανθρώπους με σχιζοφρένεια» ανέφερε η Talma Hendler, νευροεπιστήμονας από το πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, σε μια εκδήλωση που διοργανώθηκε υπό την αιγίδα της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, γράφει ο Greg Miller στο wired.com.
«Καθώς η Nina τρελαίνεται όλο και πιο πολύ, το κοινό βιώνει κάτι σαν σχιζοφρένεια» πρόσθεσε η ίδια.
Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Darren Aronofsky, -που βρισκόταν στην ίδια σκηνή με την Hendler- εξέλαβε το σχόλιο αυτό ως φιλοφρόνηση. Ο ίδιος, άλλωστε, έχει μια αξιοσημείωτη ικανότητα να βάζει το κοινό του στη νοοτροπία των διανοητικά ασταθών και ταραγμένων χαρακτήρων του.
Ερωτηθείς για το αν θα τον ανησυχούσε η πιθανότητα να «προσφέρει» στο κοινό του μια προσωρινή «γεύση ψύχωσης» ο Aronofsky απάντησε: «Θα με ενθουσίαζε η ιδέα αυτή».
Η Hendler μελετά τα νευρωνικά σύστοιχα των ανθρώπινων συναισθημάτων και το ρόλο τους στις ψυχικές ασθένειες. Οι ταινίες, είπε η ίδια, είναι ένας χρήσιμος τρόπος για να μελετήσει κανείς το πώς τα συναισθήματα εναλλάσσονται σε πραγματικό χρόνο και τι συμβαίνει στον εγκέφαλο του ανθρώπου εκείνη την ώρα.
Πρόσφατα, η ομάδα της συμμετείχε σε έρευνες γύρω από τα δίκτυα του εγκεφάλου, που φαίνεται να παίζουν κάποιο ρόλο στην ενσυναίσθηση. Η ίδια βρήκε στοιχεία για δύο τύπους ενσυναίσθησης, κάθε ένα από τα οποία συνδέεται με ένα διαφορετικό δίκτυο περιοχών του εγκεφάλου.
Το ένα το αποκαλεί «ψυχική ενσυναίσθηση». Αυτό απαιτεί από το άτομο να βγει διανοητικά έξω από τον εαυτό του και να σκεφτεί τι μπορεί να σκέφτεται ή να βιώνει κάποιος άλλος.
Τον άλλο τύπο τον αποκαλεί «ενσωματωμένη ενσυναίσθηση»: πρόκειται για μια πιο σπλαχνική ενσυναίσθηση, που μπορεί να βιώνει κανείς όταν βλέπει κάποιον να τρώει μια μπουνιά στο στομάχι.
Στην εκδήλωση της ακαδημίας κινηματογράφου, η ίδια παρουσίασε δεδομένα που η ομάδα της συνέλεξε από μαγνητικές τομογραφίες από ανθρώπους που έβλεπαν διάφορα συναισθηματικά βιντεάκια. Το ένα ήταν από την ταινία «The Stepmom» 1998, όπου η Susan Sarandon υποδύεται μια χωρισμένη μητέρα, η οποία έχει χτυπηθεί από καρκίνο και σε κάποια φάση εξηγεί στο μικρό της γιο, ότι θα τον προσέχει πάντα… «από τον ουρανό».
Βασιζόμενη σε πειράματα, στα οποία οι άνθρωποι αξιολόγησαν τη συναισθηματική τους κατάσταση καθώς έβλεπαν κάποια βίντεο, η Hendler κατέληξε στο συμπέρασμα ότι και οι δύο τύποι ενσυναίσθησης έχουν ισχυρή επίδραση στο τι ακριβώς βιώνει ο καθένας, όταν βλέπει μια ταινία.
Ο Aronofsky από την πλευρά του έδωσε τη δική του εξήγηση: Ίσως το κοινό χρησιμοποιεί περισσότερο το δίκτυο της ψυχικής ενσυναίσθησης, επειδή προσπαθεί να καταλάβει τι συμβαίνει κι αν όντως η πρωταγωνίστριά του μεταμορφώνεται σε μαύρο κύκνο.
Και παρότι ο συνεργάτης του, Ari Handel, έχει διδακτορικό στις νευροεπιστήμες, ο Aronofsky ισχυρίζεται ότι δε συζητούν για το πώς μπορεί να επηρεάσει μια σκηνή τον ανθρώπινο εγκέφαλο.
Ωστόσο, συζητούν για το πώς θα μπορούσαν να χειραγωγήσουν τα συναισθήματα του κοινού. «Πάντοτε σκεφτόμαστε πώς μπορούσε να φτάσουμε σε ένα συναισθηματικό στάδιο, βήμα βήμα, και πώς μπορούμε να παρασύρουμε όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος του κοινού» πρόσθεσε.