Παρά το γεγονός ότι ο Σιλβέστερ Σταλόνε μετά το τέταρτο και αιματοβαμμένο «Ράμπο» του το 2008 είπε πως είναι «πολύ γέρος» για να επιστρέψει στον ανεπανάληπτο ρόλο, επέστρεψε τελικά.
Οι μύθοι άλλωστε δεν γερνούν και το «Ράμπο: Το τελευταίο αίμα» (2019) είναι πλέον γεγονός. Τώρα ο γερασμένος Τζον φορά καουμπόικο καπέλο, μένει στη γενέτειρά του στην Αριζόνα και θέλει να κλείσει τον κύκλο της ζωής του. Θα αναγκαστεί όμως να κάνει για άλλη μια φορά αυτό που κατά δήλωσή του μισεί να κάνει, το κάνει όμως καλύτερα από καθετί άλλο!
Και παρά το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης Γκρούνμπεργκ ισχυρίστηκε πως «Το τελευταίο αίμα» κλείνει «τον κύκλο του franchise», ο Σταλόνε υπαινίχθηκε στις φετινές Κάννες πως αν το πέμπτο φιλμ πάει καλά στα ταμεία, θα συνεχίσει με τον ήρωά του.
Προσφάτως επιβεβαίωσε μάλιστα τις φήμες πως έχει σχέδιο και όραμα για τα «Ράμπο» του, σκαρώνοντας ένα prequel για το πώς ο πιτσιρικάς Τζον έγινε πρασινομπερές Ράμπο «όταν ήταν στα 16-17 του», στο οποίο δεν θα επαναλάβει ωστόσο τον ρόλο που τον αποθέωσε ως ήρωα δράσης.
Δύσκολα θα σταματήσουν δηλαδή να βγαίνουν καινούρια «Ράμπο», καθώς ο κόσμος τα αγαπάει και οι κριτικοί αγαπούν εξίσου να τα μισούν. Ο Σταλόνε ως Ράμπο θα πει ωστόσο την τελευταία του λέξη, καθώς είναι πια μεγαλούτσικος και από το «Πρώτο αίμα» έχουν περάσει κοντά 4 δεκαετίες.
Σήμερα είναι δύσκολο να αποτιμήσει κανείς τι ήταν κάποτε το «Ράμπο», η ταινία που άλλαξε τα φιλμ δράσης ως μια προσωπική οδύσσεια αίματος και εκδίκησης. Ο βετεράνος του Πολέμου του Βιετνάμ έχει αντιμετωπίσει τους πάντες και τα πάντα στην οθόνη, από τανκς και ελικόπτερα μέχρι στρατούς ολόκληρους και ψυχοπαθείς μισθοφόρους.
Ο θρυλικός χαρακτήρας που ενσάρκωσε ο Σλάι το 1982, 6 χρόνια μετά τη δεύτερη μεγάλη συνεισφορά του στη χολιγουντιανή μαγεία, τον Ρόκι Μπαλμπόα, ανήκει σήμερα δικαιωματικά στην ανθολογία του αμερικανικού σινεμά.
Τα μικρά παραλειπόμενα της ιστορίας του Ράμπο, μέσα και έξω από το πανί, μόνο ως υπενθύμιση λειτουργούν για το πόσο αντίκτυπο είχε η μυθολογία του στην έβδομη τέχνη…
Το πρώτο Ράμπο του 1982, που δεν είχε καν το Ράμπο στον τίτλο του («Το πρώτο αίμα»), ήταν μια κινηματογραφική προσαρμογή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Ντέιβιντ Μορέλ μια δεκαετία πρωτύτερα. Ο αμερικανο-καναδός συγγραφέας ονόμασε τον πρωταγωνιστή του «Ράμπο» από μια ποικιλία μήλων της Πενσιλβάνια που πρωτοκαλλιέργησε εκεί κατά τον 17ο αιώνα ένας σουηδός μετανάστης στις ΗΠΑ, ονόματι… Peter Gunnarson Rambo.
Ο Μορέλ έψαχνε όνομα για τον βασικό του χαρακτήρα, δεν έβρισκε και μια μέρα η γυναίκα του του έφερε ένα μήλο για να διασκεδάσει την πείνα του. «Το δάγκωσα και μου φάνηκε νοστιμότατο. ‘‘Πώς λέγεται;’’, τη ρώτησα. ‘‘Ράμπο’’, απάντησε. Στιγμιαία, αναγνώρισα τη δύναμη της λέξης».
Και συνεχίζει ο Μορέλ: «Μου θύμισε επίσης τον τρόπο που προφέρουν κάποιοι άνθρωποι το όνομα ενός γάλλου ποιητή που μελετούσα κάποτε, του Ρεμπό, του οποίου το γνωστότερο έργο είναι το ‘‘Μια εποχή στην Κόλαση’’, το οποίο μου φάνηκε καλή μεταφορά για τις εμπειρίες του αιχμαλώτου πολέμου που φανταζόμουν πως υπέμεινε ο Ράμπο».
Στο βιβλίο, ο Ράμπο δεν έχει μικρό όνομα, η ταινία χρειαζόταν όμως και το βαφτιστικό του. Έτσι γεννήθηκε ο Τζον Τζέιμς Ράμπο, γεννηθείς στις 6 Ιουλίου 1947. Παραμένοντας στον Μορέλ, δήλωσε πως μίσησε το «Τελευταίο αίμα»! Είπε πως ένιωσε ντροπή που συνεργάστηκε με το franchise…
I agree with these RAMBO: LAST BLOOD reviews. The film is a mess. Embarrassed to have my name associated with it.https://t.co/Yd2G9T7A9A pic.twitter.com/RS0gGHzL5h
— _DavidMorrell (@_DavidMorrell) 20 Σεπτεμβρίου 2019
Παρά το γεγονός ότι ο Μορέλ εμπνεύστηκε τον χαρακτήρα του από διάφορες μυθιστορηματικές πηγές, αυτό που τον επηρέασε, κατά δήλωσή του, περισσότερο από όλα τα άλλα ήταν ένας πραγματικός ήρωας πολέμου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο στρατιώτης Audie Murphy δεν ήταν βέβαια άλλος ένας αμερικανός φαντάρος, αλλά ο πιο παρασημοφορημένος αμερικανός στρατιώτης στον Β’ Παγκόσμιο, κερδίζοντας κάθε μετάλλιο και παράσημο ανδρείας της χώρας του, αλλά και 5 ακόμα μετάλλια από τη Γαλλία και το Βέλγιο!
Μετά τον πόλεμο, ο Murphy πρωταγωνίστησε μάλιστα σε μια ταινία που βασίστηκε στην αυτοβιογραφία του, παίζοντας τον εαυτό του («To Hell and Back»). Ήταν τόσο καλός που έπαιξε και σε καμιά 40αριά ακόμα ταινίες, όταν ήρθε το μετατραυματικό στρες που βίωνε και τον βρήκε. Σκοτώθηκε το 1971 σε αεροπορικό δυστύχημα.
Γι’ αυτό και ο Μορέλ βάζει τον Ράμπο του να πεθαίνει στο μυθιστόρημά του. Όταν είδε όμως την επιτυχία του, καθώς το βιβλίο του μεταφράστηκε σε 26 γλώσσες και πούλησε εκατομμύρια αντίτυπα, έγραψε άλλα δύο με τον Ράμπο ζωντανό. Και για να συμβεί αυτό, άλλαξε εκ των υστέρων το τέλος του πρώτου βιβλίου!
Δεν είναι μόνο ότι δεν ήθελε ο Σλάι να γίνει Ράμπο, δεν το ήθελε και κανείς άλλος. Η Columbia Pictures εξασφάλισε τα δικαιώματα του βιβλίου στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τα πούλησε μετά στη Warner Bros και έτσι πήγε το πράγμα για μια ολόκληρη δεκαετία.
Μια δεκαετία που ήταν το πιο πολυσυζητημένο σχέδιο για ταινία στο εσωτερικό των στούντιο, κανείς όμως δεν έλεγε να το χρηματοδοτήσει. Στο τέλος το πούλησαν φτηνά σε δυο ανεξάρτητους παραγωγούς, κάποιους Mario Kassar και Andrew Vajna, οι οποίοι ονειρεύονταν τον Στιβ ΜακΚουίν να παίξει τον Τζον. Μετά κατάλαβαν πως παραήταν μεγάλος για βετεράνος του Πολέμου του Βιετνάμ.
Στα δέκα αυτά χρόνια που το σενάριο γραφόταν και ξαναγραφόταν (πάνω από 26 εκδοχές) και παρέμενε στα χέρια των μεγάλων στούντιο, πολλοί υπέγραψαν και έφυγαν τελικά από το project. Θέλετε μερικά ονόματα; Πολ Νιούμαν, Κλιντ Ίστγουντ, Αλ Πατσίνο, Ρόμπερτ ΝτεΝίρο, Νικ Νόλτε, Τζον Τραβόλτα και Ντάστιν Χόφμαν. Η αφρόκρεμα, ναι.
Όσο για τον ρόλο του συνταγματάρχη Σαμ Τράουτμαν (Ρίτσαρντ Κρένα), οι παραγωγοί ονειρεύονταν τον Κερκ Ντάγκλας. Ο οποίος είχε συμφωνήσει και εμφανιζόταν μάλιστα και στο πρώτο προωθητικό υλικό της ταινίας. Έφυγε γιατί ήθελε κι αυτός να βάλει χέρι στο σενάριο. Ο Ντάγκλας επέμενε να πεθάνει ο Ράμπο, ενώ οι Κότσεφ και Σταλόνε (που υπογράφουν το σενάριο) ήθελαν να αφήσουν όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά μέχρι την τελευταία στιγμή.
Τον Σταλόνε έφερε στην ταινία ο σκηνοθέτης Τεντ Κότσεφ, όταν ανέλαβε τα ηνία της παραγωγής. Τον Σλάι τον ήθελε γιατί ο Ρόκι τον είχε κάνει μεγάλο όνομα, μόνο που ο Σταλόνε ήξερε πως όλοι οι σταρ πρώτης γραμμής είχαν απορρίψει τον ρόλο, κι έτσι είπε να κάνει κι αυτός. Τον Κρένα δε τον πήραν τηλέφωνο την προηγουμένη των γυρισμάτων!
Έγινε ο μέντορας του Τζον και στα δύο επόμενα φιλμ, πριν φύγει από τον κόσμο το 2003. Το τέλος της ταινίας, όπου ο συνταγματάρχης πυροβολεί και σκοτώνει τον Ράμπο, το βλέπουμε αποσπασματικά σε ένα όνειρο του Τζον στο τέταρτο φιλμ του franchise.
Ο Σταλόνε είπε τελικά το μεγάλο ναι όταν του έδωσαν 3,5 εκατ. δολάρια και τη δυνατότητα να ξαναγράψει το σενάριο για να κάνει τον ήρωα πιο συμπαθή. Από εκείνο το αιμοδιψές τέρας που καταλήγει μισότρελος μετά τον πόλεμο δηλαδή! Ότι δεν σκοτώνει κανέναν στην πρώτη ταινία, παρά το γεγονός ότι θυμάσαι μακελειά και μακελειά, το έχουμε πει…
Ο Σταλόνε ήξερε για έναν φημισμένο τεχνίτη μαχαιριών και έψαξε να βρει τον Jimmy Lile για να σχεδιάσει και να κατασκευάσει το ιστορικό μαχαίρι επιβίωσης του «Πρώτου αίματος». Ο Lile απέδωσε αυτό το αδιάβροχο μαχαίρι που έκοβε ακόμα και ξύλα και φιλοξενούσε εντός του από σπίρτα και χάπια μέχρι και πετονιά για ψάρεμα.
Παρά τα έξι μαχαίρια που έφτιαξε για το πρώτο «Ράμπο», ο Σταλόνε τον προσέγγισε εκ νέου για τις επόμενες ταινίες και πήρε ακόμα καλύτερες εκδοχές του αυθεντικού…
Στο δεύτερο «Rambo: First Blood Part II» (ελληνικός τίτλος «Ράμπο 2: Η Αποστολή») του 1985, την ταινία που γύρισε ο δικός μας Τζορτζ Κοσμάτος, τη δράση έγραψε ο Κάμερον και τα πολιτικά ο Σταλόνε! Ο Κάμερον δεν είχε κάνει ακόμα τις μεγάλες του επιτυχίες και προσάρμοζε σενάρια.
Δικές του ήταν οι πρώτες εκδοχές του sequel του «Πρώτου αίματος» και η ταινία είχε ονομαστεί μάλιστα ««Πρώτο αίμα 2: Η αποστολή». Τις οποίες έγραφε παράλληλα με δυο ακόμα ταινίες που ήθελε να σκηνοθετήσει, ίσως τις έχετε ακούσει, «Εξολοθρευτής» και «Aliens» τις λένε! Ήταν αυτές που θα του έδιναν την επιτυχία που τόσο αποζητούσε.
Το σενάριο του Κάμερον ήταν ωστόσο τελείως διαφορετικό: «Προσπαθούσα να δημιουργήσω έναν ημι-πραγματικό χαρακτήρα, έναν στοιχειωμένο χαρακτήρα, την επιτομή του βετεράνου του Βιετνάμ, και όχι να κάνω ένα πολιτικό σχόλιο». Το σενάριο έπιασε στο τέλος στα χέρια του ο Σλάι και πέταξε όλο το πρώτο μέρος! Τι κατάφερε; Να κάνει το «Ράμπο 2» τη μόνη ταινία του franchise που προτάθηκε ποτέ για Όσκαρ. Όσκαρ Καλύτερων Ηχητικών Εφέ, κάτι είναι όμως κι αυτό. Από ποιον έχασε; Από την «Επιστροφή στο μέλλον» (1985)!
Ο Κοσμάτος ονειρευόταν μεγαλεία και γυρίσματα στις απροσπέλαστες ζούγκλες της βόρειας Ταϊλάνδης, πήρε όμως το Ακαπούλκο του Μεξικού. Πραγματικά γυρίσματα σε ζούγκλες έγιναν, για να ξεγελιέται το μάτι του θεατή και να πιστεύει πως πρόκειται για την Ασία. Το μόνο που ζήτησε ο Κοσμάτος από την παραγωγή ήταν ο χαρακτηριστικός νεροβούβαλος του Βιετνάμ. Κι αυτός όμως κρίθηκε ασύμφορα οικονομικός να μεταναστεύσει στο Μεξικό.
Το οποίο αποδείχτηκε σωστή καταστροφή για την παραγωγή, καθώς ένας τυφώνας κατέστρεψε τον Σεπτέμβριο του 1984 ό,τι σκηνικό είχαν φτιάξει στα δάση και τις παραλίες του Ακαπούλκο. Η παραγωγή έβαλε λουκέτο για αρκετό καιρό και ο Κοσμάτος γύριζε τώρα τα κοντινά του πλάνα στα δωμάτια του ξενοδοχείου όπου είχε ξεμείνει η αποστολή.
Σε μια σκηνή σε ένα πλοιάριο κοντά στα μέσα της ταινίας, η Κο-Μπάο (Τζούλια Νίκσον) ρωτά τον Τζον γιατί επιλέχθηκε για μια αποστολή που έμοιαζε σωστή αυτοκτονία. «Είμαι αναλώσιμος» της είπε αυτός. Κάπου 25 χρόνια μετά, ο Σταλόνε θα έκανε την ατάκα ταινία, γράφοντας και σκηνοθετώντας το 2010 τους «Αναλώσιμους» («The Expendables»)!
Ο Σλάι επιβεβαίωσε στις συνεντεύξεις Τύπου της ταινίας πως ο τίτλος προερχόταν πράγματι από το δεύτερο «Ράμπο»…
Όχι μόνο ο αρχικός σκηνοθέτης απολύθηκε από τα γυρίσματα δύο βδομάδες μετά την έναρξή τους, αλλά και ο χρόνος που βγήκε η ταινία μόνο ευνοϊκός δεν ήταν. Η παραγωγή δεν είχε βέβαια περιθώρια κωλυσιεργίας, καθώς το «Rambo III» (1988) ήταν να στοιχίσει 63 εκατ. δολάρια, ως η πιο ακριβή ταινία όλων των εποχών(!), οπότε δεν υπήρχε περιθώριο για περιττά έξοδα.
Είπαν να τη γυρίσει τελικά ο Πίτερ ΜακΝτόναλντ, που ήταν βοηθός σκηνοθέτη και δεν είχε να επιδείξει καμία δουλειά στο ενεργητικό του! Όσο για την πλοκή, ο Τζον συνεργάζεται με κάτι Μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν για να παλέψουν με τους Ρώσους στην υπό σοβιετική κατοχή χώρα.
Η ταινία ήταν ακόμα σε στάδιο παραγωγής όταν ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έδινε και επισήμως τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο εκείνο τον Μάιο του 1988, εισάγοντας τις δραστικές μεταρρυθμίσεις του που θα κλυδώνιζαν τη Σοβιετική Ένωση. Δέκα μέρες μάλιστα πριν βγει η ταινία στο σινεμά, οι Σοβιετικοί απέσυραν τα στρατεύματά τους από το Αφγανιστάν, κάνοντας την αντι-σοβιετική υπόθεση του φιλμ σωστή παρωδία!
Ακόμα χειρότερα, το τρίτο «Ράμπο» έμελλε να γνωρίσει κι άλλο ένα φιάσκο. Η ταινία τελειώνει σήμερα με την αφιέρωση «Το φιλμ αφιερώνεται στους γενναίους ανθρώπους του Αφγανιστάν». Τι νομίζετε πως έγραφε το 1988; «Το φιλμ αφιερώνεται στους γενναίους Μουτζαχεντίν»! Τους ίδιους Μουτζαχεντίν που συνδέονται με την αλ-Κάιντα και τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους την 11η Σεπτεμβρίου.
Το «Ράμπο 3» κέρδισε όμως μια θέση στα Ρεκόρ Γκίνες το 1990 ως η πιο βίαιη ταινία όλων των εποχών. Με 132 θανάτους, δεν είχε κινηματογραφικό ανταγωνιστή…
Όταν αποφάσισε να επιστρέψει ο Σταλόνε στον Ράμπο του 20 χρόνια μετά την τρίτη ταινία, τα πράγματα ήταν πια εντελώς διαφορετικά στον πλανήτη. Τώρα ήθελε να βάλει τον Τζον να σώζει μια γυναίκα στην Τιχουάνα του Μεξικού, μιλώντας έτσι για τις μεταναστευτικές ροές και πράγματα πιο σύγχρονα από ζούγκλες και Βιετκόνγκ.
Διάβασε όμως για το ταραγμένο κλίμα της Βιρμανίας και την επικείμενη επανάσταση και ένιωσε πως τα δυτικά μέσα ενημέρωσης κάλυπταν εντελώς μεροληπτικά το θέμα. Και είπε να το διορθώσει με τον Ράμπο του! Αποτέλεσμα; Ο «Ράμπο» να απαγορεύεται σήμερα στη Βιρμανία, ή τη Μιανμάρ όπως είναι πια γνωστή.
Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Σλάι έβαλε πραγματικές ιστορίες ανταρτών στην πλοκή και προσέλαβε μάλιστα αρκετούς από τους μαχητές των Κάρεν ως κομπάρσους. Ακόμα και τον ρόλο του κακού στρατηγού Τιντ πρώην μαχητή της ελευθερίας έβαλε να τον παίξει.
Το «Ράμπο 4» με την ωμή απεικόνιση της βίας ανέβασε τον φόρο του αίματος στους 236 νεκρούς, σπάζοντας το ρεκόρ της προηγούμενης ταινίας…