Με τη «Μήδεια» του Ευριπίδη ξεκινούν από το Σεπτέμβριο οι μεταδόσεις των παραστάσεων του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας, που πραγματοποιεί για 5η συνεχή χρονιά το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Η περίφημη τραγωδία του Ευριπίδη θα μεταδοθεί ζωντανά από το Olivier Theatre του Λονδίνου, σε μία νέα «πειραγμένη» εκδοχή και μετάφραση του Μπεν Πάουερ και σε σκηνοθεσία της πολυβραβευμένης Κάρι Κράκνελ.
Η μετάδοση θα προβληθεί στις 4 Σεπτεμβρίου στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, με αγγλικούς υπέρτιτλους (στις 21:00).
Στον πρωταγωνιστικό ρόλο η Έλεν ΜακΚρόρι – γνωστή στο κοινό του Μεγάρου από την ερμηνεία της στο έργο του Στίβεν Μπέρεσφορντ «Η τελευταία των Χάουσμαν» – σε μια αφοπλιστική ερμηνεία μιας ηρωίδας με οικουμενική διαχρονικότητα.
Πρόκειται για την πρώτη Μήδεια στα 50 χρόνια του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας. Η νέα εκδοχή του Μπεν Πάουερ εγκαταλείπει τον αρχαίο μύθο και συνιστά μια φρέσκια ανάγνωση, που δεν περιορίζει το έργο σε μια απλοϊκή απολογία μιας κακοπαθημένης γυναίκας. Η παράσταση, που αποθεώθηκε από τους κριτικούς δεν καταφεύγει σε ευκολίες, είναι διάχυτη από μια αγωνιώδη αναμονή χιτσκοκικής ποιότητας και επιτρέπει στη σαγηνευτική Έλεν ΜακΚρόρι να προσδώσει μια κάποια ανθρωπιά σε μια γυναίκα που είναι αξιοπρεπής και αξιολύπητη, διαυγής και παρανοϊκή ταυτόχρονα. Επηρεασμένη από τον κυνισμό των ανδρών πολιτικών καταφεύγει σε κάτι ακραία απαράδεκτο, για να υψώσει το ανάστημά της.
Η παραγωγή φέρει μια έντονη αύρα από Στάνλεϊ Κιούμπρικ και Στίβεν Κινγκ, με ένα εξαιρετικό σκηνικό, σε δύο επίπεδα, του Τομ Σκατ και μια σκοτεινή, ποπ μουσική από τους Γκόλντφραπ, που υποδαυλίζει την ατμόσφαιρα της επικείμενης φρίκης, χωρίς να την κάνει μελοδραματική.
Ο χορός των γυναικών, με τα φλοράλ φορέματα και η σπασμωδική κίνησή τους, χορογραφημένη από τη Λούσι Γκέριν, υπογραμμίζει την απόσταση που χωρίζει τη Μήδεια από τις συμβάσεις μιας κοινωνίας που δε αποκλίνει από τα συμφωνημένα πρότυπα.
«Η αρετή αυτής της παραγωγής και η νέα εκδοχή του έργου από τον Μπεν Πάουερ », γράφει ο Μάικλ Μπίλινγκτον στον Guardian, «είναι ότι οι συντελεστές της αποφεύγουν την ψευτο-οπερατική μεγαλοπρέπεια και μας παρουσιάζουν μια αναγνωρίσιμη ύπαρξη, που φλέγεται μέσα στις αντιφάσεις της. Η χαρισματική Κάρι Κράκνελ δημιουργεί ένα σύνθετο πορτρέτο μιας Μήδειας, που είναι ταυτόχρονα σώφρων και παράλογη, όμηρος μιας έμμονης ιδέας για εκδίκηση, χωρίς να έχει χάσει τα μητρικά της αισθήματα. Σε όλη την παράσταση η Μήδεια της ΜακΚρόρι περνάει με έξοχη ευκολία από το έγκλημα στην πιο απρόβλεπτη ανθρωπιά».