Οι «Έντεχνοι» διαδηλωτές, ομάδα που διαβιεί στις σκηνές, δίνουν με τους στίχους τους το δικό τους αγανακτισμένο «παρών» στην πλατεία Συντάγματος. Το ρυθμικό τους τραγούδι ήταν κάτι ξεχωριστό για πέντε φοιτητές του Παντείου Πανεπιστημίου στο Τμήμα Ψυχολογίας, οι οποίοι περιδιάβηκαν τους χώρους με τους διαμαρτυρόμενους πολίτες, χαρτογράφησαν τις «φυλές» της πλατείας, αποκωδικοποίησαν το ειρηνικό κίνημα της οργής και μας εξηγούν τι μπορεί να δρομολογήσει για το μέλλον της χώρας.
Μελίστη Μάκη
Οι συνειδητοποιημένοι αγανακτισμένοι
«Εδώ και δεκαπέντε μέρες το κίνημα των αγανακτισμένων, με συνέπεια στις αξίες του και με σταθερότητα, ασκεί θετική επιρροή σε ένα μεγάλο αριθμό Ελλήνων. Για μερικούς είναι τρόπος εκτόνωσης, για άλλους τρόπος λύτρωσης από το βόλεμα τόσων χρόνων, μια διαδικασία απενοχοποίησης. Αρκετοί είναι αυτοί που πιστεύουν στην αποτελεσματικότητα του κινήματος. Πρώτος στόχος, η αλλαγή της νοοτροπίας του βολέματος του Έλληνα πολίτη. Μέσα από συνελεύσεις, συνειδητοποιημένοι αλλά και οργανωμένοι αγανακτισμένοι που έχουν αφιερωθεί στο κίνημα διαμαρτύρονται, θέτουν προτάσεις αλλά και τρόπους κινητοποίησης. «Δεν είναι πανηγύρι» λένε για το κίνημα, υπάρχει ξεκάθαρο, βασικό αίτημα, που εκφράζει κάθε πολίτη κάθε χώρας και περικλείεται στο σύνθημα «Δουλειά – υγεία – παιδεία».
Φώτης Βασιλόπουλος
Το «τερπνόν μετά του ωφελίμου»
«Δύο κατηγορίες εμπόρων. Η πρώτη αποτελείται από μικροπωλητές που δίνουν καθημερινά το παρών στις συγκεντρώσεις της πλατείας, πουλώντας πάσης φύσεως αγαθά, όπως καφέδες, μπίρες, καλαμπόκια, σάντουιτς, αλλά και είδη καπνού, δίνοντας άρωμα πανηγυριού στο κίνημα του Συντάγματος.
Από την άλλη, προσφέρουν υπηρεσίες λόγω των χαμηλότερων από τα περίπτερα τιμών αλλά και δεδομένου ότι πολλοί είναι εκείνοι που μετακόμισαν με τις σκηνές τους στην πλατεία. Άλλωστε η μπίρα, το σουβλάκι και ο φραπές αποτελούν τα καύσιμα των κουρασμένων «Αγανακτισμένων». Στη δεύτερη ανήκουν οι «έμποροι ιδεολογίας», που επιδίδονται σε προσπάθειες προσεταιρισμού του κινήματος με απώτερο σκοπό πολιτικά και κομματικά οφέλη. Ωστόσο οι «Αγανακτισμένοι» αντιστέκονται σθεναρά σε οποιαδήποτε οπορτουνιστική και καιροσκοπική προσπάθεια κομματικού χρωματισμού των δράσεών τους.
Ελ. Παναγιωτακοπούλου
Μια μπίρα για τους χαλαρούς
«Κατέβηκα στο Σύνταγμα να δω τη δυναμική του κινήματος… Είδα πολλά και πολλούς… Αυτό που θα σχολιάσω το επιλέγω γιατί μάλλον μ’ άγγιξε και με προβλημάτισε περισσότερο. Μια μερίδα νέων παιδιών, φοιτητών, μαθητών, κουβέντιαζαν μεταξύ τους με μια απάθεια. Έβλεπα ν’ αντιμετωπίζουν την κατάσταση με κάποια απόσταση, ίσως ασφαλείας. Είναι τα παιδιά που καθισμένα στα σκαλιά της πλατείας, πίνοντας μπίρες και τρώγοντας σποράκια, τολμούν να είναι χαλαροί. «Ωχ βρε αδελφέ» είναι απ’ τις αγαπημένες τους φράσεις.
Δεν πιστεύουν και δεν περιμένουν ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Με κάποιο κυνισμό τα αφήνουν να περνάνε χωρίς να τα αγγίζουν. Είναι πραγματικά αγανακτισμένοι αλλά και τόσο απογοητευμένοι για να κάνουν οτιδήποτε. Τους νιώθω, η απογοήτευση είναι τόσο μεγάλη που χρειάζεται τόλμη για να μην αποσυρθείς, για να μη βυθιστείς.
Ιωάννα Καραχρήστου
Τα αγανακτισμένα παιδιά των λουλουδιών
«Peace, love and music. Είναι οι μποέμικοι τύποι, εκεί, στο πλάι της πλατείας, μέσα σ’ ένα σκηνικό που αναδίδει μια νοσταλγική εσάνς ρομαντικού επαναστατισμού. Σκηνές, ζωγραφιές, κορδέλες, χρώματα, κιθάρες, τραγούδια… Παιδιά των λουλουδιών, παιδιά του Πολυτεχνείου, οραματιστές μιας άμεσης δημοκρατίας, χωρίς ρήτορες και δημαγωγούς, μιας κοινωνίας συνεργατικότητας και αντικομφορμισμού.
Εδώ η μουσική είναι θρησκεία: «Η χορωδία είναι το καλύτερο παράδειγμα κοινωνικού συνόλου, γιατί είναι όλοι μια φωνή». Αυτοί οι αγανακτισμένοι διαφέρουν από τους υπόλοιπους: δεν κραυγάζουν οργισμένα συνθήματα, δεν αποδίδουν ευθύνες στους πολιτικούς, αλλά βλέπουν τα δεινά μας ως αποτελέσματα έξωθεν μασονικών δυνάμεων.
Δηλώνουν αθεράπευτα αισιόδοξοι. Χρειάζεται, όμως, θεραπεία η αισιοδοξία; Ή μήπως όντως δεν έχει θέση στην τρέχουσα τάξη πραγμάτων; Το κάλεσμα της εποχής είναι επιτακτικό κι απαιτεί εκ βάθρων αλλαγές σε επίπεδο νοοτροπίας, ώστε να μπορούμε να ελπίζουμε. Το κίνημα των αγανακτισμένων είναι μια αναπάντεχα καλή αρχή. Ναι, ο κόσμος βγήκε στους δρόμους. Ναι, χωρίς κομματικές σημαίες. Φαίνεται, όμως, πως τώρα βρίσκεται σε νευραλγικό σημείο: έχει να αντιμετωπίσει τη Σκύλλα της διάσπασης και τη Χάρυβδη της κομματικοποίησης. Το κίνημα χρειάζεται ένα κοινό όραμα που θα ενώσει όλους τους εκφραστές του, όσο κι αν μοιάζει απατηλή η ιδέα.
Ευγενία Καρτερολιώτη
Η σωματοποίηση της αγανάκτησης
«Η πιο εκφραστική πλευρά της αγανάκτησης βρίσκεται ένα βήμα πριν από τη Βουλή. Είναι αυτοί που τραβούν τα βλέμματα και τα φώτα πάνω τους. Εκεί είδαμε μια έντονη οργή, μια προσπάθεια για εκτόνωση. Σκόπιμα στην παρατήρησή μου άφησα την ομάδα αυτή τελευταία, ήμουν εξαρχής προκατειλημμένη ότι εκεί θα συναντήσω ακραίες θέσεις.
Τελικά με δίχασαν κατά τέτοιον τρόπο που οδηγήθηκα βήμα βήμα όλο και πιο κοντά και χωρίς να το καταλάβω έφτασα στην πρώτη γραμμή. Νεαροί άντρες που μέσα σε μια γηπεδική ατμόσφαιρα φωνάζουν συνθήματα υπέρ της πατρίδας, κατά των πολιτικών και μαγνητίζουν με τις λέξεις που χρησιμοποιούν συνταξιούχους, 40άρηδες, παιδιά και εφήβους, οι οποίοι έχουν ανάγκη να εκφράσουν με φωνές την αγανάκτηση που νιώθουν.
Σε αυτή την ομάδα θα βρει κανείς τον γνήσιο Νεοέλληνα, που θα βγει να φωνάξει, να απαιτήσει και να πολεμήσει για ένα καλύτερο αύριο. Οι αγανακτισμένοι σαν κίνημα είναι μια ιδεολογία, η οποία, εάν δεν κουκουλωθεί από κομματικά συμφέροντα και συνεχίσει να οργανώνεται με βάση τις αρχές της συνεργασίας, της αλληλεξάρτησης και του αλληλοσεβασμού, μπορεί να ασκήσει επιρροή και πίεση στους πολιτικούς. Ελπίζω να μην «ξεφουσκώσει όλο αυτό».