«Ο προεκλογικός αγώνας θα γίνει, έχουμε μπροστά μας 40 ημέρες και οι πολιτικές δυνάμεις είχαν πλείστα όσα θέματα για να αντιπαρατεθούν. Ήταν απολύτως αχρείαστο και κατά τη γνώμη μου επιβλαβές να εμπλακεί η Δικαιοσύνη σε αυτόν τον προεκλογικό αγώνα» τόνισε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, «Πρακτορείο 104,9 FM», η αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ, Iφιγένεια Καμτσίδου, πρόεδρος στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ), σχολιάζοντας τις πρόσφατες εξελίξεις που αφορούν την «επιλογή της δικαιοσύνης που βρισκόταν σε εξέλιξη».

«Η επιλογή της δικαιοσύνης βρισκόταν σε εξέλιξη, η Βουλή είχε ήδη αξιολογήσει με το αρμόδιο όργανό της τις υποψηφιότητες και σε αυτό το επίπεδο, το κοινοβουλευτικό, η διαδικασία είχε ολοκληρωθεί. Απέμενε η επιλογή από το υπουργικό συμβούλιο. Και αντί να σκεφτούμε με βάση το Σύνταγμα και τον ισχύοντα νόμο, που ορίζει ότι ακόμη και αν διαλυθεί η Βουλή ολοκληρώνεται η διαδικασία, (αντί να σκεφτούμε) τι θα πρέπει να γίνει, προκειμένου να εξυπηρετηθούν ταυτόχρονα οι δύο στόχοι, και η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η δημοκρατική αρχή, ενεπλάκη η επιλογή των ανώτατων δικαστικών στην προεκλογική εκστρατεία» ανέφερε η κα Καμτσίδου.

Με αυτό τον τρόπο, «αμέσως μετά τις ευρωεκλογές η αντιπολίτευση, και όχι μόνο η αξιωματική αντιπολίτευση, φάνηκε να υπολαμβάνει πως αν η επιλογή της ηγεσίας γίνει από την παρούσα κυβέρνηση, τότε στα ανώτατα δικαστικά αξιώματα θα διοριστούν “εκλεκτοί του ΣΥΡΙΖΑ”» σημείωσε χαρακτηριστικά. «Αυτό όμως ταυτόχρονα σημαίνει ότι αν δεν γινόταν τώρα η εκλογή και γινόταν από την επόμενη κυβέρνηση, θα ορίζονταν στα ανώτατα αξιώματα “εκλεκτοί” της επόμενης κυβέρνησης» πρόσθεσε η κα Καμτσίδου και διατύπωσε την εκτίμηση πως η επιλογή των προσώπων είναι μια επιλογή που «υπηρετεί δύο σκοπιμότητες, πρώτον τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και δεύτερον τη σύνδεση της με τον λαό».

Mια «θεσμική διασταύρωση των εξουσιών»

«Να μην ξεχνάμε πως οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης εκδίδονται και εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού, γι’ αυτό και γίνεται η επιλογή της ηγεσίας της από το υπουργικό συμβούλιο. Είναι μια θεσμική διασταύρωση των εξουσιών, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είχαμε να αντιμετωπίσουμε κάτι πρωτόγνωρο, με την έννοια ότι δεν είχε ξανασυμβεί κατά την εξέλιξη της διαδικασίας επιλογής της δικαιοσύνης να βρεθούμε σε μια προ-προεκλογική περίοδο – διότι η Βουλή δεν έχει ακόμη διαλυθεί ούτε έχουν προκηρυχθεί εκλογές» εξηγεί η αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ, που επιπλέον σημειώνει με έμφαση πως ο χρονισμός που προέκυψε κατά τη διάρκεια της διεργασίας είναι αξιοσημείωτος και ως τέτοιον όφειλε να τον αντιμετωπίσει το πολιτικό προσωπικό της χώρας.

«Οι πολιτικές δυνάμεις αλλά και η συνταγματική επιστήμη έπρεπε με περίσκεψη, με σωφροσύνη να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση. Αντί για αυτό, αμέσως μετά τις ευρωεκλογές ανακινήθηκε το ζήτημα με έλλειψη σεβασμού στις στοχεύσεις του Συντάγματος και με μια βιασύνη, την οποία θεωρώ ανεξήγητη» σημείωσε η πρόεδρος του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ).

«Η διαδικασία κομματικοποιήθηκε ως μη όφειλε»

«Η διαδικασία κομματικοποιήθηκε ως μη όφειλε και δικαστικοί οι οποίοι έχουν εύσημα από μια μακρόχρονη πορεία στο σώμα, αντιμετωπίστηκαν με έναν τρόπο που δεν τους αξίζει», σημείωσε η κα Καμτσίδου, απαντώντας σε ερώτημα που αφορά τις προσωπικότητες των δικαστικών που έχουν τοποθετηθεί μέσα στη διαδικασία μετά από τις πρόσφατες εξελίξεις: «Κατά τη γνώμη μου υπάρχει προσβολή σε αυτά τα πρόσωπα και μέσω των προσώπων στον ίδιο τον θεσμό της Δικαιοσύνης. Προκειμένου οι υποψήφιοι αυτοί να μπορούν να διεκδικήσουν τις ανώτατες θέσεις στο δικαστικό σώμα έχουν περάσει από μεγάλα βάσανα, έχουν αξιολογηθεί πολλές φορές από το ανώτατο δικαστικό συμβούλιο που συγκροτείται μόνο από δικαστικούς, στο οποίο δεν έχει επίδραση καμία κομματική δύναμη. Τουτέστιν αυτοί οι άνθρωποι ξεκίνησαν από πρωτοδίκες, αξιολογήθηκαν από τους δικαστές για να γίνουν πρόεδροι πρωτοδικών, μετά για να γίνουν εφέτες, για να γίνουν πρόεδροι εφετών και να φτάσουν στον Άρειο Πάγο. Δεν είναι οι “αρεστοί” σε κάποια πολιτική δύναμη. Και με μια, ας μου επιτραπεί, επιπολαιότητα, τους αντιμετώπισαν ως να είναι οι “εκλεκτοί” του ΣΥΡΙΖΑ και της παρούσας κυβέρνησης» κατέληξε η αναπληρώτρια καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ. Η κα Καμτσίδου εξέφρασε δε την πεποίθηση πως «η αποκομματικοποίηση της διαδικασίας εξαρτάται πάρα πολύ από το κόμμα το οποίο θα πρωτεύσει στις εκλογές και το οποίο πρέπει να δείξει θεσμικοπολιτική σωφροσύνη σε αυτό το ζήτημα».