Ο κανιβαλισμός αποτελεί μια από τις πιο ειδεχθείς πράξεις. Πολλοί κατά συρροή δολοφόνοι τον έχουν διαπράξει για να ικανοποιήσουν τις διαστροφές τους, ενώ στο παρελθόν υπήρξαν και κοινωνίες στις οποίες ο κανιβαλισμός αποτελούσε μέρος της κουλτούρας τους ως θρησκευτικό τελετουργικό.
Ωστόσο στην ιστορία υπήρξαν και άνθρωποι που εγκλωβίστηκαν σε απελπιστικές καταστάσεις και αναγκάστηκαν για την επιβίωσή τους να φάνε ανθρώπινη σάρκα. Αυτές είναι πέντε από τις πιο γνωστές οδυνηρές ιστορίες, όπως τις συγκέντρωσε το The Collector.
Ο κανιβαλισμός στο Τζέιμσταουν
Τα πρώτα χρόνια του επικοισμού στην Αμερική δεν ήταν εύκολα. Το Τζέιμστάουν ήταν μια από τις πρώτες αγγλικές αποικίες που δημιουργήθηκαν στις αρχές του 17ου αιώνα. Συγκεκριμένα αυτή ιδρύθηκε το 1607 στη σημερινή περιοχή του ποταμού Τζέιμς στην πολιτεία της Βιρτζίνια. Οι έποικοι αντιμετώπισαν τρομερές δυσκολίες από την αρχή της εγκατάστασής τους. Οι καλλιέργειες απέτυχαν και η αποστολή προμηθειών από την Αγγλία καθυστερούσε δραματικά. Η έλλειψη τροφίμων αναπόφευκτα οδήγησε σε πείνα και ασθένειες με αποτέλεσμα πολλοί να χάσουν τη ζωή τους.
Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα τον χειμώνα του 1609, μιας περιόδου που έμεινε στην ιστορία ως «ο χειμώνας της πείνας». Το πλοίο που μετέφερε προμήθειες από την Αγγλία χάθηκε στη θάλασσα και οι άνθρωποι έφαγαν ό,τι μπορούσε να φαγωθεί. Άλογα, σκύλοι, γάτες και ποντίκια ήταν τα πρώτα που καταναλώθηκαν. Ακολούθησαν οι δερμάτινες μπότες και τα λουριά μέχρι τελικά οι κάτοικοι να στραφούν στον κανιβαλισμό.
Αργότερα όταν η τροφοδοσία από την Αγγλία αποκαταστάθηκε, η φρίκη αποκαλύφθηκε. Ο Τζορτζ Πέρσι, επικεφαλής του οικισμού, μίλησε για τον κανιβαλισμό και τα κείμενά του αποτέλεσαν σημαντική πηγή πληροφοριών. Το 2012, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν τα λείψανα ενός 14χρονου κοριτσιού, που σύμφωνα με τους ειδικούς, η σάρκα της είχε φαγωθεί. Το κορίτσι δεν είχε δολοφονηθεί αλλά μάλλον είχε πεθάνει λόγω των τραγικών συνθηκών και έγινε γεύμα για τους υπόλοιπους. Οι εικασίες για τις λεπτομέρειες είναι πολλές, ωστόσο δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για την τραγωδία που συντελέστηκε τον «χειμώνα της πείνας» στο Τζειμστάουν.
«Ήταν ένα μικρό καράβι» που το έλεγαν «Μέδουσα»
Το 1816, η γαλλική φρεγάτα Méduse (Μέδουσα) ξεκίνησε το παρθενικό της ταξίδι από το Ροσφόρ στο Σαράντ Μαριτίμ της Γαλλίας με προορισμό το λιμάνι Πόρ Λουί της Σενεγάλης. Όμως 60 μίλια από τις ακτές της Μαυριτανίας προσάραξε.
Οι επιβάτες ήταν περίπου 400, αλλά στις σωσίβιες λέμβους υπήρχε χώρος μόνο για 250 άτομα. Όσοι δεν κατάφεραν να μπουν σε αυτές επιχείρησαν να φτάσουν στις αφρικανικές ακτές με μια μεγάλη σχεδία, την οποία θα ρυμουλκούσε μια από τις σωσίβιες λέμβους.
Μόλις λίγα μίλια μετά, τα σχοινιά κόπηκαν. Είτε αυτό συνέβη από επιλογή του κυβερνήτη, είτε λόγω αντοχής υλικού, το γεγονός ήταν πως η τεράστια σχεδία με περίπου 150 άτομα εγκαταλείφθηκε και παρασύρθηκε. Τα τρόφιμα στη σχεδία ήταν πενιχρά και καταναλώθηκαν την πρώτη ημέρα. Πάνω στη σχεδία επικράτησε χάος και συμπλοκές μεταξύ διάφορων ομάδων. Κάποιοι σκοτώθηκαν, άλλοι έπεσαν στη θάλασσα και άλλοι αυτοκτόνησαν. Μέχρι την τέταρτη ημέρα είχαν μείνει ζωντανά μόνο 67 άτομα.
Αφυδατωμένοι και πεινασμένοι, οι επιζώντες κατέφυγαν στον κανιβαλισμό δολοφονώντας και σφαγιάζοντας άλλους επιβάτες. Την όγδοη ημέρα είχαν μείνει πάνω στη σχεδία μόλις 15 άνδρες. Κατάφεραν να επιζήσουν για άλλες τέσσερις ημέρες πριν εντοπιστούν από σύμπτωση και αποκαλύψουν τα όσα είχαν συμβεί. Το γεγονός συγκλόνισε τη γαλλική κοινωνία και απεικονίστηκε στον φημισμένο πίνακα του Τεοντόρ Ζερικό «Η σχεδία της Μέδουσας» (κεντρική φωτογραφία), καταγράφηκε σε βιβλία και μυθιστορήματα, ενώ πέρασε ακόμη και σε παιδικά τραγούδια. Πρόκειται για το γνωστό: «Ήταν ένα μικρό καράβι…»
Η τραγωδία της ομάδας του Ντόνερ
Το περιστατικό κανιβαλισμού που έχει μείνει στην ιστορία ως «Donner Party» σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της δυτικής μετανάστευσης στις ΗΠΑ το 1846 – 1847. Μια ομάδα μεταναστών υπό την αρχηγία του Τζορτζ Ντόνερ, περίπου 90 άτομα, ξεκίνησαν με σκοπό να φτάσουν στην Καλιφόρνια και να ξεκινήσουν μια νέα ζωή με νέες ευκαιρίες. Ωστόσο το ταξίδι τους αποδείχθηκε μακρύ και εξαιρετικά δύσκολο.
Τον Οκτώβριο του 1846, η ομάδα βρέθηκε παγιδευμένη από βαριά χιονοθύελλα στα όρη της Sierra Nevada της Καλιφόρνια. Είχε προηγηθεί η διέλευση από την έρημο Great Salt Lake, που προκάλεσε την απώλεια δεκάδων βοοειδών.
Μια σειρά από ατυχή γεγονότα και λάθος αποφάσεις οδήγησαν τους ανθρώπους σε ένα αφιλόξενο έδαφος και ακραίες συνθήκες, αντιμέτωπους με την πείνα λόγω έλλειψης τροφίμων. Όταν τα αποθέματα εξαντλήθηκαν τα μέλη της ομάδας στράφηκαν για τροφή στα άλογα, τα σκυλιά και τα άλλα ζώα που είχαν μαζί τους. Ωστόσο αυτά αποδείχθηκε πως δεν ήταν αρκετά για να τους κρατήσουν στη ζωή.
Οι συνθήκες έγιναν τόσο απελπιστικές που ορισμένοι αναγκάστηκαν να επιδοθούν σε κανιβαλισμό για να επιβιώσουν. Μια ομάδα δέκα ανδρών και πέντε γυναικών εγκατέλειψαν το πάρτι για να προσπαθήσουν να βρουν βοήθεια. Οκτώ από τους άνδρες πέθαναν καθ’ οδόν, αλλά οι επιζώντες πέτυχαν να φτάσουν στην Καλιφόρνια και να συγκεντρώσουν βοήθεια.
Για να τα καταφέρουν έφαγαν τους συντρόφους τους που πέθαναν στη διαδρομή. Δύο από τους πεζοπόρους, ιθαγενείς της Αμερικής, αρνήθηκαν να φάνε τα πτώματα των νεκρών. Όταν προσπάθησαν να φύγουν τρέχοντας δολοφονήθηκαν και φαγώθηκαν επίσης. Δύο μήνες μετά έφτασαν τα σωστικά συνεργεία. Συνολικά σαράντα δύο μέλη της ομάδας πέθαναν και περίπου οι μισοί από τους επιζώντες κατέφυγαν στον κανιβαλισμό.
Το πλήρωμα του Essex: Ο κανιβαλισμός μετά τον Μόμπι Ντικ
Ως γνωστό η ιστορία του Moby Dick είναι εμπνευσμένη από αληθινά γεγονότα. Ωστόσο, εκεί που τελειώνει το μυθιστόρημα, ξεκινάει η φρικτή ιστορία των ανδρών του πληρώματος του Essex.
Τον Νοέμβριο του 1820, το φαλαινοθηρικό πλοίο Essex είχε βγει στον Ειρηνικό και οι μικρές βάρκες όταν μια φάλαινα μήκους 85 ποδιών εμβόλισε το πλοίο δύο φορές προκαλώντας ανεπανόρθωτη ζημιά. Ο καπετάνιος Πόλαρντ, που είχε βγει με τις βάρκες για να κυνηγήσει φάλαινες, όταν επέστρεψε στο Essex έμαθε για το περιστατικό και διαπίστωσε το μέγεθος της ζημιάς. Η απόφαση που έλαβε ήταν να εγκαταλείψουν το πλοίο. Όμως αντί να κατευθυνθούν στα κοντινότερα νησιά, αποφάσισαν να κινηθούν προς τον νότο.
Τραγική ειρωνεία ήταν ότι απέφυγαν τα κοντινά νησιά φοβούμενοι πως θα κατοικούνταν από κανίβαλους. Το αλμυρό νερό κατέστρεψε το ψωμί και ο καυτός ήλιος καθιστούσε ανυπόφορη την κατάσταση πάνω στις τρεις βάρκες. Μετά από δύο εβδομάδες, εντόπισαν το νησί Henderson , αλλά ήταν άγονο. Τρία μέλη του πληρώματος αποφάσισαν να μείνουν σε αυτό αντί να ανέβουν ξανά στις βάρκες.
Ακολούθησε μια σφοδρή καταιγίδα που χτύπησε τις βάρκες. Το σκάφος του Όουεν Τσέις χωρίστηκε από τα άλλα δύο. Για να επιβιώσουν έφαγαν έναν από τους νεκρούς συναδέλφους. Τελικά διασώθηκαν από έναν βρετανό ταξιδευτή.
Τα άλλα δύο σκάφη τα πήγαν πολύ χειρότερα. Σε μία από τις βάρκες, τρεις άντρες φαγώθηκαν πριν τα δύο σκάφη χαθούν οριστικά. Τρεις σκελετοί βρέθηκαν αργότερα στο νησί Ducie, αλλά ποτέ δεν διαπιστώθηκε αν ήταν από το Essex . Η βάρκα με τον καπετάνιο Πόλαρντ είχε τη δυσκολότερη απόφαση. Έπαιξαν με σπασμένα ξυλάκια για να δουν ποιον θα πυροβολήσουν και θα φάνε. Ο Πόλαρντ κατέληξε να φάει τον δικό του ξάδερφο.
Όταν τελικά διασώθηκαν, πάνω στη βάρκα υπήρχαν μόνο δύο άνδρες, ο ένας εκ των οποίων ήταν ο Πόλαρντ. Οι άντρες είχαν τρελαθεί από τη δοκιμασία τους. Συνέχισαν να πιπιλίζουν κόκαλα καθώς πλησίαζαν το πλοίο, και όταν τους τραβούσαν, έβαλαν μερικά κόκαλα στις τσέπες τους. Οι τρεις άνδρες που έμειναν στο νησί Henderson διασώθηκαν αργότερα και οι επιζώντες του περιστατικού ενώθηκαν ξανά. Το 2015, κυκλοφόρησε μια ταινία που επαναδιηγείται αυτή την τραγική ιστορία, το «In the Heart of the Sea», με πρωταγωνιστές τους Chris Hemsworth και Cillian Murphy.
Κανιβαλισμός ψηλά στις Άνδεις
Ένα από τα πιο διάσημα περιστατικά στη σύγχρονη εποχή είναι η τρομακτική ιστορία της ομάδας ράγκμπι της Ουρουγουάης, το αεροπλάνο της οποίας συνετρίβη ψηλά στις Άνδεις. Στις 13 Οκτωβρίου 1972, η ομάδα ήταν καθ’ οδόν για τη Χιλή, όταν η πτήση τους συνετρίβη στα χιονισμένα βουνά. Από τους 45 επιβαίνοντες, οι 29 επέζησαν της αρχικής φρίκης. Αλλά τα πράγματα θα χειροτέρευαν.
Η δοκιμασία που ακολούθησε διήρκεσε 72 ημέρες. Στο μεγάλο υψόμετρο των Άνδεων, η πείνα άρχισε γρήγορα και μετά από λίγες μέρες, ένας από τους επιζώντες πήρε ένα κομμάτι γυαλιού και άρχισε να κόβει κομμάτια σάρκας από τους γλουτούς ενός συντρόφου τους. Ήταν ξεκάθαρο ότι θα έπρεπε να καταφύγουν στον κανιβαλισμό για να επιβιώσουν. Ο πιλότος είχε πεθάνει στη συντριβή και οι επιζώντες τον έφαγαν πρώτο καθώς δεν είχαν συναισθηματική σχέση μαζί του, αλλά σύντομα έπρεπε να φάνε και τους νεκρούς φίλους τους.
Αμέσως μετά, βρήκαν ένα ραδιόφωνο με τρανζίστορ και έμαθαν ότι η προσπάθεια αναζήτησης είχε διακοπεί. Αφού χτύπησε μια χιονοστιβάδα και σκότωσε άλλους οκτώ από τους επιζώντες, αποφασίστηκε να βγει μια ομάδα για να ζητήσει βοήθεια. Δύο άνδρες ξεκίνησαν δυτικά προς την κατεύθυνση της Χιλής. Περπάτησαν στην πλησιέστερη κορυφή, μια μνημειώδης προσπάθεια, αλλά δεν βρήκαν κανένα ίχνος πολιτισμού.
Παραιτημένοι στη μοίρα τους, ξεκίνησαν την κατάβαση σίγουροι πως το τέλος τους πλησιάζει. Άκουσαν τον ήχο του ορμητικού νερού και βρήκαν ένα ποτάμι. Δίπλα στο ποτάμι, βρήκαν ένα άδειο κουτάκι σούπας, ένα πέταλο, ένα κοπάδι αγελάδες και, τέλος, έναν άνθρωπο. Χιλιανά στρατιωτικά ελικόπτερα απεστάλησαν και στις 22 Δεκεμβρίου 16 επιζώντες διασώθηκαν. Το 1993 κυκλοφόρησε η ταινία «Alive!» που παρουσιάζει τα γεγονότα της τραγικής ιστορίας.