Τα βίαια επεισόδια που έχουν σημειωθεί το τελευταίο διάστημα σε δημόσιες πισίνες, κυρίως στο Βερολίνο, απασχολούν πλέον σοβαρά τις κρατιδιακές και τις ομοσπονδιακές αρχές. Στο θέμα παρενέβη σήμερα και ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, τονίζοντας ότι «ως κράτος δεν θα ανεχτούμε συμπεριφορά αντίθετη προς τους κανόνες μας».
Η δημόσια πισίνα Columbiabad του Νοϊκέλν στο Βερολίνο έχει κατ’ επανάληψη μετατραπεί σε πεδίο μάχης, κυρίως μεταξύ νεαρών ανδρών μεταναστευτικού υπόβαθρου και εργαζόμενων στις εγκαταστάσεις. Από το περασμένο Σαββατοκύριακο, η πισίνα παραμένει κλειστή, με απόφαση της κρατιδιακής κυβέρνησης. «Δεν θα ανεχτούμε ένα μικρό μέρος των λουτρών μας να εξελιχθεί σε χώρο παρανομίας», δήλωσε σχετικά ο Κυβερνήτης/Δήμαρχος του Βερολίνου Κάι Βέγκνερ (CDU), άφησε ωστόσο ανοιχτό το ζήτημα των επιπλέον μέτρων που θα πρέπει να ληφθούν, ενώ εμφανίστηκε μάλλον επικριτικός στην εντονότερη παρουσία της αστυνομίας στους χώρους.
Ήδη τον περασμένο μήνα οι εργαζόμενοι στις δημόσιες πισίνες του Βερολίνου είχαν με επιστολή τους προειδοποιήσει ότι ο αριθμός και η φύση των περιστατικών καθιστούν δυσβάσταχτες τις συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων. «Τα περιστατικά λαμβάνουν αφόρητες διαστάσεις και ο κανονισμός λειτουργίας παραβιάζεται συνεχώς και εσκεμμένα», έγραφαν οι εργαζόμενοι και δήλωναν «ψυχολογικά τρομοκρατημένοι», σύμφωνα με την εφημερίδα «Tagesspiegel».
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα, οι εργαζόμενοι, αλλά και γυναίκες και άτομα ΛΟΑΤΚΙ+ δέχονται πλέον καθημερινά φραστικές επιθέσεις, εκφοβισμό, απειλές βίας, αλλά και σωματικές προσβολές. Πολύ συχνά θαμώνες σπρώχνουν ή φτύνουν το προσωπικό ασφαλείας. Στην επιστολή τους, οι εργαζόμενοι κάνουν ακόμη λόγο για υποστελέχωση και ζητούν συνεχή παρουσία της αστυνομίας στις πισίνες και είσοδο μόνο για οικογένειες με παιδιά, ειδικά για τις ώρες αιχμής.
Εντονότερη αστυνομική παρουσία ζήτησε και ο αρχηγός «του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Φρίντριχ Μερτς. «Μας εκπλήσσει αυτό που συμβαίνει. Πρόκειται προφανώς για μεγάλες ομάδες ασυγκράτητων νέων, με ή χωρίς μεταναστευτικό υπόβαθρο. Δεν θα αποφύγουμε τη μεγαλύτερη παρουσία της αστυνομίας», δήλωσε.
Η Αστυνομική Ένωση Βερολίνου (GdP) από την άλλη πλευρά θεωρεί λογικό μέτρο τον περιορισμό της πρόσβασης στις δημόσιες πισίνες, αλλά όχι και τη συνεχή παρουσία της αστυνομίας. Ο επικεφαλής της GdP Μπένγιαμιν Γιέντρο αναφέρθηκε σε «νεαρούς φορτωμένους τεστοστερόνη και έτοιμους για καβγά», ζήτησε την πρόσληψη επιπλέον προσωπικού ασφάλειας και δήλωσε χαρακτηριστικά: «Είναι πάντα εύκολο να απαιτεί κανείς την παρουσία της αστυνομίας. Και αυτό είναι ασφαλώς σωστό, όταν πρόκειται για αδικήματα. Αλλά οι αστυνομικοί δεν είναι ούτε ναυαγοσώστες ούτε προσωπικό ασφαλείας». Στο ίδιο πνεύμα, ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Ένωσης Γιόχεν Κόπελκε δήλωσε ότι «δεν είναι δουλειά της αστυνομίας να προστατεύει τις νεροτσουλήθρες ή να περιπολεί σε χώρους ηλιοθεραπείας».
Ερωτώμενος σχετικά ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς έκανε λόγο για «μια ποιότητα ζωής την οποία απολαμβάνουμε στη Γερμανία και αυτό είναι πολύ σημαντικό, για αυτό και πρέπει να αντιδρούμε σε τέτοια περιστατικά και όχι να σηκώνουμε αδιάφορα τους ώμους – και με την αστυνομία». Σε ερώτηση εάν τα περιστατικά αναδεικνύουν ελλείμματα στη διαδικασία ενσωμάτωσης των μεταναστών, τόνισε: «Αν κάνεις κάτι τέτοιο, δεν συμπεριφέρεσαι σύμφωνα με τους κανόνες μας. Και αυτό είναι κάτι για το οποίο πρέπει – δικαίως – να διαμαρτυρηθούμε. Είναι απολύτως ορθό να προκύψουν συνέπειες για αυτές τις πράξεις. Πρέπει να βρισκόμαστε εκεί και να καθιστούμε σαφές ότι ως κράτος δεν θα το ανεχτούμε».