Ένα νέο όπλο ρίχνεται από τη Ρωσία στα πεδία μαχών της Ουκρανίας. Πρόκειται για τα άρματα μάχης «T-14», τα οποία αναμένεται να συμμετάσχουν σε επιχειρήσεις το επόμενο διάστημα, με φόντο και τις προετοιμασίες για μια ενδεχόμενη ουκρανική αντεπίθεση.
Οι πληροφορίες έρχονται από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Ρωσίας (RIA). Σύμφωνα με όσα αναφέρονται, τα εν λόγω άρματα μάχης έχουν ενισχυμένη θωράκιση, ενώ τα πληρώματά τους έχουν εκπαιδευτεί σε πεδία της Ουκρανίας. Τα άρματα «Τ – 14» (κεντρική φωτογραφία) διαθέτουν έναν μη επανδρωμένο πυργίσκο και τα όπλα που φέρειελέγχονται από «μια απομονωμένη θωρακισμένη κάψουλα που βρίσκεται στο μπροστινό μέρος του κύτους». Η μέγιστη ταχύτητά τους είναι τα 80χλμ ανά ώρα.
Αν και πρόκειται θεωρητικά για ένα υπερσύγχρονο όπλο, η αξιοπιστία του τίθεται εν αμφιβόλω, καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει χρησιμοποιηθεί σε μάχες. Τον Ιανουάριο, σύμφωνα με το Reuters, η υπηρεσία πληροφοριών του βρετανικού στρατού ανέφερε πως οι ρωσικές δυνάμεις στην Ουκρανία ήταν απρόθυμες να δεχτούν την πρώτη δόση των αρμάτων μάχης λόγω της «κακής κατάστασής τους».
Ανέφεραν επίσης πως μια πιθανή ανάπτυξη των «Τ – 14» στα πεδία των μαχών θα ήταν «μια απόφαση υψηλού ρίσκου» και θα εξυπηρετούσε κυρίως «προπαγανδιστικούς λόγους». «Η παραγωγή των αρμάτων είναι περιορισμένη, ενώ οι διοικητές είναι απίθανο να εμπιστευτούν τα συγκεκριμένα οχήματα στη μάχη», ισχυριζόταν η υπηρεσία πληροφορίων του βρετανικού στρατού, υποστηρίζοντας πως «έντεκα χρόνια μετά την ανάπτυξή τους, το πρόγραμμα έχει καθυστερήσει, ο στόλος έχει περιοριστεί και υπάρχουν αναφορές για προβλήματα κατασκευής».
Όπως σημειώνει το Reuters, επικαλούμενο ρωσικά ΜΜΕ, το Κρεμλίνο είχε σχεδιάσει την παραγωγή 2.300 άρματα μάχης «T – 14» έως το 2020, ωστόσο το πρόγραμμα επεκτάθηκε τελικά έως το 2025. Όταν το νέο άρμα είχε παρουσιαστεί το 2015, οι κατασκευαστές του είχαν υποστηρίξει πως θα πρόκειται για ένα «αόρατο» όπλο, καθώς δεν θα ανιχνεύεται από τα ραντάρ και την υπέρυθρη ακτινοβλία, βάσει της τεχνολογίας stealth. «Ουσιαστικά φτιάξαμε το αόρατο τανκ», είχαν υποστηρίξει.
Αρκετοί ειδικοί ωστόσο είχαν εκφράσει επιφυλάξεις για τους εν λόγω ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας πως η σύγχρονη τεχνολογία των ραντάρ μπορεί να εντοπίσει την κίνηση του οχήματος, την πυροδότηση των όπλων, αλλά ακόμα και την εξάτμιση του κινητήρα, ο οποίος απαιτείται για να κινηθεί ένα όχημα βάρους 50 τόνων. Πάντως το «T – 14» φαίνεται πως έχει υποβληθεί σε βελτιώσεις βάσει και της εμπειρίας του ρωσικού στρατού από τις ανάγκες του πολέμου της Ουκρανίας.
Η Ουκρανία περιμένει τα όπλα των Δυτικών για την αντεπίθεση
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια ακόμη κίνηση ενίσχυσης του εξοπλισμού του ρωσικού στρατού, την ώρα που τα ουκρανικά αιτήματα για παροχή περισσότερων και πιο εξελιγμένων οπλικών συστημάτων αλλά και μαχητικών αεροσκαφών από τη Δύση ικανοποιούνται – στην παρούσα φάση – μερικώς, με καθυστερήσεις και με διστακτικότητα.
Ο λόγος είναι τόσο η επιχειρησιακή ικανότητα των ουκρανικών δυνάμεων, όσο – και κυρίως – ο κίνδυνος μιας ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης που θα μπορούσε να επιφέρει η χρήση προηγμένων όπλων μεγάλου βεληνεκούς από το Κίεβο. Ένα ισχυρό χτύπημα στο εσωτερικός της Ρωσίας ή το ενδεχόμενο μιας ήττας εκτιμάται πως θα μπορούσε να προκαλέσει μια πιο ακραία αντίδραση από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώ πάντα υπάρχει ο φόβος ακόμη και χρήσης τακτικών πυρηνικών όπλων. Επίσης μια επίθεση με νατοϊκά όπλα στη ρωσική επικράτεια, στην οποία κατά το Κρεμλίνο περιλαμβάνεται και η Κριμαία, εκτιμάται από Αμερικανούς πως θα μπορούσε να δώσει την αφορμή στην Κίνα να προχωρήσει στην παροχή εξοπλισμού στη Ρωσία.
Οι Δυτικοί έχουν προσφέρει περισσότερα από 150 δισ. δολάρια στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία από την αρχή του πολέμου, με ορισμένους να εκφράζουν προβληματισμούς και επιφυλάξεις για τις δυνατότητες να συνεχιστεί μια τέτοιου μεγέθους υποστήριξη για μεγάλο διάστημα. Το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε πως «σύμμαχοι και εταίροι της Συμμαχίας παρέδωσαν 230 άρματα μάχης και 1.550 τεθωρακισμένα, δηλαδή το 98% του υπεσχημένου υλικού» στο Κίεβο.
Ο ουκρανικός στρατός είναι σαφώς σε καλύτερη κατάσταση συγκριτικά με πριν ένα χρόνο, όταν ξεκινούσε η ρωσική εισβολή. Όμως μέρος των όπλων που έχουν προσφερθεί από τους Δυτικούς δεν βρίσκεται ακόμα στο μέτωπο και άλλα απλά αντικατέστησαν ουκρανικό εξοπλισμό που καταστράφηκε. Ενδεικτική είναι οι μαρτυρίες ουκρανών στρατιωτών από το μαρτυρικό Μπαχμούτ, που αναφέρουν στο BBC πως ξεμένουν από πυρομαχικά και υποστήριξη.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ζητάει – σε κάθε ευκαιρία και σε κάθε τόνο – επιπλέον ενίσχυση για να προχωρήσει στην μεγάλη αντεπίθεση, η οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί καθοριστική για την εξέλιξη του πολέμου. «Περιμένουμε τα όπλα των συμμάχων. Η αντεπίθεση δεν μπορεί να ξεκινήσει ακόμα – δεν μπορούμε να στείλουμε τους γενναίους στρατιώτες μας στην πρώτη γραμμή χωρίς άρματα μάχης, πυροβολικό και ρουκέτες μεγάλου βεληνεκούς», είχε δηλώσει πρόσφατα ο Ουκρανός πρόεδρος.
Οι δυσκολίες της αντεπίθεσης και η «εξαπάτηση»
Σύμφωνα με το Politico, οι ουκρανοί αξιωματούχοι φαίνεται να γνωρίζουν καλά πως για να κριθεί ως επιτυχημένη η αντεπίθεση θα πρέπει να ανακαταληφθούν πολλά εδάφη και κυρίως στο νότιο και ανατολικό μέτωπο. Οι φιλοδοξίες για κατάληψη της Κριμαίας, τις οποίες εκφράζουν δημόσια ορισμένοι ουκρανοί αξιωματούχοι, κρίνονται από τους Δυτικούς ως ανυπόστατες, ενώ οι ΗΠΑ – όπως προκύπτει από την πρόσφατη διαρροή απόρρητων εγγράφων του Πενταγώνου – εκτιμούν πως τα εδαφικά κέρδη με βάση τα σημερινά δεδομένα θα είναι «μέτρια».
Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να ενισχύσει την επιφυλακτικότητα της Δύσης για τη συνέχιση του πολέμου και του εξοπλισμού της Ουκρανίας, και εν τέλει να ωθήσει τις παρασκηνιακές κινήσεις, οι οποίες ήδη έχουν ξεκινήσει από ορισμένους συμμάχους, για πίεση προς την Ουκρανία και τη Ρωσία να προχωρήσουν σε ειρηνευτικές συνομιλίες.
Επί του παρόντος η Μόσχα προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο της ουκρανικής αντεπίθεσης, δημιουργώντας γραμμές άμυνες 800 και πλέον χιλιομέτρων, ενίοτε τριών γραμμών, με τάφρους, πολυβολεία και ναρκοπέδια.
Η ακριβής τοποθεσία όπου θα γίνει η ουκρανική αντεπίθεση μπορεί να μην έχει αποφασιστεί ακόμη ή μπορεί το Κίεβο να επιδίδεται στην «εξαπάτηση» για την οποία έγραφε ο Σουν Τσου στην «Τέχνη του Πολέμου». «Όταν είμαστε σε θέση να επιτεθούμε, πρέπει να φαινόμαστε ανίκανοι. Όταν κινητοποιούμε τις δυνάμεις μας, πρέπει να φαινόμαστε ανενεργοί. Όταν είμαστε κοντά, πρέπει να κάνουμε τον εχθρό να πιστέψει ότι είμαστε μακριά. Όταν είμαστε μακριά, πρέπει να τον κάνουμε να πιστέψει ότι είμαστε κοντά», ανέφερε.
Όλες οι πλευρές γνωρίζουν πως τα λάθη θα είναι μοιραία και πως οι δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος για τους Ουκρανούς είναι πολλές. Όπως εξηγούν αναλυτές στρατιωτικών επιχειρήσεων, ο ουκρανικός στρατός θα πρέπει να επιτίθεται και ταυτόχρονα να καλύπτει τα νώτα του και να διασφαλίζει την τροφοδοσία της πρώτης γραμμής.