Σε δικαστήριο του Σαν Χοσέ παραδόθηκε την Παρασκευή ο πρώην πρόεδρος του Περού, Αλεχάντρο Τολέδο, αφότου δικαστής της Καλιφόρνιας διέταξε προ ημερών να τεθεί υπό κράτηση, κατόπιν της απόρριψης της προσφυγής για την αποτροπή της έκδοσής του στην πατρίδα του, την οποία η Λίμα ζητούσε από το 2018 και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ την ενέκρινε τον Φεβρουάριο.
Ο 77χρονος Τολέδο κατηγορείται από την περουβιανή δικαιοσύνη για διαφθορά: φέρεται να έλαβε 20 εκατομμύρια δολάρια στη διάρκεια της προεδρικής του θητείας (2001-2006) από τον βραζιλιάνικο κατασκευαστικό όμιλο Odebrecht με αντάλλαγμα αναθέσεις δημοσίων έργων.
Μετά την έκδοση εντάλματος για τη σύλληψή του, το 2017, ο Τολέδο διέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Είχε συλληφθεί το 2019 στις ΗΠΑ, αφού εργάστηκε στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, από το οποίο είχε πάρει διδακτορικό. Αρχικά φυλακίστηκε, κατόπιν του επιβλήθηκε κατ’ οίκον κράτηση στο Σαν Φρανσίσκο, ενώ ήταν υποχρεωμένος να φοράει ηλεκτρονικό βραχιόλι παρακολούθησης.
Εάν καταδικασθεί από την περουβιανή δικαιοσύνη, αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 20 ετών. Ο ίδιος αρνείται τις κατηγορίες που του προσάπτονται και υποστηρίζει ότι είναι θύμα πολιτικής δίωξης. Η εισαγγελέας Σιλβάνα Καριόν δήλωσε στο τηλεοπτικό δίκτυο Canal N ότι θεωρεί πως η έκδοση του Αλεχάντρο Τολέδο στο Περού θα ολοκληρωθεί εντός του προσεχούς τριημέρου.
Ο Τολέδο αναμένεται να οδηγηθεί στη φυλακή όπου κρατούνται άλλοι δύο πρώην πρόεδροι του Περού, ο Αλμπέρτο Φουχιμόρι και ο Πέδρο Καστίγιο. Είναι ένας από τους επτά πρώην προέδρους του Περού που έχουν καταδικαστεί ή βρεθεί αντιμέτωποι με ποινικές διώξεις για διαφθορά: ο κατάλογος περιλαμβάνει ακόμη τους Αλμπέρτο Φουχιμόρι (1990-2000), Ογιάντα Ουμάλα (2011-2016), Πέδρο Πάμπλο Κουτσίνσκι (2016-2018), Μαρτίν Βισκάρα (2018-2020) και Πέδρο Καστίγιο (2021-2022). Άλλος ένας πρώην πρόεδρος, ο Άλαν Γκαρσία, αυτοκτόνησε για να αποφύγει τη σύλληψη το 2019.
Η υπόθεση Odebrecht είναι το μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς στη Λατινική Αμερική. Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, ο βραζιλιάνικος κατασκευαστικός όμιλος είχε δωροδοκήσει πολιτικούς και επιχειρηματίες από 12 χώρες, δαπανώντας συνολικά σχεδόν 800 εκατομμύρια δολάρια.