Ο Ντόναλντ Τραμπ θα προσέλθει την Τρίτη, 4 Απριλίου, στην αίθουσα του δικαστή Χουάν Μέρτσαν για να δώσει τις δικές του εξηγήσεις σχετικά με τα χρήματα που καταβλήθηκαν στην ηθοποιό πορνογραφικών ταινιών Στόρμι Ντάνιελς πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ.
Σε βάρος του Τραμπ έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, όμως οι ακριβείς κατηγορίες που του έχουν απαγγελθεί δεν έχουν γίνει δημόσια γνωστές.
Μετά την επίσημη απαγγελία κατηγοριών, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Τραμπ θα απελευθερωθεί χωρίς περιοριστικούς όρους. Το σενάριο αυτό βασίζεται, όμως, στην προθυμία του Τραμπ να παραδοθεί, κάτι που δεν συνάδει με την εριστική ψυχοσύνθεσή του.
Την ίδια στιγμή, ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον Ντε Σάντις, έχει δηλώσει ότι εάν ο Τραμπ αρνηθεί να παραδοθεί, «η Φλόριντα δεν θα εξυπηρετήσει αίτημα της Νέας Υόρκης για έκδοση του τέως προέδρου».
Η δίωξη του Τραμπ στηρίχθηκε στην ομολογία του πρώην δικηγόρου του, Μάικλ Κοέν, για καταβολή χρηματικού ποσού ύψους 130.000 δολαρίων στην πρώην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2016, προκειμένου αυτή να αποκρύψει εξωσυζυγική σχέση που είχε συνάψει με τον Τραμπ.
Το 2018, ο Κοέν δήλωσε ένοχος για παραβίαση της ομοσπονδιακής νομοθεσίας προεκλογικών δαπανών, καθώς τα χρήματα που εξαγόρασαν τη σιωπή της πορνοστάρ χαρακτηρίστηκαν από τη δικαιοσύνη «παράνομες προεκλογικές δαπάνες». Λίγες ημέρες μετά την ομολογία του Κοέν, η ομοσπονδιακή εισαγγελία της Νέας Υόρκης εγκαινίασε δική της έρευνα γύρω από την υπόθεση.
Στην ομολογία του, ο Κοέν κατονόμασε τον Τραμπ ως εντολέα της πληρωμής της Στόρμι Ντάνιελς, ισχυρισμό τον οποίο επιβεβαίωσε η εισαγγελική έρευνα.
Ο αρμόδιος δικαστής Χουάν Μέρτσαν μπορεί να χαρακτηρίσει τα στοιχεία ανεπαρκή για τη στοιχειοθέτηση κακουργήματος, υποβαθμίζοντας το κατηγορητήριο σε αδικήματα πταισματικού χαρακτήρα.
Πέρυσι ο δικαστής Μέρτσαν επέβλεψε τη δίκη της Trump Organization που έληξε με την καταδίκη της εταιρίας ακινήτων του Ντόναλντ Τραμπ από σώμα ενόρκων για φοροδιαφυγή και την επιβολή προστίμων, ενώ ένα από τα επί μακρόν στελέχη της, ο Άλεν Βάισελμπεργκ, ομολόγησε την ενοχή του και στάλθηκε στη φυλακή.
Ο Μέρτσαν επέβαλε στην Trump Organization να πληρώσει 1,6 εκατ. δολάρια μετά την καταδίκη της εταιρίας τον Δεκέμβριο. Ο δικαστής καταδίκασε επίσης τον Βάισελμπεργκ, που ήταν επί μακρόν στέλεχος επί Τραμπ αλλά ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη, σε φυλάκιση πέντε μηνών.
Την Παρασκευή ο Τραμπ, ο οποίος δεν είχε κατηγορηθεί στην υπόθεση της εταιρίας του, επιτέθηκε στον Μέρτσαν από την πλατφόρμα του, Truth Social.
«Ο Δικαστής ‘που του ανατέθηκε’ η Υπόθεσή μου στο Κυνήγι Μαγισσών, μια “Υπόθεση” ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΤΕ ΠΡΙΝ, ΜΕ ΜΙΣΕΙ», έγραψε ο Τραμπ, ο οποίος ξεκίνησε εκστρατεία για την επάνοδό του στην προεδρία το 2024. «Εκφόβισε τον Άλεν, κάτι που δεν επιτρέπεται να κάνει ένας δικαστής, και μεταχειρίστηκε τις εταιρίες μου, που δεν “παρακάλεσαν”, ΑΓΡΙΑ».
Ο Μέρτσαν δεν απάντησε σε αίτημα για σχόλια.
Ο Μέρτσαν είναι δικαστής στο πλημμελιοδικείο του Μανχάταν από το 2009, αφού υπηρέτησε προηγουμένως στο ειρηνοδικείο και στο οικογενειακό δικαστήριο στο Μπρονξ.
Ο δικαστής γεννήθηκε στην Κολομβία και μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ηλικία έξι ετών όπου μεγάλωσε στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, σύμφωνα ειδησεογραφικές αναφορές. Ο Μέρτσαν αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Χόφστρα και ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στον γραφείο του εισαγγελέα που προσάγει τώρα τον Τραμπ.
Ο Μέρτσαν ήταν πρόεδρος το 2022 στη λεγόμενη υπόθεση «Soccer Mom Madam» Άννα Κριστίνα, που κέρδισε πηχυαίους τίτλους στα νεοϋρκέζικα μέσα ενημέρωσης. Η Κριστίνα κατηγορήθηκε ότι διαχειριζόταν έναν πολυτελή οίκο ανοχής από το διαμέρισμά της στο Μανχάταν και εντέλει δήλωσε ένοχη.
Το 2011, ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Τσαρλς Σούμερ της Νέας Υόρκης συνέστησε στον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να διορίσει τον Μέρτσαν ομοσπονδιακό δικαστή στο Μπρούκλιν, λέγοντας πως θα ήταν ο πρώτος ομοσπονδιακός δικαστής που έχει γεννηθεί στην Κολομβία, σύμφωνα με τη New York Law Journal. Ο Μέρτσαν δεν διορίστηκε στη θέση αυτή.