Μπορεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο ενόψει των εκλογών του Μαΐου, όμως το Politico εκτιμά ότι «δεν θα τον ξεφορτωθούμε εύκολα», προειδοποιώντας ότι «αν αισθανθεί την ήττα, κανείς δεν πρέπει να περιμένει ότι θα φύγει ήσυχα».
Αναλυτικά το δημοσίευμα της αμερικάνικης ιστοσελίδας:
Σε κάθε δίκαιη εκλογική διαδικασία, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι βέβαιο ότι θα όδευε σε εκλογική ήττα. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς, οι προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές της Τουρκίας τον Μάιο δεν θα τηρούν τους κανόνες του Queensberry (έναν κώδικα γενικά αποδεκτών κανόνων στο άθλημα της πυγμαχίας) και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως τέτοιες.
Εκ πρώτης όψεως, ο Ερντογάν φαίνεται να αντιμετωπίζει τις πιο δύσκολες εκλογές των τελευταίων 20 χρόνων του στην εξουσία, ειδικά εάν το μπλοκ της αντιπολίτευσης ενωθεί και κάνει εκστρατείες με συνεκτικό, ενωμένο τρόπο, αξιοποιώντας δυνάμεις και εστιάζοντας αμείλικτα στον υπέρτατο στόχο της εκδίωξης του Ερντογάν. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης της Τουρκίας, ο Kεμάλ Κιλιτσντάρογλου που δεν είναι καν ο πιο χαρισματικός από τους πολιτικούς, προηγείται του νυν προέδρου με πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες, με τις εκλογές να διεξάγονται σε λίγες εβδομάδες.
Οι επιπτώσεις του φονικού σεισμού
Και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η εξακομματική συμμαχία Nation Alliance φαίνεται ότι θα μπορούσε να αποκτήσει μεγαλύτερο αριθμό εδρών έναντι του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν και του σκληρού δεξιού εταίρου του, του Εθνικιστικού Κινήματος (MHP). Είναι επίσης δύσκολο να δούμε πώς μπορεί ο Ερντογάν να γεφυρώσει το χάσμα, ενώ η νότια Τουρκία βράζει από την ανεπαρκή απάντηση της κυβέρνησης στον τεράστιο σεισμό του περασμένου μήνα.
Η φονική καταστροφή έχει προκαλέσει μέχρι στιγμής περίπου 48.000 νεκρούς και έχει πυροδοτήσει εξαγριωμένες καταγγελίες ότι η τραγωδία επιδεινώθηκε λόγω κακού πολεοδομικού σχεδιασμού και λανθασμένης επιβολής των οικοδομικών κωδίκων, όλα σε συνδυασμό με αμελή σχεδιασμό διαχείρισης κρίσεων.
Όταν ένας τεράστιος σεισμός ταρακούνησε την περιοχή İzmit κοντά στην Κωνσταντινούπολη το 1999, ο τότε πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετζεβίτ, αμήχανος μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής, είχε καταδικαστεί ευρέως επειδή απέτυχε να κινητοποιηθεί αρκετά γρήγορα. Περίπου 18.000 άνθρωποι πέθαναν σε εκείνη την καταστροφή και η κατακραυγή βοήθησε να ανοίξει ο δρόμος για τη συντριπτική νίκη του AKP στις επόμενες εκλογές. Η αντιπολίτευση τώρα ελπίζει ότι ο σεισμός του περασμένου μήνα μπορεί να είναι αρκετός για να τερματίσει με τον ίδιο τρόπο τη διακυβέρνηση του Ερντογάν.
Το «περίεργο» οικονομικό μοντέλο Ερντογάν
Επιπλέον, η οικονομική διαχείριση του Ερντογάν ήταν περίεργη. Χάρη στην εκκεντρική νομισματική πολιτική του για μείωση των επιτοκίων εν μέσω του αυξανόμενου πληθωρισμού, η Τουρκία έχει κλονιστεί από τον ραγδαίο πληθωρισμό, φτάνοντας σε ρεκόρ 24 ετών το περασμένο φθινόπωρο όταν έφτασε στο 85%,αν και τώρα έχει υποχωρήσει στο 55%.
Κτυπημένο από τους οικονομικούς «αντίθετους ανέμους» και την ιδιότυπη σκέψη του Ερντογάν, το νόμισμα της Τουρκίας έχει χάσει το 60% της αξίας του έναντι του δολαρίου από τις αρχές του 2021. Και έχει καταγράψει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και εμπορικό έλλειμμα που διευρύνθηκε στο 38%. Η πίεση του κόστους ζωής διώχνει τη μεσαία τάξη από τον τρόπο ζωής που ήξερε και βυθίζει τους φτωχούς σε βαθύτερη απόγνωση. Πώς τότε, σε αυτό το πλαίσιο, μπορεί να κερδίσει ο Ερντογάν;
Πρώτα και κύρια, ο Τούρκος πρόεδρος έχει τεράστια πλεονεκτήματα ως ηγέτης του κατεστημένου και μάλιστα ιδιαίτερα εκφοβιστικός και αδίστακτος. Ο Ερντογάν έχει εδραιώσει την ισχύ του την Τουρκία. Κατά τη διάρκεια των δύο δεκαετιών στην εξουσία του, αναμόρφωσε τη χώρα με τη βοήθεια του υφέρποντα εξισλαμισμού, ενώ αποδυνάμωσε το κοινοβουλευτικό σύστημα, μετατρέποντάς το σε προεδρικό που ισοδυναμεί με μονοπρόσωπη διακυβέρνηση.
Ο σύγχρονος «σουλτάνος» της Τουρκίας έχει «εκκαθαρίσει» τα δικαστήρια, τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου, τις δημόσιες υπηρεσίες, τις υπηρεσίες πληροφοριών, τις ένοπλες δυνάμεις και τα μέσα ενημέρωσης, και τα έχει γεμίσει με πιστούς του. Ο Τούρκος πρόεδρος εκμεταλλεύτηκε επίσης σε μεγάλο βαθμό ένα αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα για να επιταχύνει τη διαμόρφωση του «συστήματος Ερντογάν».
Κατά την άφιξή του στο αεροδρόμιο Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης μετά το πραξικόπημα του 2016, ορκίστηκε εκδίκηση για τους συνωμότες. «Θα πληρώσουν βαρύ τίμημα για αυτό», είπε. «Αυτή η εξέγερση είναι ένα δώρο από τον Θεό σε εμάς». Ο Ερντογάν ποτέ δεν δίστασε να τραβήξει τους μοχλούς εξουσίας που είχε στη διάθεσή του, και όσοι τον παρακολουθούν για χρόνια δεν έχουν καμία αμφιβολία ότι θα τους τραβήξει εκ νέου, όπως ένας κακόβουλος Μάγος του Οζ.
«Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν πρέπει να αφήσουν την ελπίδα τους να θολώσει το όραμά τους», προειδοποίησε ο Σινάν Σίντι, αναπληρωτής καθηγητής σπουδών εθνικής ασφάλειας και συγγραφέας του βιβλίου «Ο Κεμαλισμός στην Τουρκική Πολιτική».
Το σύστημα που δημιούργησε θα του προσφέρει τη νίκη
Σε ένα έγγραφο του Ιδρύματος για την υπεράσπιση των δημοκρατιών, ο Σίντι υποστήριξε ότι ο Ερντογάν «μπορεί να κερδίσει χωρίς να νοθεύσει την ψήφο». Η νοθεία στις κάλπες, η λανθασμένη καταμέτρηση μπορεί να μην είναι απαραίτητα,το σύστημα που δημιούργησε μπορεί να του προσφέρει τη νίκη που χρειάζεται. Και τα μέσα ενημέρωσης θα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των προσπαθειών του συστήματος Ερντογάν να εξασφαλίσει τη νίκη.
Το έρεισμα του Ερντογάν στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης είναι τρομακτική. «Τα μεγαλύτερα brands των μέσων ενημέρωσης ελέγχονται από εταιρείες και ανθρώπους κοντά στον Ερντογάν και το Κόμμα του, μετά από μια σειρά εξαγορών που ξεκίνησαν το 2008», κατέληξε μια έρευνα του Reuters. Ο αυστηρός ιεραρχικός συντακτικός έλεγχος συντονίζεται απευθείας από την κορυφή, με τον πρώην ακαδημαϊκό Φαχτρετίν Αλτούν, επικεφαλής της Διεύθυνσης Επικοινωνιών της κυβέρνησης, να επιβλέπει τις οδηγίες που αποστέλλονται στα δημοσιογραφικά γραφεία.
Για παράδειγμα, όταν ο γαμπρός του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, παραιτήθηκε από υπουργός Οικονομικών το 2020 σε μια άνευ προηγουμένου ρήξη στον στενό κύκλο του Τούρκου ηγέτη, τα δημοσιογραφικά γραφεία της χώρας κλήθηκαν να μην αναφέρουν την παραίτηση μέχρι να «δώσει το πράσινο φως» η κυβέρνηση.
Έτσι, η αντιπολίτευση μένει με λίγα ανεξάρτητα τουρκικά μέσα, όπως το Medyascope και το Halk TV. Αλλά καθώς επικεντρώνονται περισσότερο στην εσωτερική πολιτική του μπλοκ της αντιπολίτευσης, εάν ξεσπάσουν εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των κομμάτων —όπως έγινε με την επιλογή του Kιλιτσντάρογλου ως κοινού υποψηφίου τους— είναι πιθανό να βυθιστούν σε εσωτερικές διαμάχες, με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν από το μεγάλο στόχο.
Ο ρόλος των μίντια
Μπορούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να βοηθήσουν να σπάσει ο ασφυκτικός κλοιός του Ερντογάν στα μέσα ενημέρωσης; Οι Τούρκοι μεταναστεύουν «προς διαδικτυακές πηγές ειδήσεων που η κυβέρνηση είναι λιγότερο ικανή να ελέγξει», σημείωσε το Κέντρο Αμερικανικής Προόδου σε μια μελέτη του 2020. «Ωστόσο, ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν προσφέρει μια εναλλακτική λύση στις φιλοκυβερνητικές φωνές που κυριαρχούν στην τηλεόραση και τα έντυπα μέσα ενημέρωσης, είναι επίσης ένας ανάμεικτος σάκος από γεγονότα, μισές αλήθειες και εμπρηστική παραπληροφόρηση», σημείωσαν οι συγγραφείς της μελέτης.
Φυσικά, η κυβέρνηση έχει κάνει επίσης πολλά για να ελέγξει και να λογοκρίνει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με τη βουλή να ψηφίζει ακόμη πιο περιοριστική νομοθεσία τον Οκτώβριο. «Με έναν νέο αμφιλεγόμενο νόμο για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι τουρκικές αρχές έχουν πλέον το δικαίωμα να ελέγχουν και, εάν είναι απαραίτητο, να περιορίζουν την διαδικτυακή ελευθερία του λόγου με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι σε οποιαδήποτε δημοκρατία — ή ακόμη και στην Τουρκία πριν από μερικά χρόνια», αναφέρει το Ινστιτούτο Brookings.
Επιπλέον, όταν οι έλεγχοι αποτυγχάνουν, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος φυλάκισης με αδύναμες, αόριστες κατηγορίες για συκοφαντική δυσφήμιση ή προσβολή του προέδρου ή κυβερνητικών αξιωματούχων, οι οποίες έχουν ήδη οδηγήσει στη φυλακή 43 δημοσιογράφους μαζί με πολιτικούς της αντιπολίτευσης.
Και αν συμβεί το αδιανόητο και το σύστημα αποτύχει να προσφέρει στον Ερντογάν τη νίκη τη νύχτα των εκλογών, πώς μπορεί να αντέξει να χάσει; Οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης έχουν ήδη καταστήσει σαφές ότι, αν νικήσουν θα τον πιέσουν να αντιμετωπίσει κατηγορίες διαφθοράς και κατάχρησης εξουσίας μαζί με μέλη της οικογένειάς του, για να μην αναφερθεί ο στενός του κύκλος.
«Αν ο Ερντογάν αισθανθεί την ήττα, κανείς δεν πρέπει να περιμένει ότι θα φύγει ήσυχα», λέει ο Σίντι. «Εάν η ήττα φαίνεται επικείμενη, δικαστές και εκλογικοί αξιωματούχοι πιστοί στον Ερντογάν μπορεί να ανατρέψουν τα αποτελέσματα, όπως προσπάθησαν να κάνουν ακυρώνοντας τα αποτελέσματα των εκλογών για τη δημαρχία της Κωνσταντινούπολης το 2019.
Ή μπορεί ακόμη και να βασίζεται στην αστυνομία και τις ένοπλες δυνάμεις. Πράγματι, μπορεί να μην παραιτηθεί από την εξουσία αφού έχει χάσει τις εκλογές», πρόσθεσε. Καθώς ο Μάιος πλησιάζει, η τουρκική αντιπολίτευση και οι δυτικοί σύμμαχοι της Τουρκίας έχουν πολλούς λόγους να ανησυχούν.