Θρήνος, οργή και αγανάκτηση επικρατεί στην Τουρκία μετά τον φονικό σεισμό και ο Guardian σε νέο του άρθρο, αναφέρει ότι η γείτονα χώρα «δεν έμαθε τίποτα» από όσα διαδραματίστηκαν το 1999, όταν είχε σημειωθεί φονικό χτύπημα του εγκέλαδου.
Τη στιγμή που η Τουρκία μετράει πάνω από 30.000 νεκρούς, ο theguardian.com αναφέρει ότι φονικό σεισμό στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, περίπου 17.000 άτομα είχαν χάσει τη ζωή τους και τότε οι αρχές είχαν υποσχεθεί αυστηρότερους οικοδομικούς κανονισμούς. Μάλιστα, εισήγαγαν έναν «φόρο σεισμού» με στόχο τη βελτίωση της ετοιμότητας σε μια χώρα που βρίσκεται πάνω σε δύο μεγάλα γεωλογικά ρήγματα. Εκείνη την καταστροφή, μάλιστα, είχε εκμεταλλευτεί το κόμμα Ερντογάν για να ανέλθει στην εξουσία ο «σουλτάνος». Κέρδισε λοιπόν το 2002 τις εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία, υποσχόμενο διαφάνεια και ανοικοδόμηση της οικονομίας, η οποία είχε καταστραφεί από το κραχ του χρηματιστηρίου
Σχεδόν 24 χρόνια αργότερα, μετά τον ακόμη πιο φονικό σεισμό της Δευτέρας και τους μετασεισμούς, οι άνθρωποι σε όλη την Τουρκία αναζητούν όχι μόνο τους αγνοούμενους αγαπημένους τους, αλλά και απαντήσεις.
Ο Ερντογάν το 2011 ως πρωθυπουργός κατηγόρησε τις κακές κατασκευές για τον υψηλό αριθμό των νεκρών, λέγοντας: «Οι δήμοι, οι κατασκευαστές και οι επόπτες θα πρέπει τώρα να δουν ότι η αμέλειά τους ισοδυναμεί με δολοφονία».
«Αλλά με σχεδόν 30.000 νεκρούς πλέον μόνο στην Τουρκία -αριθμός που συνεχίζει να αυξάνεται- και περισσότερους από 1 εκατομμύριο ανθρώπους να έχουν μείνει άστεγοι, γίνεται όλο και πιο σαφές πως η ενδημική διαφθορά και η χαλαρή εφαρμογή των οικοδομικών κανονισμών έχουν επιδεινώσει την κρίση», σχολιάζει ο Guardian και συνεχίζει: «Ο Ερντογάν κατέστησε τις κατασκευές την ατμομηχανή της τουρκικής οικονομίας. Χρηματοδοτήθηκε η κατασκευή νέων αυτοκινητόδρομων, νοσοκομείων και σπιτιών και εμπορικών καταστημάτων σε όλη τη χώρα, μέχρι που η τουρκική λίρα κατέρρευσε το 2018.
Τα χάρτινα κτίρια
Στα χαρτιά, τα τουρκικά πρότυπα ασφάλειας των κτιρίων είναι από τα καλύτερα στον κόσμο και επικαιροποιούνται τακτικά με ειδικούς κανόνες για τις σεισμογενείς περιοχές. Το σκυρόδεμα πρέπει να είναι ενισχυμένο με χάλυβα και οι τοίχοι και οι κολόνες που φέρουν τα φορτία πρέπει να κατανέμονται με τέτοιον τρόπο ώστε να αποφεύγεται το «pancaking», όταν οι όροφοι στοιβάζονται ο ένας πάνω στον άλλον, μετά από κάθετη κατάρρευση.
Όμως, Τούρκοι και διεθνείς γεωλόγοι, πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες και ειδικοί σε θέματα αντιμετώπισης σεισμών προειδοποιούσαν εδώ και χρόνια ότι ακόμη και πολλές σύγχρονες κατασκευές σε όλη τη χώρα αποτελούσαν «ερείπια σε αναμονή» επειδή δεν είχαν τηρηθεί σωστά οι οικοδομικοί κανόνες.
Οι παραβάσεις δεν τιμωρούνταν επαρκώς ώστε να αποτρέπουν τις κατασκευαστικές εταιρείες και τους επενδυτές από το να εφαρμόζουν πλημμελώς τους οικοδομικούς κανόνες, αλλά οι ειδικοί λένε ότι το πρόβλημα αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό επειδή η αντιμετώπισή του θα ήταν δαπανηρή και αντιδημοφιλής.
Την ίδια στιγμή, ο πληθυσμός σε πολλές από τις χειρότερα πληγείσες περιοχές της Τουρκίας έχει αυξηθεί την τελευταία δεκαετία λόγω της εισροής εκατομμυρίων προσφύγων από τη γειτονική Συρία. Δεν είναι σαφές από τους κυβερνητικούς προϋπολογισμούς πώς δαπανήθηκε ο φόρος για τους σεισμούς – που εκτιμάται ότι έχει συγκεντρώσει 3 δισ. δολάρια από την καταστροφή του 1999.
«Κατασκευαστικές αμνηστίες»
Η τουρκική κυβέρνηση πραγματοποιεί περιοδικά τις λεγόμενες «κατασκευαστικές αμνηστίες» από τη δεκαετία του 1960, κατά τις οποίες οι κατασκευαστικές εταιρείες και οι ιδιοκτήτες κτιρίων απαλλάσσονται έναντι αμοιβής από την έλλειψη πιστοποίησης ασφάλειας – μια πολιτική που πιστεύεται πως έχει αποφέρει δισεκατομμύρια λίρες στο τουρκικό κράτος. Η τελευταία αμνηστία ήταν το 2018, και μόλις λίγες ημέρες πριν από τους τελευταίους σεισμούς τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι μία ακόμη επρόκειτο να συζητηθεί στο ταμειακά ταλαιπωρημένο τουρκικό Κοινοβούλιο.
Στις 10 πληγείσες επαρχίες της Τουρκίας, έως και 75.000 κτίρια έλαβαν τέτοιες αμνηστίες κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, σύμφωνα με τον Pelin Pınar Giritlioğlu, επικεφαλής των συνδικαλιστικών επιμελητηρίων μηχανικών και αρχιτεκτόνων της Κωνσταντινούπολης.
Νοσοκομεία και άλλα δημόσια κτίρια, καθώς και οικιστικά και εμπορικά συγκροτήματα, συγκαταλέγονται μεταξύ των περίπου 25.000 κατασκευών που καταστράφηκαν ή υπέστησαν ζημιές. Η ορθή εφαρμογή των κανόνων ασφαλείας θα σήμαινε «μια εντελώς διαφορετική εικόνα τώρα», δήλωσε ο Hakan Süleyman, ερευνητής στο τμήμα Σεισμολογίας του Πανεπιστημίου Boğaziçi της Κωνσταντινούπολης.
«Ο αριθμός των νεκρών θα ήταν σημαντικά μικρότερος, καθώς τα κτίρια που έχουν σχεδιαστεί για να αντέχουν σε σεισμούς είναι λιγότερο πιθανό να καταρρεύσουν. Οι ζημιές στις υποδομές θα είχαν ελαχιστοποιηθεί, κάτι που θα συνέβαλλε στην επιτάχυνση της διαδικασίας ανάκαμψης», πρόσθεσε, τονίζοντας: «Μακροπρόθεσμα, η επένδυση σε αντισεισμικά κτίρια όχι μόνο σώζει ζωές, αλλά μειώνει και το συνολικό κόστος ανάκαμψης και ανοικοδόμησης μετά από μια καταστροφή».