Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ ανακοίνωσε χθες ότι δεν έχει εντοπίσει τον υπεύθυνο για τη διαρροή της ιστορικής του απόφασης για τις αμβλώσεις, έπειτα από περισσότερους από οκτώ μήνες ενδελεχούς έρευνας.
Στις 2 Μαΐου 2022, όπως υπενθυμίζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, το Politico είχε αναφέρει ότι το Ανώτατο Δικαστήριο ετοιμαζόταν να ακυρώσει την απόφαση του 1973 που προστάτευε το δικαίωμα των γυναικών στις ΗΠΑ στην άμβλωση, δημοσιεύοντας ένα προσχέδιο της απόφασης.
Η πρωτόγνωρη αυτή διαρροή είχε πέσει σαν βόμβα στην Ουάσινγκτον και είχε προκαλέσει μεγάλες διαδηλώσεις υπέρμαχων του δικαιώματος στην άμβλωση.
Είχε, επίσης, προκαλέσει αναταραχή μεταξύ των δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου, το οποίο φημίζεται ότι διαφυλάσσει τη μυστικότητα των διαβουλεύσεών του. Κάνοντας λόγο για «προδοσία», ο πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου, Τζον Ρόμπερτς, είχε αμέσως ζητήσει να διενεργηθεί εσωτερική έρευνα για να βρεθεί η πηγή της διαρροής.
«Έπειτα από μήνες ενδελεχούς ανάλυσης των στοιχείων και μετά τις καταθέσεις σχεδόν 100 εργαζομένων» οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «δεν υπάρχει ανάγκη για μια πιο εντατική έρευνα που θα αφορά την πλειονότητα των 82 εργαζομένων που είχαν πρόσβαση στο προσχέδιο της ανακοίνωσης» ανέφερε το Δικαστήριο σε ανακοίνωσή του.
«Κάποιοι εργαζόμενοι» ανακρίθηκαν εκ νέου, «αλλά η ομάδα δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να ταυτοποιήσει τον υπεύθυνο» πρόσθετε.
Το συμπέρασμα της έρευνας σημείωσε επίσης ότι «είναι απίθανο ένα άτομο εκτός του Δικαστηρίου να κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στο σύστημά του».
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αντέδρασε ζητώντας με μήνυμά του, που ανάρτησε στον ιστότοπό του κοινωνικής δικτύωσης Truth Social, οι δημοσιογράφοι του Politico να αποκαλύψουν τις πηγές τους ή «να μπουν φυλακή μέχρι να δώσουν μια απάντηση».
Σε ανακοίνωσή του, που εστάλη αποκλειστικά στο Politico, ο Λευκός Οίκος, ο οποίος καταδίκασε το σχόλιο του Τραμπ, εκτιμά ότι «η ελευθερία του Τύπου είναι ένα από τα θεμέλια της αμερικανικής δημοκρατίας».