Επαναπροσέγγιση στις σχέσεις μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Τουρκίας βλέπει ο αρθρογράφος και αναλυτής, Μεχμέτ Αλί Μπιράντ, σε κείμενό του στη «Hurriyet Daily News».
«Το Πατριαρχείο αντιμετωπίζονταν η αυτοκρατορία του διαβόλου και εθεωρείτο φωλιά φιδιών, που απεργαζόταν την καταστροφή της Τουρκίας και τον έλεγχο της Ανατολίας, από την Ελλάδα. Αντιμετωπίζονταν ως ένας εχθρός, που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μας επέβαλαν με την Συνθήκη της Λοζάννης και που απρόθυμα έπρεπε να υποστούμε», αναφέρει μεταξύ άλλων, ενώ αναφέρεται και στην ισχυρή θέση του στρατού στη σχέση αυτή.
Παλιότερα ό, τι σχετίζονταν με το Πατριαρχείο περνούσε πρώτα από την έγκριση του στρατού. «Ο στρατός συναρτούσε την οποιαδήποτε αξίωση του Πατριαρχείου με την περιβόητη αρχή της αμοιβαιότητας. Η στάση αυτή οδήγησε στην παράνομη κατάσχεση περιουσίας που ανήκε στο Πατριαρχείο και σε περιορισμούς στις δραστηριότητες του. Οι σχετικές πολιτικές ήταν τόσο ακραίες ώστε να απαγορευθεί η λειτουργία της θεολογικής Σχολής της Χάλκης, πράγμα που ισοδυναμούσε με κόψιμο της αρτηρίας και αιμορραγία του Πατριαρχείου», τονίζει ο ξένος αναλυτής.
Η «επαναστατική» αλλαγή σύμφωνα με τον Αλί Μπιράντ οφείλεται αφενός στην προσπάθεια εκδημοκρατισμού της Τουρκίας, η οποία συνδέεται και με την πορεία της προς την ΕΕ, αλλά και στις προσωπικότητες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν. Ο Πατριάρχης «διεκδίκησε τα δικαιώματά του αντί να ασκεί κριτική στην Τουρκική Δημοκρατία, ενώ υποστηρίζει αναφανδόν την είσοδο της Τουρκίας στην ΕΕ», ενώ ο Ερντογάν «δεν ενέδωσε στην ιδεολογική δαιμονοποίηση του Πατριαρχείου και απέφυγε την παγίδα να αναδείξει, μέσω του Πατριαρχείου, ένα θέμα θρησκευτικής σύγκρουσης», γράφει ο αναλυτής.