Οι ΗΠΑ επέβαλαν ένα νέο πακέτο κυρώσεων στη Ρωσία και αυτή την φορά στοχεύουν τον Βλαντιμίρ Πούτιν απευθείας, καθώς οι περιορισμοί περιλαμβάνουν χρηματοδότες του Ρώσου προέδρου, αλλά και την εκπρόσωπο του ρωσικού ΥΠΕΞ, Μαρία Ζαχάροβα.

Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, λίγη ώρα μετά το 6ο πακέτο κυρώσεων που ανακοίνωσε η ΕΕ, οι ΗΠΑ δημοσίευσαν τις δικές τους κυρώσει, όπου μεταξύ άλλων, στοχοποιούν πολλά πολυτελή γιοτ που σχετίζονται με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, έναν ολιγάρχη που ηγείται μια μεγάλης μονάδας παραγωγής χάλυβα και έναν τσελίστα που η Ουάσινγκτον λέει ότι λειτουργεί ως μεσάζων για τον Ρώσο ηγέτη.

Επιπλέον οι αμερικανικές κυρώσεις περιλαμβάνουν την Imperial Yachts, μια χρηματομεσιτική εταιρεία με έδρα το Μονακό που επιτρέπει σε ιδιοκτήτες θαλαμηγών, συμπεριλαμβανομένων Ρώσων ολιγαρχών, να ναυλώνουν τα σκάφη τους όταν δεν τα χρησιμοποιούν, καθώς και μια αεροπορική εταιρεία που το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ανέφερε ότι συμμετείχε σε ένα σχέδιο μεταφοράς αεροσκαφών σε υπεράκτια εταιρεία για αποφυγή κυρώσεων.

Η αμερικανική κυβέρνηση πρόσθεσε επίσης στον κατάλογο των κυρώσεων τον Σεργκέι Πάβλοβιτς Ρολντούγκιν, τσελίστα και μαέστρο, στον οποίο έχουν ήδη επιβληθεί κυρώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τους δεσμούς του με τον Πούτιν, λέγοντας ότι ο Ρολντούγκιν είναι «μέρος ενός συστήματος που διαχειρίζεται τον υπεράκτιο πλούτο του προέδρου Πούτιν». Το αμερικανικό διάταγμα παγώνει τα περιουσιακά στοιχεία του Ρολντούγκιν στις ΗΠΑ και απαγορεύει σε Αμερικανούς να συναλλάσσονται μαζί του.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επέβαλε επίσης κυρώσεις σε πέντε Ρώσους ολιγάρχες και μέλη της ρωσικής ελίτ, συμπεριλαμβανομένου του Αλεξέι Μορντασόφ, ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ρωσίας. Τα μέτρα θέτουν στη μαύρη λίστα τον Μορντασόφ, τα μέλη της οικογένειάς του και τις εταιρείες του, συμπεριλαμβανομένης της Severstal, που είναι μεγάλος παραγωγός χάλυβα, και του χρυσωρυχείου Nord Gold.

Το υπουργείο Εμπορίου πρόσθεσε επίσης 71 τοποθεσίες στη Ρωσία και τη Λευκορωσία στον κατάλογο οντοτήτων, σε μια κίνηση που αποσκοπεί στον περιορισμό της πρόσβασης του ρωσικού στρατού στην τεχνολογία, ανέφερε ο Λευκός Οίκος.