Μπορεί πριν από λίγα χρόνια να έμοιαζε ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά πλέον οι κατάσκοποι μπορούν να σώζουν τον κόσμο, μόνο με το πάτημα ενός κουμπιού, όμως δεν χρησιμοποιούν κάποιο όπλο ή οπλικό σύστημα. Αντιθέτως, εκμεταλλεύονται τα εργασιακά τους δικαιώματα και επιλέγουν ένα πιο ευέλικτο ωράριο εργασίας.
Σύμφωνα με το bbc.com, η ευελιξία στην εργασία, η δυνατότητα να οργανώνει ο εργαζόμενος το ωράριο του και ο επιμερισμός της εργασίας του, είναι ένα θέμα που αρχίζει σιγά-σιγά να τίθεται ψηλά στην ατζέντα των εργασιακών σχέσεων από την περίοδο του κορονοϊού και μετά, καθώς η πανδημία έδειξε ότι υπάρχουν πολλές εναλλακτικές.
Δύο εργαζόμενες μητέρες και αναπληρώτριες διευθύντριες αντιτρομοκρατικής του Αρχηγείου Κυβερνητικών Επικοινωνιών (GCHQ) του Ηνωμένου Βασιλείου, άδραξαν την ευκαιρία την περίοδο του κορονοϊού και καθόρισαν το ωράριο εργασίας τους, καθώς αποφάσισαν να μοιράσουν μεταξύ τους, τις αρμοδιότητες που είχαν, όπως και να εργάζονται μερικές μέρες από το σπίτι. Όμως, παρά το γεγονός ότι διαθέτουν περίπου 30 χρόνια εμπειρίας και την ισχύ που έχουν στην εργασία τους, τα πράγματα δεν ήταν εύκολα από την αρχή.
Όπως αναφέρουν, σε πρώτη φάση, δημιουργήθηκαν προβλήματα, καθώς δεν θα δούλευαν όλη την εβδομάδα, αλλά μόνο τρεις ημέρες και εναλλάξ. Έτσι, έπρεπε να συντονίσουν ξανά την εργασιακή και την προσωπική τους ζωή. Αρχικά, λοιπόν, υπήρχαν ζητήματα, όπως ποιος και πότε θα κρατάει το παιδί στο σπίτι όταν απαιτούνταν φυσική παρουσία στο γραφείο, αλλά και πώς θα μπορούν διευθύνουν τον τομέα τους, από την στιγμή που θα εργάζονται λιγότερο και μερικές μέρες από το σπίτι.
Αρχικά, δυσκολεύτηκαν μέχρι να προσαρμοστούν στο νέο μοτίβο, ενώ εκμεταλλεύτηκαν και την τεχνολογία, στην οποία στηρίζεται η δουλειά τους. Έτσι, βρήκαν μία κοινή ημέρα και συγκεκριμένα τη Δευτέρα, όπου λαμβάνουν την ηλεκτρονική τους αλληλογραφία σε ένα κοινό email, από το οποίο όμως δεν στέλνουν ποτέ γρήγορα απάντηση. Με αυτό τον τρόπο, όλοι οι εργαζόμενοι γνωρίζουν ότι πρέπει να αναμένουν οδηγίες και δεν υπάρχουν περιθώρια για παρερμηνείες, ενώ οι ίδιες βρίσκουν τον χρόνο για να οργανώσουν την εβδομάδα τους.
Παρόλα αυτά, δεν έχουν εξελιχθεί με τον ίδιο τρόπο παρόμοιες περιπτώσεις, καθώς η ευελιξία στην εργασία, αν και συζητείται περισσότερο, παραμένει «ταμπού».
Η αγορά αλλάζει, οι νοοτροπίες όχι
Το BBC αναφέρει ότι η ζήτηση για ευέλικτο ωράριο και επιμερισμού της εργασίας έχει αυξηθεί δραματικά μετά τον κορονοϊό, ιδιαίτερα από την πλευρά των εργαζόμενων, καθώς συνειδητοποίησαν ότι υπάρχουν αρκετές δυνατότητες.
Συγκεκριμένα, στο Ηνωμένο Βασίλειο σε τηλεργασία βρίσκονταν 1 στους 20 πριν τον κορονοϊό, ενώ μετά την πανδημία 1 στους 5 δουλεύει από το σπίτι. Επίσης, το 2020 υπήρχαν 119.000 συμβάσεις επιμερισμού θέσεων εργασίας, ενώ το 2021 αυξήθηκαν σε 122.000.
Παρόλα αυτά, η νοοτροπία σε αρκετούς εργασιακούς χώρους δεν έχει αλλάξει και αρκετοί θεωρούν πως είτε «δεν είναι κανονική δουλειά» η συγκεκριμένη μορφή εργασίας, είτε δεν αποδίδει παρά τα αντίθετα μέχρι στιγμής αποτελέσματα και πως δεν μπορεί να οδηγήσει σε υψηλότερη θέση.
Χαρακτηριστικά, οι μισοί εργαζόμενοι του Ηνωμένου Βασιλείου υιοθετούν τις παραπάνω απόψεις, την στιγμή που στη χώρα υπάρχουν περίπου 8 εκατ. εργάζονται -που αντιπροσωπεύουν το ένα τέταρτο του ενεργού εργατικού δυναμικού- με μερική απασχόληση, εκ των οποίων οι 750.000 απασχολούνται σε υψηλές θέσεις και λαμβάνουν μέσο μισθό 47.000 λίρες, δηλαδή σχεδόν 55.000 ευρώ, σύμφωνα με ανάλυση του Απριλίου από τον οργανισμό Learning and Work Institute.
Σύμφωνα με τον Stephen Evans, διευθύνοντα σύμβουλο στο Learning and Work Institute, για πρώτη φορά υπάρχουν τόσες κενές θέσεις, όσο είναι και οι άνεργοι που αναζητούν δουλειά, με τον ίδιο να τονίζει ότι «οι υπεύθυνοι προσλήψεων θα πρέπει να λένε προληπτικά ότι είναι ανοιχτοί σε ευέλικτη εργασία, ώστε όσοι αναζητούν αυτό το μοντέλο να μην φοβούνται να ρωτήσουν».
Το στίγμα στις γυναίκες
Το βρετανικό δημοσίευμα σημειώνει ότι το ευέλικτο ωράριο και ο επιμερισμός της εργασίας, πέρα από την αρνητική εικόνα που έχει στο Ηνωμένο Βασίλειο, συνήθως στιγματίζει τις γυναίκες, γιατί φέρεται να υποδηλώνει κάποια «αδυναμία».
«Όταν οι γυναίκες εργάζονται με ευελιξία, είναι πιο πιθανό να στιγματιστούν σε σύγκριση, ας πούμε, με έναν ηλικιωμένο άνδρα που κάνει ένα συγκεκριμένοι μερίδιο δουλειάς. Οι άνθρωποι θα πιστεύουν ότι μοιράζεται το φόρτο, γιατί κάνει κάτι πιο σημαντικό ή γιατί μπορεί να έχει μια ανώτερη θέση, οπότε κανείς δεν θα αναρωτηθεί για την απόδοση του», αναφέρει χαρακτηριστικά η Heejung Chung, διδάκτορας και κοινωνιολόγος του Πανεπιστημίου Kent.
Σύμφωνα με την ίδια, ο επιμερισμός στην εργασία με το ευέλικτο ωράριο δείχνει να είναι πιο αποδοτικό, όμως δεν χρησιμοποιείται ευρέως, γιατί επικρατεί η νοοτροπία ότι καλός εργαζόμενος είναι εκείνος που πνίγεται στη δουλειά.
Οι άνθρωποι που μοιράζονται την εργασία «εργάζονται σκληρότερα και φροντίζουν να είναι πιο διαθέσιμοι από ό,τι όταν υπάρχει ένα άτομο που εργάζεται και προσπαθεί να κάνει την δουλειά για δύο άτομα», σύμφωνα με την ίδια, όμως αρκετοί θεωρούν αυτούς που «πνίγονται» ως «παραγωγικούς και αφοσιωμένους».