Το συγκεντρωμένο πλήθος που παρακολούθησε την τελετή της Οδού του Μαρτυρίου, στην Μεγάλη Παρασκευή των Καθολικών, προσευχήθηκε πριν λίγο σιωπηλά, υπέρ της ειρήνης σε όλο τον κόσμο.
Όπως παρατήρησε και η τηλεόραση της Rai, αναμεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, o στοχασμός υπέρ της ειρήνης που είχε δημοσιοποιηθεί και διανεμηθεί από το Βατικανό, τελικώς δεν αναγνώσθηκε. Πιθανώς για να αποφευχθούν εντάσεις και με μέρος των Ουκρανών διπλωματών και κληρικών, της τοπικής Καθολικής Εκκλησίας, που είχαν αμφισβητήσει την όλη πρωτοβουλία.
Ολοκληρώνοντας την τελετή, ο πάπας Φραγκίσκος ζήτησε από τον Κύριο «να ωθήσει τους αντιπάλους να δώσουν το χέρι και να αφοπλίσει το ένοπλο χέρι του αδελφού, ώστε εκεί που υπάρχει μίσος να ανθίσει η ομόνοια».
«Η μόνη οδός είναι αυτή της συγχώρεσης»
Νωρίτερα, στο Κολοσσαίο, έλαβε χώρα η τελετή της Μεγάλης Παρασκευής των Καθολικών, με την αναπαράσταση της οδού του Μαρτυρίου του Ιησού. Σε δεκατέσσερις – συνολικά – στάσεις, θα φέρουν τον ξύλινο σταυρό πάνω από εβδομήντα άνθρωποι. Ανάμεσά τους, μέλη ιταλικών οικογενειών, μιας ρωσικής και μιας ουκρανικής.
Στην δέκατη τρίτη στάση της Via Crucis, τον σταυρό πρόκειται να σηκώσουν, μαζί με τις οικογένειές τους, η Ιρίνα και η Αλμπίνα, δυο νοσοκόμες από την Ουκρανία και την Ρωσία, οι οποίες εργάζονται στην Ρώμη. «Και σε μια τόσο δραματική κατάσταση, η μόνη οδός είναι εκείνη της συγχώρεσης, πρέπει να την δωρίσουμε στον εαυτό μας», δήλωσε στην τηλεόραση της Rai η Αλμπίνα, λίγο πριν ξεκινήσει η θρησκευτική αυτή τελετή. «Πολλοί Ουκρανοί ζουν στην Ρωσία, και πολλοί Ρώσοι στην Ουκρανία. Πρόκειται, σίγουρα, για μια τραγωδία και για τους δυο λαούς μας», πρόσθεσε η Ιρίνα.
Όπως μετέδωσε το ΑΠΕ-ΜΠΕ από την Τετάρτη, κατά την δέκατη τρίτη στάση της αναπαράστασης της οδού του Μαρτυρίου, στον κατάμεστο χώρο του Κολοσσαίου, επρόκειτο να διαβαστεί το ακόλουθο κείμενο, το οποίο αποδίδει την αγωνία, τον θυμό, αλλά και την αναζήτηση της ελπίδας, από τους ανθρώπους που ζουν την εφιαλτική εμπειρία του πολέμου:
«Ο θάνατος ολόγυρα, η ζωή που μοιάζει να χάνει αξία. Όλα αλλάζουν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Η ύπαρξη, οι ημέρες, η ξενοιασιά του χιονιού το Χειμώνα, το να πας να πάρεις τα παιδιά από το σχολείο, η δουλειά, οι αγκαλιές και οι φιλίες. Όλα. Όλα, ξαφνικά, χάνουν αξία. Πού είσαι Κύριε; Θέλουμε την ζωή μας πίσω. Πού κρύφτηκες; Για ποιο λόγο συμβαίνουν όλα αυτά; Ποιό είναι το κρίμα μας; Γιατί μας εγκατέλειψες; Γιατί εγκατέλειψες τους λαούς μας; Γιατί δίχασες με αυτό τον τρόπο τις οικογένειές μας; Γιατί δεν έχουμε ποια όρεξη να ζήσουμε και να ονειρευθούμε; Γιατί οι πατρίδες μας έγιναν σκοτεινές σαν τον Γολγοθά; Τα δάκρια στέρεψαν. Ο θυμός άφησε την θέση του στην παραίτηση. Ξέρουμε ότι μας αγαπάς, Κύριε, αλλά δεν αισθανόμαστε την αγάπη, αυτό μας τρελαίνει. Ξυπνάμε το πρωί και για λίγα δευτερόλεπτα είμαστε ευτυχισμένοι, αλλά αμέσως μετά ξαναθυμόμαστε πόσο δύσκολο είναι να συμφιλιωθούμε. Κύριε, πού είσαι; Μίλα, μέσα στην σιωπή του θανάτου και του διχασμού και δίδαξέ μας πώς να φτιάξουμε την ειρήνη, να είμαστε αδέλφια, να οικοδομήσουμε και πάλι, όλα όσα θα ήθελαν να καταστρέψουν οι βόμβες».