«Κιμ Γιονγκ Τριντό», «Καναδάς = κομμουνιστική δικτατορία», σημαίες υπέρ του Τραμπ: ο σκληρός πυρήνας των Καναδών που αντιτίθενται στους υγειονομικούς περιορισμούς λόγω της covid-19 και που έχουν καταλάβει εδώ και ημέρες τους δρόμους της Οτάβα αποτελείται από έναν ετερόκλητο συνασπισμό της δεξιάς, ο οποίος ενδέχεται να αποτελέσει στο μέλλον μια νέα, λαϊκιστική δύναμη, σύμφωνα με τους ειδικούς.
Αντίθετα με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, οι λαϊκιστικές ιδέες στον Καναδά ποτέ δεν είχαν καταφέρει να εδραιωθούν και τα κόμματα που τις στηρίζουν δεν έχουν καταφέρει μέχρι στιγμής να σημειώσουν επιτυχία στις εκλογές. Όμως αυτή η κινητοποίηση ενδέχεται να αποτελεί το πρώτο βήμα.
«Είναι ένας ευκαιριακός συνασπισμός διότι δεν έχουν πολλά κοινά», αλλά βλέπουμε «ξεκάθαρα ότι απορρίπτουν τους δημοκρατικούς θεσμούς και έχουν στοχοποιήσει τον Τζάστιν Τριντό» εξηγεί ο Ντανιέλ Μπελάν, πολιτικός επιστήμονας στο πανεπιστήμιο McGill του Μόντρεαλ.
Το καναδικό δίκτυο κατά του μίσους αναλύει αυτό το κίνημα, που αρχικά είχε την ονομασία «Κομβόι της ελευθερίας»: «Αν δείτε τους διοργανωτές και αυτούς που το προωθούν, θα βρείτε ισλαμοφοβία, αντισημιτισμό, ρατσισμό και υποκίνηση στη βία» αναφέρει ο ανεξάρτητος οργανισμός.
Μεταξύ των επικεφαλής του κινήματος βρίσκονται πολλά μέλη του Maverick Party, μιας περιθωριακής, πολιτικής οργάνωσης που προωθεί την ανεξαρτησία των δυτικών επαρχιών του Καναδά, ανάμεσά τους και η Ταμάρα Λιτς. Αυτή ήταν που ξεκίνησε μια εκστρατεία χρηματοδότησης, η οποία επέτρεψε να συγκεντρωθούν περισσότερα από 10 εκ. δολάρια (7 εκ. ευρώ).
Άλλη μια ομάδα που ξεκίνησε το κίνημα: η Canada Unity, την οποία ίδρυσε ο Τζέιμς Μπάουντερ ο οποίος έχει στηρίξει δημοσίως τις απόψεις του συνωμοσιολογικού κινήματος Qanon και έχει χαρακτηρίσει την covid-19 «τη μεγαλύτερη πολιτική απάτη της Ιστορίας».
Πώς ο συνασπισμός έγινε κίνημα, οργανώθηκε και βρήκε χρήματα
Παρά το γεγονός ότι στην αρχή οι πολιτικοί υποτίμησαν τη σημασία του, αυτός ο συνασπισμός, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, κατάφερε να οργανωθεί και κυρίως να συγκεντρώσει χρήματα, χάρη στα οποία οι κινητοποιήσεις του καταφέρνουν να διαρκέσουν.
Στη συνέχεια πήρε με το μέρος του, κυρίως στη διάρκεια των διαδηλώσεων τα σαββατοκύριακα, ανθρώπους πολύ λιγότερο πολιτικοποιημένους αλλά κουρασμένους από την πανδημία και τους υγειονομικούς περιορισμούς λόγω της cοvid-19.
Kέρδισε επιπλέον και τη στήριξη των συντηρητικών Αμερικανών αξιωματούχων, από τον γερουσιαστή του Τέξας Τεντ Κρουζ που χαρακτήρισε τους διαδηλωτές «ήρωες» και «πατριώτες» ως τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και τον δισεκατομμυριούχο Ίλον Μασκ.
«Πιστεύαμε ότι ήμασταν μόνο μερικές εκατοντάδες φορτηγά και τώρα έχουμε δημιουργήσει ένα παγκόσμιο κίνημα. Είναι απίστευτο» δηλώνει ενθουσιασμένος ο Λόιντ Μπρούμπαχερ, μεγάλος θαυμαστής του Τραμπ, ο οποίος δηλώνει ότι είναι «ακροδεξιός».
Αποφασισμένος «να πολεμήσω ως το τέλος, ανεξαρτήτως αποτελέσματος», ο φορτηγατζής αυτός ψήφισε το συντηρητικό κόμμα στις τελευταίες εκλογές, αλλά πλέον δεν το θεωρεί αρκετά ακραίο.
Ο 55χρονος Μπέρνχαρντ Ρέμπελ, που έχει πάει στην Οτάβα από τη Μανιτόμπα, ελπίζει να ανατρέψει τη φιλελεύθερη κυβέρνηση του Τριντό. «Θέλω να φύγουν όλοι, γι’ αυτό βρίσκομαι εδώ» εξηγεί.
«Δεν έχουμε ανάγκη να μας ελέγχει η κυβέρνηση. Χρειαζόμαστε έναν καλό ηγέτη που μας κυβερνά» προσθέτει.
Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, ο Ρέμπελ, που δεν έχει εμβολιαστεί κατά της covid-19, ψήφισε το Λαϊκό Κόμμα του Καναδά (PPC), ένα ακροδεξιό κόμμα επικεφαλής του οποίου είναι ένας συντηρητικός πρώην βουλευτής. Το κόμμα αυτό δεν έχει κερδίσει έδρες στο κοινοβούλιο, αλλά στις τελευταίες εκλογές είδε το ποσοστό του να αυξάνει σημαντικά.
Ο επικεφαλής του ο Μαξίμ Μπερνιέ καταγγέλλει το εμβολιαστικό πάσο και συνηθίζει να καταφέρεται εναντίον των μεταναστών και της πολυπολιτισμικότητας.
Στήριξη πολιτικών
«Το κίνημα αυτό πλέον χρηματοδοτείται καλά, διεξάγει μια επιτυχημένη επιχείρηση και έχει κερδίσει τη στήριξη κάποιων πολιτικών» αναφέρει η Στεφανί Καρβέν, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Carleton και πρώην αναλύτρια εθνικής ασφάλειας, ενώ προσθέτει ότι «είναι ιδιαίτερα ενεργητικό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης».
Η εμφάνιση αυτού του κινήματος, το οποίο έφερε στο προσκήνιο της δημοσιότητας ακροδεξιές ομάδες του Καναδά, έχει ήδη αρχίσει ήδη να αναδιαμορφώνει εν μέρει την πολιτική σκηνή της χώρας, σπρώχνοντάς τη προς τα δεξιά.
Ο επικεφαλής των Συντηρητικών Έριν Ο’ Τουλ, που δέχθηκε επικρίσεις ότι δεν στήριξε στην αρχή το κίνημα, εκδιώχθηκε από την ηγεσία του κόμματος. Πλέον το κόμμα παραμένει διχασμένο, μην έχοντας αποφασίσει τη στάση που θα ακολουθήσει απέναντι στους διαδηλωτές, με κάποια στελέχη του να ανησυχούν ότι χάνει υποστηρικτές.
Στο μέλλον αυτές οι μικρές ομάδες «θα είναι σε θέση να επαναλάβουν κάτι αντίστοιχο και να συσπειρώσουν ανθρώπους γύρω από θέματα τα οποία μπορούν να προσελκύσουν την ίδια προσοχή;», διερωτάται η Καρβέν.
«Δεν είναι βέβαιο. Ωστόσο μπορούν να καταφέρουν να αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό του Καναδά τα επόμενα χρόνια, αν καταφέρουν να παραμένουν ενωμένα», καταλήγει.