Ο Αντρέι Ντούντα, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος της Πολωνίας, είναι ένας 43χρονος ευρωβουλευτής που ήταν πολιτικά άγνωστος όταν έθεσε υποψηφιότητα με το δεξιό κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης σε μια εκλογική αναμέτρηση που κανείς δεν πίστευε ότι θα έχανε ο απερχόμενος κεντρώος πρόεδρος.
Την Κυριακή το βράδυ, όμως, ο Ντούντα κατήγαγε μια αναπάντεχη νίκη, την πρώτη του κόμματός του σε εθνικό επίπεδο την τελευταία δεκαετία, γεγονός που βύθισε σε κρίση το κυβερνών κόμμα και έθεσε υπό αμφισβήτηση την κυρίαρχη πολιτική αφήγηση στην έκτη οικονομία της Ευρώπης.
Παρόλο που η προεδρία της Πολωνίας έχει διακοσμητικό χαρακτήρα, παίζει σημαντικό ρόλο στην εξωτερική πολιτική. Το κόμμα του Ντούντα βρέθηκε για τελευταία φορά στην εξουσία την περίοδο 2005-2007, που χαρακτηρίστηκε από την απομόνωση της χώρας και μια δύσκολη σχέση της Βαρσοβίας με το Βερολίνο. Πράγματι, στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ο Ντούντα είπε στους Financial Times ότι θα επιδιώξει μια πιο «ισότιμη» σχέση με τη Γερμανία. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει ταχθεί επίσης υπέρ της επιστροφής πολλών εξουσιών από τις Βρυξέλλες στα εθνικά κράτη και η προεδρία του αναμένεται να είναι πιο φιλοαμερικανική από εκείνη του προκατόχου του. Ο Ντούντα θα αντιταχθεί στην περαιτέρω ενοποίηση της Ευρώπης και θα έχει τη δυνατότητα να μπλοκάρει οποιαδήποτε αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Στον τομέα της άμυνας, ο νέος πρόεδρος έχει ήδη ταχθεί υπέρ της εγκατάστασης νατοϊκών βάσεων στο πολωνικό έδαφος – όπως άλλωστε και ο Μπρόνισλαβ Κομορόφσκι -, ενώ υποστηρίζει μια πιο αποφασιστική απάντηση στις ρωσικές ενέργειες στην Ουκρανία.
Ανησυχία προκαλεί στις αγορές και η οικονομική πολιτική του Αντρέι Ντούντα, ο οποίος θα αναλάβει την προεδρία της χώρας τον Αύγουστο. Ένα από τα μέτρα που έχει εξαγγείλει είναι η υποχρέωση των εγχώριων τραπεζών να μετατρέψουν στο εγχώριο νόμισμα, με βάση την παλιά ισοτιμία, τα δάνεια που έχουν ληφθεί σε ελβετικό φράγκο, προκειμένου να ανακουφιστούν οι δανειολήπτες. Η κυβέρνηση έχει απορρίψει αυτό το μέτρο, που εκτιμάται ότι θα προκαλέσει ζημιά άνω των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις τράπεζες και θα υποχρεώσει πολλές από αυτές να κλείσουν, αλλά ο Ντούντα επιμένει.
Ένα άλλο κεντρικό σημείο των προεκλογικών δεσμεύσεων του Ντούντα είναι η ακύρωση της αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια. Η εξαγγελία αυτή ήταν ένα δώρο στους μεγαλύτερης ηλικίας ψηφοφόρους, οι οποίοι κατά παράδοση υποστηρίζουν το κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης. Θα είναι όμως ένα δώρο πολύ δαπανηρό, καθώς αναμένεται να επιβαρύνει τα συνταξιοδοτικά ταμεία της Πολωνίας με 19 δισεκατομμύρια δολάρια τα πέντε επόμενα χρόνια.
Αντιδράσεις έχει προκαλέσει και μια άλλη προεκλογική εξαγγελία του Ντούντα, που αφορά την αύξηση από 800 σε 2.100 δολάρια τον χρόνο του αφορολόγητου ορίου για τους χαμηλά αμειβόμενους εργαζόμενους της χώρας. Το υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει ότι το μέτρο αυτό θα επιβαρύνει τους υπόλοιπους φορολογούμενους με 5 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο.
Στον τομέα των επιχειρήσεων, και παρά τη διεθνή του εμπειρία, ο Ντούντα θα ασκήσει μια πιο προστατευτική πολιτική. Στη διάρκεια ενός τηλεοπτικού ντιμπέιτ, είχε πει ότι οι ξένες επιχειρήσεις έχουν πλεονέκτημα έναντι των εγχώριων ανταγωνιστών τους, καθώς έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν έσοδα και να πληρώνουν φόρους στο εξωτερικό. Αυτό είχε ερμηνευτεί ως προάγγελος επιβολής νέων δασμών προκειμένου να προστατευθούν οι πολωνοί «παίκτες».
Ο Ντούντα έχει εξαγγείλει επίσης τη σταδιακή επανεθνικοποίηση του τραπεζικού τομέα, ο οποίος ελέγχεται σήμερα κατά τα δύο τρίτα από ξένο κεφάλαιο, όπως η ιταλική UniCredit, η ισπανική Santander και η γερμανική Commerzbank. Αν το κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης κερδίσει τις εκλογές του Οκτωβρίου, θα αποκτήσει τον έλεγχο των μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων και θα έχει τη δυνατότητα να αρχίσει να αγοράζει τραπεζικά κεφάλαια.
Στο κοινωνικό πεδίο τέλος, ως πιστός καθολικός, ο Ντούντα θα ακολουθήσει μια πιο συντηρητική πολιτική. Εχει ήδη αντιταχθεί στην υπογραφή της συνθήκης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την αποτροπή της βίας κατά των γυναικών, χαρακτηρίζοντάς την «μια πολύ κακή απόφαση». Κατά την άποψή του, η συνθήκη αυτή συνδέει τη θρησκεία με τη βία και έρχεται σε σύγκρουση με τον πολιτισμό και τα ήθη της Πολωνίας.
Ως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, τέλος, ο Ντούντα είχε υποστηρίξει ένα σχέδιο νόμου που προέβλεπε τη φυλάκιση των γιατρών και των γονέων οι οποίοι λαμβάνουν μέρος σε τεχνικές εξωσωματικής γονιμοποίησης.