Χωρίς προηγούμενο είναι ο αριθμός των ξένων, ανθρώπων από εκατό και πλέον χώρες, οι οποίοι έχουν ενταχθεί σε τζιχαντιστικές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων του Ισλαμικού Κράτους και της αλ Κάιντα, πρωτίστως στη Συρία και στο Ιράκ αλλά όλο και περισσότερο και στη Λιβύη, σύμφωνα με μια έκθεση του ΟΗΕ που δημοσιοποιήθηκε σήμερα.
Σύμφωνα με την έκθεση, που εκπόνησε μια ομάδα ειδικών, πάνω από 25.000 ξένοι μαχητές έχουν εμπλακεί σε ένοπλες συρράξεις. Προέρχονται από πάνω από 100 χώρες.
«Ο ρυθμός της ροής είναι πιο αυξημένος από όσο έχουμε δει ποτέ, και έχει κυρίως προορισμό τη Συρία και το Ιράκ, ενώ το διογκούμενο πρόβλημα είναι επίσης καταφανές στη Λιβύη», τονίζεται στην έκθεση, αντίγραφο της οποίας περιήλθε απόψε στην κατοχή του Γαλλικού Πρακτορείου.
Οι αριθμοί αυτοί θεωρούνται μια ιδιαίτερα ανησυχητική είδηση για τα Ηνωμένα Έθνη, τα οποία πασχίζουν να αναχαιτίσουν τη ροή των ξένων εξτρεμιστών, που η έκθεση χαρακτηρίζει «επείγον πρόβλημα για την παγκόσμια ασφάλεια».
Το Συμβούλιο Ασφαλείας είχε υιοθετήσει τον περασμένο Σεπτέμβριο μια απόφαση που καλεί τις κυβερνήσεις να αντιμετωπίζουν πλέον ως κακούργημα την προσπάθεια υπηκόων τους να μεταβούν στο εξωτερικό για να ενταχθούν σε εξτρεμιστικές οργανώσεις.
Σύμφωνα με την έκθεση ο αριθμός των ξένων μαχητών μεγεθύνθηκε κατά 71% σε διεθνές επίπεδο από τα μέσα του 2014 ως τον Μάρτιο του 2015, με τη μεγαλύτερη αύξησή τους να προέρχεται από χώρες της Ευρώπης και της Ασίας.
Μεγάλος αριθμός των ξένων μαχητών προέρχεται από την Τυνησία, το Μαρόκο, τη Γαλλία και τη Ρωσία, αλλά η έκθεση επισημαίνει τη νέα ροή τζιχαντιστών από τις Μαλδίβες, τη Φινλανδία, το Τρινιδάδ και Τομπάγκο, καθώς από χώρες της υποσαχάριας Αφρικής.
«Η στρατηγική απειλή είναι ακόμη μεγαλύτερη το 2015 και (θα συνεχίσει να είναι) για τα επόμενα χρόνια», τονίζουν οι ειδικοί του ΟΗΕ.
Η Συρία και το Ιράκ έχουν μετατραπεί σε «πραγματικό σχολείο» για τους τζιχαντιστές, όπως είχε συμβεί και στην περίπτωση του Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1990, υπογραμμίζεται ακόμη στην έκθεση.
Αν και αυτές οι δύο χώρες προσελκύουν—μακράν—τον μεγαλύτερο αριθμό ξένων μαχητών, το Αφγανιστάν συνεχίζει να καταμετρά 6.500, ενώ άλλοι επιλέγουν χώρες όπως είναι η Υεμένη, το Πακιστάν, η Σομαλία και η Λιβύη, προστίθεται.
Οι ειδικοί προτείνουν να εφαρμοστούν αποτελεσματικές πολιτικές για την καταπολέμηση του βίαιου εξτρεμισμού, ιδίως με την προβολή μηνυμάτων που θα απευθύνονται στους νέους για την αποτροπή της ριζοσπαστικοποίησής τους. Ακόμη, προτείνουν οι υπηρεσίες πληροφοριών να ανταλλάσσουν περισσότερες πληροφορίες, κάτι κρίσιμο για την αντιμετώπιση των ξένων μαχητών όταν επιστρέφουν στις χώρες των οποίων είναι υπήκοοι.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ θα εξετάσει το ζήτημα του ρόλου της νεολαίας στον αγώνα εναντίον του εξτρεμισμού σε μια συζήτηση που είναι προγραμματισμένη να γίνει την 23η Απριλίου.