Ο Άλμπερτ Μπίζεμαν ήταν οδηγός εκσκαφέα ο οποίος εργαζόταν σε περιοχή της Γερμανίας κοντά στον ποταμό Ρήνο στη δεκαετία του 1950. Μια μέρα στη δουλειά ανακάλυψε ένα χάλκινο σπαθί, κάτι που όπως ανέφερε μετέπειτα του έμοιαζε βγαλμένο από τα κόμιξ του Αστερίξ.
Για 65 χρόνια, το «παλιό ρωμαϊκό σπαθί του παππού», όπως το αποκαλούσαν περιπαικτικά στην οικογένεια, έμεινε ξεχασμένο, μαζί με άλλα παλιά και αχρείαστα αντικείμενα, σε μια αποθήκη του σπιτιού τους. Μέχρι που ο εγγονός του Μπίζεμαν το παρατήρησε και του κίνησε την περιέργεια. Παρακινημένος από το ενδιαφέρον του να μάθει περισσότερα για το χάλκινο όπλο το πήρε και το παρέδωσε στις αρχαιολογικές αρχές της Βόννης. Τελικά, αποδείχθηκε πως το σπαθί είναι αντικείμενο από τα τέλη της Εποχής του Χαλκού και δημιουργήθηκε περίπου 3.000 χρόνια πριν!
Οι ειδικοί αναφέρουν πως το σπαθί ήταν μάλλον προσφορά σε κάποιο Θεό και το πέταξαν στο νερό. Μάλιστα, θεωρούν πως είναι από την ίδια χρονική περίοδο που στην Ελλάδα άκμαζε ο Μυκηναϊκός πολιτισμός. Μάλιστα, του τόνισαν πως το σπαθί όχι μόνο δεν είναι από την εισβολή των Ρωμαίων στην περιοχή, αλλά παλιότερο κι από τη Ρώμη την ίδια.
Η ιστορία του σπαθιού ίσως να μην γινόταν ποτέ γνωστή αν δεν ήταν η πανδημία του κορωνοϊού. Πριν από μερικούς μήνες, ο Κρίστιαν, ο εγγονός του Μπίζεμαν καθάριζε το σπίτι ως ασχολία για να περάσει το χρόνο του στην αρχή του δεύτερου lockdown της χώρας. Βρήκε το σπαθί κι αποφάσισε να το χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για να λέει ιστορίες στα παιδιά του από τη ρωμαϊκή εποχή, για στρατιώτες και επικές μάχες.
Το σπαθί φτιάχτηκε τον 9ο αιώνα π.Χ. και μάλλον το είχε ζητήσει κάποιος σημαντικός πολεμιστής. Η οικογένεια του Μπίζεμαν, πλέον, έχει δανείσει το σπαθί στο Μουσείο της Βόννης όπου εκτίθεται. Λεπίδες αυτού του είδους ονομάζονται Möringen και ήταν συνηθισμένες στο χώρο όπου βρίσκεται τώρα η Νότια Γερμανία.