Το περιφερειακό δικαστήριο του Κρασνοντάρ, στη νότια Ρωσία, καταδίκασε τον ηλικίας 59 ετών Μάρτυρα του Ιεχωβά Βλαντίμιρ Σκατσιντούμπ σε φυλάκιση τεσσάρων ετών και δύο μηνών με την κατηγορία ότι συμμετείχε σε εξτρεμιστική οργάνωση στην οποία προσπαθούσε να προσηλυτίσει άτομα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα «Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Ρωσία».
Στις 29 Απρίλιου, αστυνομικοί πραγματοποίησαν έρευνα στην οικία του αναπήρου Βλαντίμιρ Σκατσιντούμπ και της συζύγου του Γκαλίνα που είναι επίσης ανάπηρη, γράφει η εφημερίδα Novaya Gazeta. Δύο μήνες αργότερα η FSB (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας) άσκησε εναντίον του ποινική δίωξη.
Η ανάκριση χαρακτήρισε τις συναντήσεις των πιστών και τις συζητήσεις για την Βίβλο «επικίνδυνες για την κοινωνία και το κράτος», ενώ ο ανακριτής Βιτάλι Βέτερ κατηγόρησε τον Σκατσιντούμπ ότι «ασκούσε τον ρόλο του ιεροκήρυκα», κατά τις ίδιες πηγές.
Ο κατηγορούμενος κατά την απολογία του δήλωσε ότι είναι αθώος: «Η συνείδησή μου είναι καθαρή. Δεν έκανα κανένα κακό ούτε εναντίον των ανθρώπων, ούτε εναντίον του κράτους. Και στα μάτια του Θεού θα εξέλθω από εδώ αθώος».
Επισημαίνεται πως οι διώξεις εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Ρωσία άρχισαν το 2017 όταν με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι «Μάρτυρες του Ιεχωβά» χαρακτηρίσθηκαν εξτρεμιστική οργάνωση. Έκτοτε εναντίον τους ασκούνται συστηματικά ποινικές διώξεις και πραγματοποιούνται έρευνες στα σπίτια τους.
Στις 11 Οκτωβρίου, μάλιστα, έγινε γνωστό ότι μάρτυρες του Ιεχωβά υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια κατά την διάρκεια ερευνών που έγιναν στα σπίτια τους. Στον Νικολάι Μαρίνοφ έδιναν κλωτσιές στο πρόσωπο με αποτέλεσμα να του σπάσουν τα μπροστινά του δόντια, ενώ τον Ανατόλι Ραζνταμπάροφ τον απείλησαν με βιασμό, μετέδωσε το ΑΠΕ ΜΠΕ.
Υποθέσεις όπως οι παραπάνω έχουν πολλάκις προκαλέσει την κατακραυγή από οργανώσεις και φορείς προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.