Ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης τόνισε ότι ενόσω υφίσταται η παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι αδύνατη η συμμετοχή του στις διαπραγματεύσεις για επίλυση του κυπριακού προβλήματος.
Σε γραπτή δήλωση του, ύστερα από τη σημερινή μακρά συνεδρία του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, ο Πρόεδρος αναφέρει ότι στη συνάντηση προέβη σε αναλυτική ενημέρωση για τις εξελίξεις που αφορούν τις απαράδεκτες παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, με την εκδοθείσα NAVTEX και την ερευνητική δραστηριότητα του Barbaros στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.
Ο κ. Αναστασιάδης αναφέρει ότι στη συνάντηση επαναδιατύπωσε την πολλάκις εκφρασθείσα θέση της ελληνοκυπριακής πλευράς που συνοψίζεται ως εξής:
«Ενόσω υφίσταται η παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι αδύνατη η συμμετοχή μου εις τον προκαθορισθέντα διάλογο για επίλυση του κυπριακού προβλήματος».
«Επανέλαβα τη βασική αρχή δικαίου πως ο φυσικός πλούτος της χώρας ανήκει εις το κράτος, την ευθύνη διαχείρισης του οποίου έχει η εκάστοτε Κυβέρνηση προς όφελος του συνόλου των νομίμων κατοίκων της χώρας. Συνεπώς, ενέργειες που αμφισβητούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας με το πρόσχημα της προστασίας των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων, όχι μόνο είναι αντίθετες με το διεθνές δίκαιο, αλλά και ουδόλως ευσταθούν», τόνισε ο Πρόεδρος στη γραπτή δήλωση του.
Επίσης επανέλαβε πως η συμμετοχή των Τουρκοκύπριων επί θεμάτων που άπτονται της διαχείρισης και εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου της χώρας προϋποθέτει τη λύση του κυπριακού προβλήματος με βάση τα όσα μέχρι σήμερα έχουν συμφωνηθεί.
«Είναι εξίσου κατανοητό ότι όλες οι εκκρεμότητες που δεν έχουν συμφωνηθεί θα μπορούσαν να συζητηθούν κατά το τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων, όταν κατατεθούν οι Χάρτες των εδαφικών αναπροσαρμογών και εφόσον ο διάλογος θα ευρίσκεται στην τελική πορεία λύσης», ανέφερε στη δήλωσή του ο κ. Αναστασιάδης.
Επανέλαβε επίσης τη θέση πως ο φυσικός πλούτος αποτελεί το ισχυρότερο κίνητρο για έναν ουσιαστικό διάλογο, μακριά από απειλές ή εκβιασμούς, προκειμένου να εξευρεθεί το συντομότερο δυνατόν μια κοινά αποδεκτή λύση του κυπριακού προβλήματος.
Η λύση, ανέφερε, θα είναι προς όφελος των Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, αλλά και του συνόλου των χωρών της περιοχής, της Τουρκίας μη εξαιρουμένης.