Είναι πια ιστορικά σαφές ότι ο πόλεμος είναι μια από τις πλέον οικουμενικές και διαχρονικές υποθέσεις, κάτι που αφορά όλους, όποτε κι αν αυτοί έζησαν.
Μοιάζει να είναι συνυφασμένος με την ανθρώπινη κατάσταση, λες και είναι κι αυτό ένα από τα αρχέγονα ένστικτά μας.
Αν είναι ο πατέρας των πάντων, αυτό ελέγχεται, εμάς ωστόσο θα μας απασχολήσει το κατά πόσο μπορεί ένας πόλεμος να χαρακτηριστεί ένδοξος και έντιμος.
Οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν μάλλον ότι αν υπάρχει ένα είδος πολέμου που αξίζει κανείς να τον δώσει ή ακόμα και να πεθάνει σε αυτόν, αυτός δεν είναι άλλος από τον ένοπλο αγώνα για ελευθερία, ανεξαρτησία και αυτοδιάθεση.
Είναι τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που συγκεντρώνουν συνήθως τη συμπάθεια όλων, καθώς τα ευγενή και υψηλά ιδανικά διαπνέουν εδώ τη σύρραξη και εγείρουν αισθήματα φιλίας. Κάτι που εμείς το ξέρουμε καλά, όταν εκεί στα 1821 μια χούφτα Ελλήνων εξεγέρθηκαν κατά της κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Πόλεμοι ανεξαρτησίας πολλοί και αξιομνημόνευτοι, αν και εδώ θα μιλήσουμε για λιγότερους γνωστούς αγώνες για την κατάκτηση της πολυπόθητης ελευθερίας…
Ο Πόλεμος Ανεξαρτησίας της Ερυθραίας (1961-1992)
Η πολύπαθη Ερυθραία, μια από τις φτωχότερες και πλέον αιματοκυλισμένες χώρες του πρόσφατου κόσμου, γνώρισε πολύ λίγα χρόνια ηρεμίας στον τελευταίο μισό αιώνα. Ήταν λοιπόν τόσο στις αρχές όσο και κατά τη διάρκεια του αιθιοπικού εμφυλίου πολέμου που αυτονομιστές από την Ερυθραία διεκδίκησαν την αυτοδιάθεσή τους από την Αιθιοπία (οι δύο χώρες είχαν γίνει μία μετά τον Β’ Παγκόσμιο και την ανεξαρτησία τους από την ιταλική μπότα), πυροδοτώντας έτσι έναν ένοπλο αγώνα που θα κρατούσε 30 ολόκληρα χρόνια (ως το 1991!), όταν το Απελευθερωτικό Μέτωπο της Ερυθραίας είχε πια τον πλήρη έλεγχο των εδαφών. Τον Απρίλιο του 1993, σε σχετικό δημοψήφισμα ο λαός της Ερυθραίας ψήφισε σχεδόν ομόφωνα υπέρ της ανεξαρτησίας της πατρίδας του, αν και η ίδια η απελευθέρωση ήταν μια ιδιαιτέρως δαπανηρή ιστορία: κατά τη διάρκεια των 3 δεκαετιών συγκρούσεων, περισσότεροι από 150.000 πολίτες της Ερυθραίας έχασαν τη ζωή τους, την ίδια στιγμή που οι απώλειες για την Αιθιοπία ανήλθαν σε εκατοντάδες χιλιάδες. Κάτι που σημαίνει ότι κάθε μα κάθε οικογένεια στην Ερυθραία έχει πληρώσει βαρύ φόρο αίματος για να αναπνέει ελεύθερα. Και βέβαια ήταν και η ασύλληπτη καταστροφή σε κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο, με τις εγκαταστάσεις και τις κρατικές δομές να έχουν κυριολεκτικά ισοπεδωθεί από την ένοπλη σύγκρουση…
Ο Πόλεμος Ανεξαρτησίας της Αγκόλας (1961-1974)
Ήταν τον 15ο αιώνα όταν η περιέργεια των πορτογάλων εξερευνητών τους έφερε στα νότια της αφρικανικής ηπείρου να περιπλανιούνται μέσα σε αχαρτογράφητα νερά. Ένας από δαύτους, ο Diogo Cao, ανακάλυψε το δέλτα του Ποταμού Κονγκό το 1483. Κάπου 500 χρόνια αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1950, μια εποχή δηλαδή που το κυματάκι της ανεξαρτησίας μετατράπηκε σε τσουνάμι που σάρωσε την αφρικανική ήπειρο, το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της Αγκόλας άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά. Ήταν στις αρχές του 1961 όταν ξέσπασε το ένοπλο αυτονομιστικό κίνημα κατά του αποικιοκρατικού ζυγού, με την απάντηση των Πορτογάλων να παραείναι βίαιη, μια σωστή επίδειξη ζοφερής δύναμης: τουλάχιστον 40.000 Αφρικανοί (αντάρτες και μη) έχασαν τη ζωή τους στους πρώτους μήνες της επανάστασης. Για τα επόμενα 14 χρόνια οι Πορτογάλοι ξαπόστελναν στρατεύματα στη χώρα, αν και πλέον φάνηκε ότι το κίνημα για την ανεξαρτησία δεν ήταν εύκολο να κατασταλεί. Στη δεκαετία του 1970, οι πορτογαλικές δυνάμεις κατοχής παρέμεναν μεν κραταιές, αν και πλέον ο μακροχρόνιος απελευθερωτικός αγώνας και η αυτοθυσία των Αφρικανών είχαν αφήσει βαθιά το στίγμα τους τόσο στην οικονομία όσο και το ηθικό των αποικιοκρατών. Τότε, σε μια κίνηση στρατηγικής αναδίπλωσης, η νεοεκλεγείσα πορτογαλική κυβέρνηση υποσχέθηκε αυτονομία στις πέντε αφρικανικές κτήσεις της, μεταξύ των οποίων και η Αγκόλα. Η Μέρα Ανεξαρτησίας καθορίστηκε έτσι για την 11η Νοεμβρίου 1975, αν και πλέον τα τρία εθνικοαπελευθερωτικά μέτωπα της Αγκόλας είχαν στραφεί το ένα εναντίον του άλλου, εγκαινιάζοντας την εμφύλια σύρραξη για το τιμόνι της χώρας. Κι έτσι η Αγκόλα γνώρισε έναν φονικό εμφύλιο πριν καλά καλά γίνει ανεξάρτητο έθνος…
Ο Πρώτος Πόλεμος της Ινδοκίνας (1946-1954)
Το ημερολόγιο έγραφε 19 Δεκεμβρίου 1946 όταν θα ξεκινούσαν επισήμως οι ένοπλες συγκρούσεις για την απελευθέρωση της περιοχής γνωστής ως Ινδοκίνας. Η υπό γαλλική κατοχή ασιατική γειτονιά, που αποτελούνταν από τα σημερινά Βιετνάμ, Καμπότζη και Λάος, εξεγέρθηκε κατά των μακροχρόνιων ευρωπαίων αποικιοκρατών έχοντας πλέον «κόκκινη» περιβολή. Η κομμουνιστική εξέγερση ήταν βέβαια σαφώς κατώτερη σε δυνάμεις και οπλισμό, καθώς η παντοδύναμη Γαλλία θα μπορούσε να κρατήσει άνετα υπό την κατοχή της τον εξεγερμένο πληθυσμό. Έπρεπε βέβαια να μεταφέρει εκεί στρατιώτες και οπλισμό από διαφορετική ήπειρο, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, την ίδια ώρα που στρατηγικά δεν θα ήταν και η σοφότερη κίνηση για τη Γαλλία να αποδυναμώσει την ευρωπαϊκή της δύναμη ξαποστέλνοντας στρατεύματα στις υπερπόντιες κτήσεις της. Κι έτσι οι Βιετ Μινχ, οι βιετναμέζοι εθνικιστές του Χο Τσι Μινχ, εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία, στρατολογώντας στον αγώνα τους τις δυνάμεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Ινδοκίνας. Ο οχτάχρονος ένοπλος αγώνας θα έληγε με τη συντριβή των Γάλλων στη μάχη του Ντιεν Μπιεν Φου, κάτι που εξάλειψε την παρουσία τους στην Ινδοκίνα…
Η Επανάσταση των Φιλιππίνων (1896-1898)
Οι Ισπανοί διατήρησαν τον έλεγχο των Φιλιππίνων για περισσότερους από 3,5 αιώνες, μια μακρά περίοδο τυραννίας, αυθαιρεσίας και κακοποίησης δηλαδή που εξάντλησε την υπομονή των ντόπιων, ωθώντας τους σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποτινάξουν τον αφόρητο ισπανικό ζυγό. Τα αισθήματα εξέγερσης σιγόκαιαν βέβαια ήδη από τον Ισπανο-Αμερικανικό Πόλεμο και βρήκαν την άμεση εκδήλωσή τους όταν η ισπανική μπότα συνέλαβε και εκτέλεσε τον ηγέτη και εθνικό ήρωα Χοσέ Ριζάλ (1896). Κι έτσι, όταν Ισπανοί και Αμερικανοί πολέμησαν για τον έλεγχο της Κούβας, οι εξεγερμένοι Φιλιππινέζοι συντάχθηκαν με τις δυνάμεις των ΗΠΑ, αν και η ένοπλη επανάσταση είχε ξεκινήσει επισήμως στη Μανίλα ήδη από το 1896, πριν το κύμα της ανεξαρτησίας σαρώσει όλη την επικράτεια της χώρας. Ο επαναστάτης ηγέτης Εμίλιο Αγκουινάλδο νίκησε τις ισπανικές δυνάμεις σε μια σειρά από μάχες και αναδείχθηκε έτσι σε κορυφαία μορφή της ένοπλης σύγκρουσης, έχοντας ήδη ξεπαστρέψει τον πρώτο οπλαρχηγό της επανάστασης Αντρές Μπονιφάτσιο (1897). Κι έτσι η επαναστατική κυβέρνηση του Αγκουινάλδο διακήρυξε την ανεξαρτησία του Αρχιπελάγους των Φιλιππίνων στις 12 Ιουνίου 1898, υπηρετώντας ως πρόεδρος του αυτόνομου κρατιδίου από τον Ιανουάριο του 1899. Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Φιλιππινέζοι πλήρωσαν με τις ζωές τους το τίμημα της ελευθερίας…
Η Επανάσταση της Ουγγαρίας (1848)
Το 1848, ένα από τα σημαντικότερα έτη στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία, ξέσπασαν τόσες επαναστάσεις και επικράτησε τέτοιος αναβρασμός στην ήπειρό μας που η χρονιά έμεινε στα κιτάπια ως «Άνοιξη των Εθνών». Και βέβαια η εξέγερση των Ούγγρων ήταν η σημαντικότερη μιας σειράς επαναστάσεων (Βοημία, Ιταλία) που εκδηλώθηκαν στην επικράτεια της Αυστρίας, ευνοημένες από τον γενικότερο αυτονομιστικό ξεσηκωμό. Ο αυστριακός αυτοκράτορας, βλέποντας τα απελευθερωτικά κινήματα να φτάνουν ως τις πύλες της Βιέννης, ενέδωσε στις πιέσεις και χορήγησε μια σειρά 31 χαλαρότερων νόμων (Απριλιανοί Νόμοι). Το νεοϊδρυμένο έθνος της Ουγγαρίας έπεσε όμως πάνω στην απόπειρα των Αυστριακών να διεκδικήσουν και πάλι τα μεγαλεία του πρόσφατου παρελθόντος, έχοντας ήδη ανακτήσει τον έλεγχο σε πολλά τμήματα της αυτοκρατορίας. Κι έτσι, τον Αύγουστο του 1848 η Αυστρία ακύρωσε τους Απριλιανούς Νόμους και τον Σεπτέμβριο τα στρατεύματά της έμπαιναν στην Ουγγαρία, αν και θα έχαναν τη μάχη. Τον Απρίλιο του 1849, οι ούγγροι επαναστάτες, μη ηγέτη τον Λάγιος Κόσουτ, διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους από τη μοναρχία των Αψβούργων, κάνοντας τους Αυστριακούς να στραφούν στους Ρώσους για βοήθεια. Τα αυτοκρατορικά στρατεύματα του τσάρου συνέτριψαν τις δυνάμεις των μαγιάρων αυτονομιστών τον Αύγουστο του 1849 και 4 μέρες αργότερα οι επαναστάτες παραδόθηκαν. Μπορεί η επανάσταση να καταπνίγηκε στο αίμα, είχε ωστόσο σπείρει για τα καλά τον σπόρο της ανεξαρτησίας: δύο δεκαετίες αργότερα, Αυστρία και Ουγγαρία θα ήταν δύο ανεξάρτητα μεν κράτη με κοινό μονάρχη. Ήταν το πρώτο αποφασιστικό βήμα για την ανεξαρτησία της…
Ο Δομινικανικός Πόλεμος Ανεξαρτησίας (1843-1849)
Με το που έγινε ανεξάρτητο κράτος η Ισπανική Αϊτή το 1822, όλο το σύμπλεγμα της Ισπανιόλας πέρασε γρήγορα στα χέρια του αϊτινού ζυγού, όπου και θα παρέμενε για τα επόμενα 22 χρόνια, μέσα σε καθεστώς διαφθοράς, αυθαιρεσιών και βίας. Κι έτσι ο λαός του Δομίνικου αποφάσισε να αποτινάξει την κηδεμονία της Αϊτής βίαια, βρίσκοντας στον νεαρό πατριώτη Χουάν Πάμπλο Ντουάρτε το απόλυτο είδωλο του δίκαιου αγώνα του. Ο ίδιος, με μια σειρά ακόμα ηγετών, είχαν κηρύξει τον ανένδοτο στην Αϊτή μέσα από το αντάρτικο κίνημά τους ήδη από το 1838 (Λα Τρινιτάρια), όταν τα 9 αρχικά μέλη της Αντίστασης οργανώθηκαν σε τρεις ένοπλους θύλακες. Οι ομάδες των τριών αναπτύχθηκαν έτσι αυτόνομα, διατηρώντας πάντα την αυστηρή μυστικότητά τους με λίγη ή και καθόλου αλληλεπίδραση μεταξύ τους, στην προσπάθειά τους να ελαχιστοποιήσουν τις πιθανότητες εντοπισμού τους από τις αϊτινές αρχές. Το 1843 ήταν η καθοριστική χρονιά, όταν το αυτονομιστικό κίνημα συνεργάστηκε για πρώτη φορά με πολιτικό φορέα, ένα κόμμα που είχε ανατρέψει τον σκιώδη πρόεδρο. Στις 27 Φεβρουαρίου 1844 (πλέον η Μέρα Ανεξαρτησίας του Δομίνικου) οι αντάρτες κατέλαβαν την πρωτεύουσα αιφνιδιάζοντας και σκορπίζοντας στους τέσσερις ανέμους την αϊτινή φρουρά: μέσα σε δύο μέρες, όλοι οι αϊτινοί αξιωματούχοι είχαν εγκαταλείψει τον Άγιο Δομίνικο, δίνοντας έτσι υπόσταση στην ανεξάρτητη Δομινικανή Δημοκρατία…
Οι Λατινοαμερικάνικοι Πόλεμοι Ανεξαρτησίας (τέλη 18ου-αρχές 19ου αιώνα)
Το αυτονομιστικό κύμα που σάρωσε τη Νότια Αμερική για να φέρει τις ισπανικές αποικίες στα χέρια των νόμιμων κατόχων τους έμελλε να μείνει γνωστό ως «Λατινοαμερικάνικοι Πόλεμοι Ανεξαρτησίας». Το Μεξικό ήταν η πρώτη χώρα που εξεγέρθηκε και προσπάθησε να πετύχει την πολυπόθητη ανεξαρτησία του, αν και η επανάσταση εκεί καταπνίγηκε στο αίμα. Και τότε ήρθε ο Σιμόν Μπολιβάρ! Με έδρα το Καράκας, ο επαναστατημένος άντρας ηγήθηκε του κινήματος για την ανεξαρτησία της Βενεζουέλας: παρά τις αρχικές του όμως επιτυχίες, που έδειχναν ότι το απελευθερωτικό μέτωπο θα πετύχαινε τους σκοπούς του, τα ισπανικά στρατεύματα επικράτησαν τελικά. Τότε, το 1815, το Μεξικό εξεγέρθηκε εκ νέου κατά του ισπανικού στέμματος, μετρώντας και πάλι φειδωλή επιτυχία, αν και οι Λατινοαμερικάνικοι Πόλεμοι Ανεξαρτησίας ήταν μόνο στην αρχή τους! Την επόμενη χρονιά, ο Μπολιβάρ επέστρεψε στη Βενεζουέλα στρατολογώντας και πάλι όποιον μπορούσε να βρει, την ίδια ώρα που το 1817 ο Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν νικούσε τους Ισπανούς στη Χιλή, στην πρώτη μεγάλης κλίμακας νίκη των γηγενών Λατινοαμερικανών κατά του ισπανού αποικιοκράτη, αυτή που θα εγκαινίαζε μια πραγματική χιονοστιβάδα θριάμβων κατά των Κονκισταδόρων. Η ανεξαρτησία των χωρών της Νότιας Αμερικής δεν μπορούσε πια να ανακοπεί, αν και θα έφτανε στο απόγειό της λίγο αργότερα, όταν ο Μπολιβάρ μετέφερε τη φλόγα της επανάστασης σε κάθε γωνιά της ηπείρου, κατακτώντας το μεγαλύτερο μέρος της βόρειας Λατινικής Αμερικής. Το Μεξικό ήταν έτοιμο να πιάσει για άλλη μια φορά τα όπλα, την ίδια ώρα που τα απομεινάρια της ισπανικής ηγεμονίας στην περιοχή θα απομακρύνονταν λίγο αργότερα από το πρωτοπαλίκαρο του Μπολιβάρ, τον στρατηγό Αντόνιο Χοσέ ντε Σούκρε…
Ο Σουηδικός Απελευθερωτικός Πόλεμος (1521-1523)
Τα ημι-ανεξάρτητα βασίλεια της Δανίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας ενώθηκαν σε ένα περίεργο ομόσπονδο κράμα με κοινό βασιλιά που θα έμενε στην Ιστορία ως Ένωση του Κάλμαρ. Οι Σουηδοί δεν φάνηκαν από την αρχή διατεθειμένοι να εκχωρήσουν την εθνική τους κυριαρχία προς όφελος της κοινοπολιτείας κι έτσι το 1448 έστεψαν τον δικό τους βασιλιά, παραμερίζοντας έτσι τον μονάρχη της Ένωσης. Το 1520, ο βασιλιάς του Κάλμαρ, Χριστιανός Β’, έπειτα από μια βίαιη επίδειξη της δύναμής του, πέτυχε την εκ νέου περίληψη της Σουηδίας στην Ένωση, δίνοντας αμνηστία στους 82 σουηδούς ευγενείς που είχαν αψηφήσει τις βουλές του (αν και τους εκτέλεσε όλους στη στέψη του, σε αυτό που θα έμενε στην Ιστορία ως «Λουτρό Αίματος της Στοκχόλμης»). Κι έτσι ο Χριστιανός Β’ μετατράπηκε με μια κίνηση σε σύμβολο μίσους και τυραννίας για τον λαό της Σουηδίας. Την επόμενη χρονιά ξέσπασε λοιπόν η πολυπόθητη επανάσταση, καθοδηγούμενη από τον Γουσταύο Α’ (Έρικσον Βάζα), έναν από τους σουηδούς αριστοκράτες που είχαν τη φρόνηση να μην παραστούξν στη στέψη του Χριστιανού. Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, οι δυνάμεις του μισητού βασιλιά νικήθηκαν από το αυτονομιστικό κίνημα του Γουσταύου και τον Ιούνιο του 1521 ο Έρικσον Βάζα στέφθηκε βασιλιάς της ανεξάρτητης Σουηδίας ως Γουσταύος Α’. Ακολούθησαν φυσικά αμέτρητες μάχες με το Κάλμαρ, η επίσημη πτώση του οποίου ήρθε 2 χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 1523. Η Σουηδία ήταν πια ελεύθερη, ανεξάρτητη και ακηδεμόνευτη…