Απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών στη Σεβίλλη, χτυπημένη από πνευμονία, η δούκισσα της Άλμπα Μαρία ντελ Ροσάριο Καγετάνα Φιτς-Τζέιμς Στιούαρτ.
Η 88χρονη πέθανε περιστοιχισμένη από την οικογένειά της στο Παλάθιο ντε Ντουένας στη Σεβίλη, την πιο αγαπημένη από τις κατοικίες της, γνωστή για τις αυλές της με τις λεμονιές.
Η γνωστή στους φίλους της ως «Καγετάνα», είχε 40 τίτλους ευγενείας, ανάμεσά τους πέντε τίτλους δούκισσας και 18 μαρκησίας, ήταν δύο φορές χήρα και τρεις φορές παντρεμένη.
Με το σύννεφο των σγουρών λευκών μαλλιών της και το παραμορφωμένο από τις πλαστικές πρόσωπό της, ήταν η βασίλισσα του λαϊκού Τύπου, τα τελευταία χρόνια στο μπράτσο του τρίτου και τελευταίου της συζύγου, του κατά 24 χρόνια νεότερού της Αλφόνσο Ντίεθ. «Αν σε ξεχάσουν, δεν είσαι τίποτε», είχε δηλώσει το 2011.
Επικεφαλής μίας από τις παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες που οι ρίζες της φθάνουν στο 1400, ήταν η τρίτη γυναίκα που έφερε τον τίτλο της Δούκισσας της Αλμπα και η περιουσία της εκτιμάται σε 600 εκατομμύρια έως 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ως 18η επικεφαλής του Οίκου των Αλμπα είχε το δικαίωμα και προνόμιο να εισέρχεται έφιππη στον καθεδρικό ναό της Σεβίλης. Ο θρύλος λέει ότι μπορούσε να διασχίσει ολόκληρη τη χώρα χωρίς ποτέ να βγει από εδάφη που τής ανήκαν.
«Δεν μου αρέσει να μιλάω για χρήματα. Πολλοί άνθρωποι μπερδεύουν τα χρήματα με τα περιουσιακά στοιχεία – ποτέ δεν είχαμε πολλά χρήματα», έγραψε στην αυτοβιογραφία της.
Πολλά από τα μέγαρα, τους πύργους και τα έργα τέχνης που ανήκουν στον Οίκο των Άλμπα δεν επιτρέπεται να πωληθούν λόγω της ιστορικής τους σημασίας για την Ισπανία.
Η 13η Δούκισσα της Αλμπα ήταν μούσα του Φρανθίσκο Γκόγια κατά τον 18ο αιώνα και θεωρείται ότι ήταν το μοντέλο του πίνακα «La Maja Desnuda». Στην αυτοβιογραφία της η Καγετάνα διηγείται πώς ο Πάμπλο Πικάσο τής ζήτησε να ποζάρει γυμνή για την αναδημιουργία του πίνακα και πώς ο συντηρητικός πρώτος της σύζυγος τής το απαγόρευσε.
Γεννήθηκε το 1926 στην Μαδρίτη και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας στο Λονδίνο, αφού ο πατέρας της ήταν πρεσβευτής στην Βρετανία, και όπου έπαιζε με την πριγκίπισσα Μαργαρίτα και δειπνούσε συντροφιά με τον Ουίνστον Τσόρτσιλ.
Ο πατέρας της αγγλόφιλος και βασιλικός, συντάχθηκε με τον δικτάτορα Φρανθίσκο Φράνκο στην αρχή του ισπανικού εμφυλίου πολέμου, μέχρι να αντιληφθεί ότι ο ισπανός δικτάτορας δεν είχε την πρόθεση να αποκαταστήσει τον βασιλιά, οπότε και οι σχέσεις τους πάγωσαν.
Η Καγετάνα παντρεύτηκε σε ηλικία 21 ετών το 1947 τον επίσης αριστοκράτη Λουίς Μαρτίνεθ ντε Ιρούχο, σε μία τελετή που έκανε πάταγο. Φορώντας στέμμα με πέρλες και διαμάντια, έφθασε στον καθεδρικό ναό της Σεβίλης με ιππήλατη άμαξα χαιρετώντας το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στους δρόμους της πόλης. Μαζί απέκτησαν έξι παιδιά.
Μετά τον θάνατο του πρώτου της συζύγου, παντρεύτηκε τον Χεσούς Αγκίρε, διδάκτορα της Θεολογίας και πρώην ιησουίτη ιερωμένο, έπειτα από κεραυνοβόλο έρωτα, σύμφωνα με τον λαϊκό τύπο.
Εκκεντρική, στο ντύσιμο και τους τρόπους, λάτρης της ταυρομαχίας και του φλαμένκο, έκανε τον τρίτο της γάμο, μετά τον θάνατο του δεύτερου συζύγου της το 2001, το φθινόπωρο του 2011 με τον Αλφόνσο Ντίεθ. Και για να κατευνάσει τους φόβους των έξι παιδιών της, αποφάσισε να τούς μεταβιβάσει τότε την οικογενειακή περιουσία.
«Δεν είμαι άνθρωπος που αφήνει τους άλλους να τον χειραγωγήσουν. Έχω τις απόψεις μου και τις κάνω πράξη», είχε πει.
«Μαζί περνάμε πολύ ωραία. Συνέχεια ρωτάει: τι θα κάνουμε μετά; Είναι ασταμάτηση», είχε δηλώσει λίγο πριν από τον γάμο τους ο τρίτος της σύζυγος σε συνέντευξή του στο Vanity Fair. «Μερικές φορές δίνω την εντύπωση ότι εγώ είμαι ο μεγαλύτερος από τους δυο μας» πρόσθεσε.