Η ικανοποίηση από τη ζωή φρενάρει στη μέση ηλικία, όπως διαπιστώνουν αμερικανοί και βρετανοί επιστήμονες, μια τάση που, όμως, αλλάζει σε πιο προχωρημένη ηλικία.
Αυτό παρατηρείται κυρίως στις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης, ιδίως στις αγγλόφωνες, όμως δεν φαίνεται να ισχύει σε άλλες περιοχές, όπως στη Ρωσία, στην Ανατολική Ευρώπη, στη Λατινική Αμερική και στην υποσαχάρια Αφρική, όπου όσο γερνάει κανείς, τόσο λιγότερο ευτυχισμένος είναι.
Επίσης οι 65χρονοι και άνω που έχουν κάποιο στόχο στη ζωή τους, ζουν κατά μέσο όρο δύο χρόνια παραπάνω από τους κυνικούς και όσους δεν βρίσκουν νόημα στη ζωή. Οι άνθρωποι στην τρίτη ηλικία που έχουν στόχο και νιώθουν γενικά ευχαριστημένοι από τη ζωή τους, έχουν 30% μικρότερη πιθανότητα να πεθάνουν μέσα στην επόμενη οκταετία σε σχέση με όσους δεν έχουν στόχους, ούτε ικανοποιούνται με τη ζωή τους.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Άντριου Στεπτόου του University College του Λονδίνου και τον καθηγητή Άνγκους Ντίτον του Πανεπιστημίου Πρίνστον των ΗΠΑ, ανέλυσαν στοιχεία από διάφορες έρευνες κοινής γνώμης και άλλες βάσεις δεδομένων, εστιάζοντας σε διάφορους παράγοντες που προσδιορίζουν το επίπεδο της ευτυχίας και ικανοποίησης στη ζωή ενός ανθρώπου, ενώ πήραν υπόψη τους και στοιχεία για τη σωματική υγεία.
Η μελέτη δείχνει ότι οι άνθρωποι δεν αξιολογούν σε όλη τη Γη με τον ίδιο τρόπο την ζωή τους (την υποκειμενική ψυχική ευημερία τους), όσο περνάνε τα χρόνια. Στη Ρωσία και στην Ανατολική Ευρώπη οι ηλικιωμένοι δηλώνουν πολύ χαμηλό βαθμό ικανοποίησης σε σχέση με τους νεότερους συμπολίτες τους. Κάτι ανάλογο, αλλά σε μικρότερο βαθμό, συμβαίνει στη Νότια Αμερική, ενώ στις αφρικανικές χώρες κάτω από τη Σαχάρα η ικανοποίηση από τη ζωή είναι πολύ χαμηλή ανεξαρτήτως ηλικίας.
Ειδικά για τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και του ανατολικού σοσιαλιστικού μπλοκ, οι ερευνητές αναφέρουν ότι «η πτώση του κομμουνισμού επηρέασε τους ηλικιωμένους, οι οποίοι έχασαν ένα σύστημα που, αν και ατελές, έδινε νόημα στη ζωή τους και, σε μερικές περιπτώσεις, διασφάλιζε τις συντάξεις και την φροντίδα στον τομέα της υγείας».
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης μια αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στη σωματική και στην ψυχική υγεία: η χειρότερη σωματική υγεία οδηγεί σε μικρότερη ικανοποίηση από τη ζωή, ενώ η μεγαλύτερη ψυχολογική ικανοποίηση και η ύπαρξη ενός σκοπού στη ζωή φαίνεται να βελτιώνουν τη σωματική υγεία και τελικά τη διάρκεια της ζωής. Όσο πιο μικρή είναι η ψυχική ικανοποίηση στην τρίτη ηλικία, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα πρόωρου θανάτου.
Σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Ιρλανδία και η Νέα Ζηλανδία επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη μιας καμπύλης σχήματος U, όσον αφορά την ευτυχία στη ζωή. Η ικανοποίηση, που ήταν μεγαλύτερη στη νεανική ηλικία, φθίνει σταδιακά και φθάνει στο ναδίρ στην ηλικία των 45 έως 54 ετών, για να αρχίσει να αυξάνει και πάλι από εκεί και πέρα.
Η αιτία γι’ αυτή την «παρένθεση» της μέσης ηλικίας (που ποικίλει χρονικά από άνθρωπο σε άνθρωπο) αποδίδεται κατά βάση στο γεγονός ότι αυτή την περίοδο συνήθως κανείς βρίσκεται στο απόγειο της επαγγελματικής επιτυχίας του. Αυτό έχει ως συνέπεια να εργάζεται περισσότερο και να έχει μεγαλύτερες ευθύνες, σε βάρος της ψυχικής υγείας του, αλλά με την προοπτική να έχει περισσότερο πλούτο και δυνατότητες, όταν βγει στη σύνταξη.
Έτσι, αντίθετα με τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, που έκαναν την μετάβαση από τον σοσιαλισμό στον καπιταλισμό κατά τις τελευταίες δεκαετίες, στις ανεπτυγμένες και πιο πλούσιες καπιταλιστικές χώρες είναι σπάνιο ένας ηλικιωμένος να νιώθει μειωμένη ικανοποίηση όσο γερνάει. Οι διαφορές μεταξύ γυναικών και ανδρών, όσον αφορά αυτή την τάση, είναι ανεπαίσθητες.
Καλά γηρατειά μετ’ εμποδίων
Όσο οι άνθρωποι στη Γη θα ζουν ολοένα περισσότερα χρόνια, οι χρόνιες παθήσεις και -σε πολλές χώρες- η μειωμένη ικανοποίηση από τη ζωή θα αποτελέσουν πιο έντονα προβλήματα για τα συστήματα υγείας.
Το προσδόκιμο ζωής συνεχίζει να αυξάνει διεθνώς και έως το 2020 εκτιμάται ότι, για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία, ο αριθμός των ανθρώπων άνω των 60 ετών θα ξεπεράσει τον αριθμό των παιδιών κάτω των πέντε ετών. Έως το 2050 ο αριθμός των ατόμων άνω των 60 ετών στη Γη θα φθάσει τα 2 δισεκατομμύρια από 841 εκατομμύρια σήμερα. Το 80% αυτών των ηλικιωμένων θα ζουν σε χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος.
Η αύξηση στο προσδόκιμο ζωής των ηλικιωμένων στις χώρες υψηλού εισοδήματος οφείλεται κυρίως στην μείωση των καρδιαγγειακών θανάτων (από έμφραγμα και εγκεφαλικό), λόγω διαφόρων προληπτικών μέτρων, όπως οι περιορισμοί στο κάπνισμα.
Όμως, αν και οι άνθρωποι ζουν περισσότερο, δεν είναι κατ’ ανάγκη πιο υγιείς σε σχέση με το παρελθόν, καθώς ένα μεγάλο μέρος των ηλικιωμένων πάσχουν από διάφορες χρόνιες παθήσεις (καρκίνοι, καρδιοπάθειες, αναπνευστικές νόσοι, νευρολογικές όπως το Αλτσχάιμερ, αρθρίτιδα, οστεοπόρωση, κατάθλιψη κ.α.). Ενδεικτικά, ο αριθμός των ατόμων με άνοια αναμένεται να αυξηθεί από 44 εκατομμύρια σήμερα, σε 135 εκατομμύρια έως το 2050.