Ο Βρετανός δικηγόρος Καρίμ Καν αναλαμβάνει σήμερα καθήκοντα ως γενικός εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, ξεκινώντας μια περίπλοκη αποστολή η οποία περιλαμβάνει την επίμαχη έρευνα για την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση. Διαδέχεται την Φατού Μπενσουντά από τη Γκάμπια, η οποία ολοκλήρωσε την εννεαετή θητεία της, στη διάρκεια της οποίας διεύρυνε το έργο του ΔΠΔ,όμως υπέστη και κάποιες ήττες, όπως η αθώωση του πρώην προέδρου της Ακτής Ελεφαντοστού Λοράν Γκμπαγκμπό, αναφέρει το ΑΠΕ.
Ο Καρίμ Καν, 51 ετών, εξελέγη γενικός εισαγγελέας του ΔΠΔ τον Φεβρουάριο στη Νέα Υόρκη από τις χώρες που έχουν υπογράψει το Καταστατικό της Ρώμης. Θα ορκιστεί επισήμως σήμερα στις 11:00 (12:00 ώρα Ελλάδας) στη Χάγη, όπου βρίσκεται η έδρα του μοναδικού μόνιμου δικαστηρίου για εγκλήματα πολέμου και θα γίνει ο τρίτος γενικός εισαγγελέας του. Δικηγόρος, με ειδίκευση στα ανθρώπινα δικαιώματα, ο Καν ήταν μέχρι πρότινος αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΗΕ και αρμόδιος για την ειδική έρευνα του οργανισμού για τα εγκλήματα που διέπραξε το Ισλαμικό Κράτος.
Ο Καν υπήρξε συνήγορος υπεράσπισης σε πολλές υποθέσεις ενώπιον του ΔΠΔ, όπως αυτή εναντίον του Σάιφ αλ Ισλάμ, του γιου του πρώην ηγέτη της Λιβύης Μουάμαρ Καντάφι. Πολλές περίπλοκες και δύσκολες υποθέσεις περιμένουν τον Καν, κυρίως το αίτημα να ερευνήσει το ΔΠΔ εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που φέρεται να έχουν διαπραχθεί στη διάρκεια του “πολέμου κατά των ναρκωτικών” στις Φιλιππίνες, η έρευνα για εγκλήματα στη διάρκεια του πολέμου στο Αφγανιστάν και η έρευνα για την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση.
Κρίσιμη φάση
Ο νέος γενικός εισαγγελέας θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει την αντίθεση ισχυρών χωρών, οι οποίες έχουν αρνηθεί να υπογράψουν το Καταστατικό της Ρώμης, την ιδρυτική του συνθήκη, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα και το Ισραήλ. «Το ΔΠΔ βρίσκεται σε μια κρίσιμη φάση» αφού δέχθηκε πολλές επικρίσεις επειδή δεν αποδείχθηκε «τόσο αποτελεσματικό όσο θα επιθυμούσαν οι χώρες μέλη του», εκτίμησε ο Κάρστεν Σταν, καθηγητής ποινικού δικαίου στο πανεπιστήμιο Λάιντεν της Ολλανδίας.
Ο Σταν επεσήμανε εξάλλου ότι ο νέος γενικός εισαγγελέας θα μπορούσε να αποτελέσει «αφορμή για τη μεταρρύθμιση του δικαστηρίου», το οποίο επικρίνεται για τους υψηλούς μισθούς που δίνει στους δικαστές του και τις καθυστερήσεις στις διαδικασίες. Η έρευνα για την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση είναι ιδιαίτερα «φορτισμένη πολιτικά», σύμφωνα με τον ίδιο. Η Βρετανία, χώρα μέλος του ΔΠΔ, για παράδειγμα αντιτίθεται σε αυτή.
«Το ΔΠΔ μπορεί να θεωρηθεί ένας παράγοντας που δεν είναι εντελώς αμερόληπτος και οι χώρες μέλη έχουν επίσης διαφορετικές προτεραιότητες σε σχέση με τι πρέπει να κάνει το ΔΠΔ σε αυτό το πλαίσιο. Θα είναι πολύ δύσκολο να συγκεράσει τις διαφορετικές προσδοκίες», εξήγησε. «Θα δεχθεί πιέσεις και ελπίζουμε ότι θα ενεργήσει όπως η Φατού Μπενσουντά με ανεξαρτησία, χωρίς φόβο και χωρίς να μεροληπτεί, δήλωσε ο Μάθιου Κάνοκ διευθυντής του Κέντρου για τη Διεθνή Δικαιοσύνη της Διεθνούς Αμνηστίας.
«Πολύ γενναίος δρόμος»
Αντίθετα, ο Καν ενδέχεται να επωφεληθεί από μια λιγότερο συγκρουσιακή αμερικανική κυβέρνηση, την ώρα που η κυβέρνηση του τέως προέδρου Ντόναλντ Τραμπ είχε επιβάλει κυρώσεις εναντίον της Μπενσουντά. Η απερχόμενη γενική εισαγγελέας αφήνει πίσω της ένα μικτό απολογισμό, παρά το γεγονός ότι κατάφερε να επεκτείνει το έργο του ΔΠΔ.
Στη διάρκεια της θητείας της αθωώθηκε από τις κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου ο πρώην πρόεδρος της Ακτής Ελεφαντοστού Λοράν Γκμπαγκμπό, όπως και ο πρώην πρόεδρος του Κονγκό Ζαν- Πιέρ Μπεμπά. Παράλληλα αποσύρθηκαν οι κατηγορίες εναντίον του προέδρου της Κένυας Ουχούρου Κενυάτα.
Όμως η Μπενσουντά σημείωσε και σημαντικές νίκες, όπως η καταδίκη του Ντομινίκ Ονγκουέν, παιδιού- στρατιώτη από την Ουγκάντα που έγινε διοικητής της οργάνωσης Στρατός Αντίστασης του Κυρίου (LRA), αλλά και η καταδίκη του Κογκολέζου πρώην πολέμαρχου Μποσκό Νταγκάντα. «Τελικά θα την θυμόμαστε ως κάποια που άρχισε να οδηγεί το ΔΠΔ σε έναν πολύ τολμηρό δρόμο», παραδέχθηκε ο Κάνοκ.