Δεκαοκτώ άνθρωποι, ανάμεσά τους δύο παιδιά, σκοτώθηκαν σε απομακρυσμένη κοιλάδα του Περού όπου βρίσκονται καλλιέργειες κόκας, με τις ένοπλες δυνάμεις να επιρρίπτουν την ευθύνη για τους φόνους σε απομονωμένους αντάρτες του μαοϊστικού κινήματος Φωτεινό Μονοπάτι.
Η σφαγή ενδέχεται να ανεβάσει περαιτέρω την ένταση στην ήδη πολωμένη προεκλογική εκστρατεία ενόψει του δεύτερου γύρου των προεδρικών εκλογών, την 6η Ιουνίου. Η υποψήφια της λαϊκιστικής δεξιάς, η Κέικο Φουχιμόρι, κατηγορεί τον αντίπαλό της, τον υποψήφιο της ριζοσπαστικής αριστεράς Πέδρο Καστίγιο, ότι συνδέεται με τον πολιτικό βραχίονα του Φωτεινού Μονοπατιού, κάτι που ο ενδιαφερόμενος διαψεύδει κατηγορηματικά.
Μέσω Twitter, ο κ. Καστίγιο έσπευσε να καταδικάσει «αυτή την τρομοκρατική ενέργεια», ενώ η κυρία Φουχιμόρι έκανε λόγο για «αιματηρές ενέργειες».
«Βρισκόμαστε στους 18» δολοφονημένους χωρικούς στο χωριό Σαν Μιγκέλ δελ Ένε, στην κοιλάδα των ποταμών Απουρίμακ, Ένε και Μαντάρο (κεντρικά-νότια), τον βασικό τομέα όπου παράγονται φύλλα κόκας στο Περού, ανέφερε ο Όσκαρ Αριόλα, επικεφαλής της αντιτρομοκρατικής διεύθυνσης της περουβιανής αστυνομίας, σε τηλεοπτικό δίκτυο. Πέραν των δύο παιδιών, τα θύματα είναι δέκα άνδρες και έξι γυναίκες.
Σε αυτή την περιοχή δρα ακόμη, κατά τις περουβιανές αρχές, το Φωτεινό Μονοπάτι, το κίνημα μαοϊστών ανταρτών που πολεμούσε εναντίον του κράτους από το 1980 ως το 2000. Η σύρραξη αυτή είχε δεκάδες χιλιάδες θύματα.
«Τα γεγονότα αυτά μας υπενθυμίζουν την εποχή της βαρβαρότητας και του τρόμου στη χώρα για πάνω από 20 χρόνια, που άφησε πίσω της πάνω από 70.000 νεκρούς και μεγάλο αριθμό εξαφανισθέντων», ανέφερε ο αρχιεπίσκοπος Μιγκέλ Καμπρέχος, πρόεδρος της διάσκεψης των επισκόπων της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας στη Λατινική Αμερική.
«Επιτόπου βρέθηκαν μπροσούρες που απαιτούν ο πληθυσμός να μη συμμετάσχει στην εκλογική διαδικασία του 2021», ανέφεραν οι ένοπλες δυνάμεις σε ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησαν, επιρρίπτοντας την ευθύνη σε μονάδα του Φωτεινού Μονοπατιού της οποίας ηγείται ο Βίκτορ Κίσπε Παλομίνο, ή «σύντροφος Χοσέ».
Αντάρτες διασκορπισμένοι
Μολονότι σχεδόν όλα τα ηγετικά στελέχη των μαοϊστών ανταρτών εκτίουν εδώ και χρόνια ποινές στις φυλακές του Περού, απομένουν μερικοί μαχητές διασκορπισμένοι σε δασικές και ορεινές απομονωμένες περιοχές. Οι αρχές υπολογίζουν, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, ότι οι μαχητές αυτοί είναι περίπου 350 και τους κατηγορούν πως συνεργάζονται με κακοποιούς που διακινούν ναρκωτικά.
«Καταδικάζω απερίφραστα τη δολοφονία αυτών των 14 ανθρώπων», τόνισε μέσω Twitter ο μεταβατικός πρόεδρος Φραντσίσκο Σαγάστι, ο οποίος διέταξε «να αναπτυχθούν περίπολοι» του στρατού και της αστυνομίας στην περιοχή «προκειμένου αυτή η τρομοκρατική ενέργεια να μην μείνει ατιμώρητη».
Η εισαγγελία ανέθεσε σε διεύθυνσή της που ειδικεύεται σε υποθέσεις τρομοκρατίας να διενεργήσει έρευνα για τις δολοφονίες. Η υπουργός Άμυνας, η Νουρία Εσπάρς, υποσχέθηκε πως «δεν θα μείνουν ατιμώρητες».
Το 2003, η Επιτροπή Αλήθειας και Συμφιλίωσης είχε υπολογίσει πως 70.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν ή εξαφανίστηκαν στη διάρκεια της εικοσαετούς ένοπλης σύρραξης ανάμεσα στις δυνάμεις ασφαλείας και τις οργανώσεις ανταρτών Φωτεινό Μονοπάτι και Επαναστατικό Κίνημα Τουπάκ Αμάρου (MRTA, γκεβαριστές).
Πάντα κατά τους υπολογισμούς της Επιτροπής, το Φωτεινό Μονοπάτι ευθυνόταν για το 54% των θυμάτων του εμφυλίου πολέμου. Ανάμεσα στις πιο πολυαίμακτες ενέργειες που αποδίδονται στην οργάνωση ήταν η δολοφονία το 1984 συνολικά 117 αγροτών στη Σόρας, στην περιφέρεια Αγιακούτσο (νότια), επειδή αρνήθηκαν να υποστηρίξουν το κίνημα.
Το Περού συγκαταλέγεται στις χώρες που παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες φύλλων κόκας και κοκαΐνης στον κόσμο, μαζί με την Κολομβία και τη Βολιβία.