Συνεχίζεται το χάος στη Μιανμάρ. Σύμφωνα με την Ένωση Αρωγής στους Πολιτικούς Κρατούμενους (AAPP), σε 543 ανέρχονται οι πολίτες της χώρας -μεταξύ των οποίων περισσότεροι από 40 ανήλικοι- που έχουν σκοτωθεί από τις δυνάμεις καταστολής στις κινητοποιήσεις που έγιναν κατά του νέου στρατιωτικού καθεστώτος, από την 1η Φεβρουαρίου όταν και έγινε το στρατιωτικό πραξικόπημα στη χώρα.
Ο αριθμός των παιδιών και των εφήβων που έχουν σκοτωθεί διπλασιάστηκε τις τελευταίες δώδεκα ημέρες, σημείωσε παράλληλα η μη κυβερνητική οργάνωση Save the Children. «Είναι ιδιαίτερα φρικτό ότι πολλά από αυτά τα παιδιά σκοτώθηκαν μέσα στο σπίτι τους, όπου θα έπρεπε να είναι προστατευμένα από κάθε κίνδυνο», υπογράμμισε.
Ο πραγματικός απολογισμός είναι αναμφίβολα πολύ πιο βαρύς καθώς περισσότεροι από 2.700 άνθρωποι έχουν συλληφθεί και πολλοί, οι οποίοι κρατούνται σε μυστικές τοποθεσίες, χωρίς να έχουν πρόσβαση σε δικηγόρο ή σε κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο, φέρονται ως αγνοούμενοι.
Στη Ρανγκούν, την οικονομική πρωτεύουσα της Μιανμάρ, κάτοικοι κατέθεσαν λουλούδια σε στάσεις των λεωφορείων και σε άλλους δημόσιους χώρους στη μνήμη των «μαρτύρων».
Το λουτρό αίματος των τελευταίων ημερών προκάλεσε νέες διεθνείς διαμαρτυρίες.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, έπειτα από δύο ημέρες δύσκολων διαπραγματεύσεων, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ «εξέφρασε την βαθιά του ανησυχία για την ταχεία επιδείνωση της κατάστασης», καταδικάζοντας «έντονα» τη βία σε ομόφωνη δήλωσή του.
Ορισμένα μέλη, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, ζητούσαν ένα πιο ισχυρό κείμενο που θα προέβλεπε «νέα βήματα» στην περίπτωση περαιτέρω επιδείνωσης της κατάστασης, σε μια ασαφή αναφορά στην πιθανότητα διεθνών κυρώσεων.
Ωστόσο η Κίνα, παραδοσιακός σύμμαχος του στρατού της Μιανμάρ, είναι κατηγορηματικά αντίθετη σε οποιοδήποτε μέτρο επιβολής, όπως και η Ρωσία, η οποία θέλει ακόμη και να εμβαθύνει την στρατιωτική της συνεργασία με το καθεστώς.
Οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία έχουν ήδη επιβάλει κυρώσεις σε ομίλους που ελέγχουν οι στρατηγοί. Αλλά αυτοί κωφεύουν και συνεχίζουν αδιάκοπα την αιματηρή τους καταστολή στη χώρα.
Οι στρατηγοί εντείνουν επίσης τις νομικές προσφυγές σε βάρος της πρώην ηγέτιδας της χώρας Αούνγκ Σαν Σου Τσι, η οποία κρατείται σε μυστική τοποθεσία από την 1η Φεβρουαρίου, αλλά είναι «καλά στην υγεία της», σύμφωνα με τους δικηγόρους της.
Η τιμηθείσα με Νόμπελ Ειρήνης το 1991 κατηγορείται για διαφθορά και για παραβίαση νόμου περί κρατικών απορρήτων που χρονολογείται από την εποχή της αποικιοκρατίας. Της έχουν απαγγελθεί και πολλές άλλες κατηγορίες και, αν κριθεί ένοχη, κινδυνεύει να της επιβληθεί ποινή φυλάκισης πολλών ετών και απαγόρευση των πολιτικών δραστηριοτήτων.