Η αμερικανική διπλωματία προτίμησε χθες Τετάρτη να επισημάνει τα κοινά συμφέροντα των ΗΠΑ και της Κίνας ως προς το ζήτημα του προγράμματος πυρηνικής ενέργειας του Ιράν, αποφεύγοντας να καταγγείλει τη συμφωνία 25ετούς «στρατηγικής συνεργασίας» που υπέγραψαν προ ημερών το Πεκίνο και η Τεχεράνη.
Τη σύναψη της συμφωνίας αυτής, το Σάββατο, συντηρητικοί αμερικανοί πολιτικοί και σχολιαστές, ιέρακες στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, εξέλαβαν ως απόδειξη πως δημιουργείται νέος αντιαμερικανικός άξονας.
«Δεν θα σχολιάσουμε συγκεκριμένες διμερείς συνομιλίες», περιορίστηκε πάντως να πει στον Τύπο ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Νεντ Πράις, που φάνηκε έτσι να επιδεικνύει την πρόθεση της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν να μη ρίξει λάδι στη φωτιά.
Θύμισε όμως ότι οι αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος της Ισλαμικής Δημοκρατίας παραμένουν «σε ισχύ», αν αναμονή της υποθετικής συνεννόησης ανάμεσα στις δύο χώρες, με σχέσεις ανοικτά εχθρικές εδώ και δεκαετίες, προκειμένου να περισωθεί η διεθνής συμφωνία του 2015 για το πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας του Ιράν, από την οποία απέσυρε τις ΗΠΑ ο τέως πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και διατάξεις της οποίας έχει αρχίσει να αθετεί η Τεχεράνη, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις σαρωτικές αμερικανικές κυρώσεις που επιβλήθηκαν ξανά και διευρύνθηκαν περαιτέρω.
«Θα αντιμετωπίσουμε οποιαδήποτε απόπειρα παράκαμψης των κυρώσεων αυτών», πρόσθεσε ο κ. Πράις, μιλώντας γενικά, χωρίς να αναφερθεί συγκεκριμένα στην ιρανοκινεζική συμφωνία.
«Ο ανταγωνισμός, όπως γνωρίζετε, καθορίζει τη σχέση μας με την Κίνα, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν πεδία στενής τακτικής ευθυγράμμισης», εξήγησε ο εκπρόσωπος του αμερικανικού ΥΠΕΞ. «Το Ιράν είναι ένα από αυτά. Η Κίνα έχει συνεργαστεί στις προσπάθειες να περιοριστεί το ιρανικό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας», θύμισε.
Κατά τον Νεντ Πράις, «το Πεκίνο δεν έχει συμφέρον να δει το Ιράν να αναπτύσσει πυρηνικά όπλα, κάτι που θα είχε βαθιά αποσταθεροποιητικό αντίκτυπο σε μια περιοχή από την οποία εξαρτάται η Κίνα».
Η Κίνα είναι μια από τις μεγάλες δυνάμεις που υπέγραψαν τη συμφωνία του 2015, επισήμως το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ), μαζί με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία.
Η συμφωνία θεωρητικά θα οδηγούσε στην άρση των διεθνών κυρώσεων με αντάλλαγμα την εκπλήρωση διαφόρων ιρανικών δεσμεύσεων, όμως ο Ντόναλντ Τραμπ επανέφερε σε ισχύ το 2018 και κατόπιν σκλήρυνε όλες τις αμερικανικές κυρώσεις.
Ο Τζο Μπάιντεν υπόσχεται ότι η χώρα του θα επιστρέψει στη συμφωνία, αλλά με προϋπόθεση η Τεχεράνη να επανέλθει στην πλήρη τήρηση των δεσμεύσεων της που πλέον αθετεί. Το Ιράν αξιώνει από την πλευρά του η Ουάσινγκτον να κάνει εκείνη το πρώτο βήμα, αίροντας τις κυρώσεις.
Για τον Νεντ Πράις, οι ΗΠΑ και η Κίνα έχουν κοινό συμφέρον να περισωθεί η συμφωνία, την ώρα που τα συμβαλλόμενα μέρη αναζητούν τον τρόπο για να επιτευχθεί αυτό.