Η Τουρκία έχει υποδεχτεί περίπου 2.000 Γεζίντι που εκδιώχθηκαν από τους τζιχαντιστές από τα σπίτια τους στο βόρειο Ιράκ, όπως έγινε γνωστό σήμερα από τις τουρκικές αρχές.
Οι περισσότεροι από τους Γεζίντι, σχεδόν 1.600 άνθρωποι, φιλοξενούνται σε σκηνές, σε έναν καταυλισμό στην πόλη Σιλώπη, κοντά στα σύνορα με το Ιράκ. Οι πρόσφυγες λαμβάνουν τρία γεύματα την ημέρα και υποβάλλονται σε ιατρικές εξετάσεις, προσπαθώντας να επανέλθουν σε έναν φυσιολογικό τρόπο ζωής. Όμως πολλοί από αυτούς έχουν χάσει κάποιον συγγενή τους ή αναγκάστηκαν να αφήσουν πίσω τους ακόμη και τα ίδια τα παιδιά τους, γιατί δεν είχαν διαβατήρια, όπως ανέφεραν κάποιοι σε έναν φωτορεπόρτερ του Γαλλικού Πρακτορείου.
Οι τουρκικές αρχές επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα μόνο στους εκτοπισμένους που έχουν διαβατήρια, κάτι που σημαίνει ότι πολλές οικογένειες χωρίστηκαν.
Ο αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης Μπεσίρ Αταλάι διαβεβαίωσε πάντως, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην Άγκυρα, ότι η χώρα του θα κάνει ό,τι μπορεί για να αυξήσει τις δυνατότητες φιλοξενίας προσφύγων.
Νωρίτερα, σε μια συγκέντρωση στελεχών του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ο πρωθυπουργός και εκλεγμένος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέμεινε ότι η Τουρκία «είναι η μοναδική χώρα που άνοιξε τις πόρτες της στους Γεζίντι».
Η Άγκυρα σχεδιάζει να κατασκευάσει έναν καταυλισμό χωρητικότητας 16.000 ανθρώπων κοντά στα σύνορά της αλλά εντός του ιρακινού εδάφους, κοντά στην κουρδική πόλη Ζάχο. Η Τουρκία προτιμά να μην υποδεχτεί στο έδαφός τους νέους πρόσφυγες καθώς ήδη φιλοξενεί τουλάχιστον 1,2 εκατομμύριο Σύρους στα νότια σύνορά της.
Πριν από περίπου δύο εβδομάδες οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους επιτέθηκαν στα χωριά των Γεζίντι γύρω από το όρος Σιντζάρ, στο βόρειο Ιράκ, εκδιώκοντας από τις εστίες τους δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους. Όσοι δεν πρόλαβαν να φύγουν, σφαγιάστηκαν. Καμία θρησκευτική κοινότητα δεν γλιτώνει από την ωμότητα των τζιχαντιστών οι οποίοι από τις 9 Ιουνίου ελέγχουν μεγάλα τμήματα του ιρακινού εδάφους και απειλούν με θάνατο όσους αρνούνται να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ.