Για πρώτη φορά τους τελευταίους πέντε μήνες, στις ΗΠΑ επιβεβαιώθηκαν χθες Πέμπτη λιγότερα από 40.000 κρούσματα του SARS-CoV-2, σύμφωνα με τα δεδομένα που συγκεντρώνει το πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς.
Μετά την κορύφωση με σχεδόν 300.000 μολύνσεις μέσα σε 24 ώρες την 8η Ιανουαρίου, ο αριθμός των μολύνσεων σε ημερήσια βάση άρχισε σταδιακά να κατεβαίνει στο επίπεδο όπου βρισκόταν πριν από το Χάλογουιν, τη γιορτή των Ευχαριστιών και τις γιορτές του τέλους του έτους, συνώνυμες με πολλές μετακινήσεις σε όλη τη χώρα και την επιτάχυνση της εξάπλωσης του ιού.
Άλλη ενθαρρυντική ένδειξη στη χώρα που υφίσταται το βαρύτερο πλήγμα από την πανδημία στον κόσμο σε απόλυτα μεγέθη (πάνω από 520.000 νεκροί εξαιτίας της COVID-19): οι εβδομαδιαίοι μέσοι όροι των θανάτων και των εισαγωγών στα νοσοκομεία μειώνονται.
Η εκστρατεία μαζικής ανοσοποίησης που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο στις ΗΠΑ επιταχύνεται, με τα (τρία, πλέον) εγκεκριμένα εμβόλια: αυτό της συμμαχίας Pfizer/BioNTech, αυτό της Moderna και, εδώ και λίγες ημέρες, αυτό της Johnson & Johnson. Οι ενέσεις με το τελευταίο σκεύασμα, που χορηγείται σε μία δόση, ξεκίνησαν την Τρίτη.
Ο αριθμός των ανθρώπων που έχουν εμβολιαστεί οδεύει να ξεπεράσει εκείνον των καταγεγραμμένων κρουσμάτων από την εκδήλωση της πανδημίας.
Επικαλούμενες τα καλά νέα, αμερικανικές πολιτείες αίρουν η μια πίσω από την άλλη περιοριστικά μέτρα που επιβάλλονταν για να ανασχεθεί η εξάπλωση του ιού. Η εφαρμογή τέτοιων μέτρων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτειακές αρχές.
Οι ανακοινώσεις τους θορύβησαν τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, που τις θεωρεί πολύ πρόωρες. Πρόκειται για «μεγάλο σφάλμα», στηλίτευσε, καλώντας τους Αμερικανούς να συνεχίσουν να φορούν μάσκες ακόμη κι αν πάψει να είναι υποχρεωτικό αυτό το μέτρο προστασίας στις πολιτείες τους. Παρόμοιες προειδοποιήσεις απηύθυναν αξιωματούχοι υπηρεσιών δημόσιας υγείας.