Ο Δημοκρατικός βουλευτής Τζέιμι Ράσκιν, κατήγορος στη δίκη του Ντόναλντ Τραμπ στην Γερουσία, αποκάλυψε σήμερα χωρίς να μπορεί να κρύψει τη συγκίνησή του πως η επίθεση οπαδών του τέως προέδρου στο Καπιτώλιο συνέβη μια μέρα μετά την κηδεία του γιου του.
«Αυτή η δίκη έχει μια προσωπική διάσταση», είπε, αδυνατώντας να συγκρατήσει τους λυγμούς του. «Ελπίζω να υπενθυμίσει στην Αμερική πόσο προσωπική υπόθεση είναι η δημοκρατία», είπε ο Ράσκιν, την πρώτη μέρα της δίκης του τέως προέδρου των ΗΠΑ στην Γερουσία.
Το εκλεγμένο μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων κήδευσε στις 5 Ιανουαρίου τον 25χρονο γιο του, που αυτοκτόνησε μέρες νωρίτερα υποφέροντας από κατάθλιψη.
Την επόμενη μέρα, 6 Ιανουαρίου, ο Ράσκιν προσκάλεσε την μικρότερη κόρη του και τον σύζυγο της μεγαλύτερης κόρης του, που ήθελε να βρίσκονται κοντά του «σε αυτή την συνταρακτική εβδομάδα» για να τον συνοδεύσουν στο Κογκρέσο, στη συμμετοχή του στην κοινοβουλευτική συνεδρίαση της κύρωσης της νίκης του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές.
Όταν οι υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ εισέβαλαν στο Καπιτώλιο, χωρίστηκαν. «Τα παιδιά μου κρύφτηκαν κάτω από ένα γραφείο στέλνοντάς μου τα τελευταία τους μηνύματα, αποχαιρετώντας με ψιθυρίζοντας μου στο τηλέφωνο. Νόμιζαν ότι θα πεθάνουν», είπε.
Όταν τους βρήκε ο βουλευτής, τους ζήτησε συγγνώμη και υποσχέθηκε στην κόρη του ότι θα είναι διαφορετική η επόμενη φορά που θα έρθει στο Κογκρέσο. «Μου είπε ‘Μπαμπά, δεν θέλω ποτέ να επιστρέψω’. Από όλα τα βάναυσα πράγματα που είδα και άκουσα εκείνη την ημέρα, αυτό ήταν που με πλήγωσε περισσότερο», είπε ο Δημοκρατικός βουλευτής.
«Αυτό, και βλέποντας κάποιον να χρησιμοποιεί μια αμερικανική σημαία για να χτυπήσει αδυσώπητα έναν αστυνομικό».
«Άνθρωποι πέθαναν, αστυνομικοί κατέληξαν με τραυματισμούς στο κεφάλι», είπε, ζητώντας από τους γερουσιαστές να συναγάγουν τα συμπεράσματά τους και να καταδικάσουν τον Ντόναλντ Τραμπ για «υποκίνηση εξέγερσης».