Τον φόβο του για το ενδεχόμενο να καταγράφει η Γερμανία έως και 100.000 κρούσματα κορονοϊού την ημέρα, την άνοιξη και το καλοκαίρι, κι αυτό παρά τους συνεχόμενους εμβολιασμούς, εκφράζει ο λοιμωξιολόγος του νοσοκομείου Charité του Βερολίνου Κρίστιαν Ντρόστεν στο περιοδικό Spiegel.
«Όταν οι ηλικιωμένοι και ίσως μερικές από τις ομάδες υψηλού κινδύνου θα έχουν εμβολιαστεί θα υπάρξουν τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και ίσως και νομικές πιέσεις για τον τερματισμό των μέτρων για την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Η συνέπεια θα μπορούσε να είναι τότε ότι πάρα πολλοί άνθρωποι θα μολύνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα» δήλωσε ο Ντρόστεν στο «Spiegel», όπως αναμεταδίδει το ΑΜΠΕ.
«Ωστόσο, ο ιός θα προσβάλλει κυρίως τους νεότερους, στους οποίους η εξέλιξη είναι ηπιότερη. Εν τούτοις με τόσες πολλές νέες λοιμώξεις οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας θα συνεχίσουν να γεμίζουν», τόνισε.
«Δεν νομίζω ότι μπορούμε να ελπίζουμε σε χαμηλότερους αριθμούς κρουσμάτων τους καλοκαιρινούς μήνες. Η Ισπανία και η Νότια Αφρική έχουν ήδη αποδείξει ότι ο αριθμός των κρουσμάτων παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα παρά την ζέστη», πρόσθεσε ο διακεκριμένος λοιμωξιολόγος.
«Η τιμή R θα πρέπει επομένως να μειωθεί σε 0,7 εάν είναι δυνατόν. Αποφασιστικής σημασίας παράγοντας είναι το αν θα είναι δυνατόν να περιοριστεί η μετάλλαξη που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μεγάλη Βρετανία. Πιστεύω ότι τώρα υπάρχει ακόμα η μοναδική ευκαιρία να αποτρέψουμε την εξάπλωση αυτής της μετάλλαξης στη χώρα μας ή τουλάχιστον να την επιβραδύνουμε σημαντικά», τόνισε στο «Spiegel».
Όσον αφορά τα ισχύοντα μέτρα για την αντιμετώπιση του κορονοϊού στην Γερμανία , ο Ντρόστεν τα χαρακτήρισε απλώς «συμβιβασμούς. Στο θέμα της τηλεργασίας σίγουρα θα μπορούσαν να έχουν γίνει περισσότερα. Είναι επίσης σημαντικό να παραμείνουν κλειστά τα σχολεία και οι παιδικοί σταθμοί», κατέληξε.