Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλωσορίζει την απόφαση του Δημοκρατικού νέου προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να κινήσει τη διαδικασία επανένταξης της χώρας του στη συμφωνία του Παρισιού για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, αναφέρει ανακοίνωση των Βρυξελλών η οποία συνυπογράφεται από τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς (ο τομέας ευθύνης του είναι η επιλεγόμενη «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία») και τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν και Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ Τζουζέπ Μπορέλ.
Λίγο νωρίτερα, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που προβλέπει την έναρξη της διαδικασίας για την επανένταξη της χώρας στη συμφωνία, αναιρώντας μια από τις πιο εμβληματικές ενέργειες του Ρεπουμπλικάνου προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ.
Ο μεγιστάνας, ο οποίος αμφισβητούσε την επιστημονική συναίνεση για την κλιματική αλλαγή, ενημέρωσε τα Ηνωμένα Έθνη για την πρόθεσή του να αποσύρει την χώρα του από τη συμφωνία το 2019· οι ΗΠΑ απήλθαν τυπικά τον Νοέμβριο του 2020.
Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες χαιρέτισε την απόφαση του Δημοκρατικού νέου προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να κινήσει τη διαδικασία για την επανένταξη της χώρας του στη συμφωνία του Παρισιού για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής.
«Μετά την περυσινή Σύνοδο για τη Φιλοδοξία για το Κλίμα, οι χώρες που παράγουν σχεδόν τις μισές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα δεσμεύτηκαν να γίνουν κλιματικώς ουδέτερες», σημείωσε ο Γκουτέρες και πρόσθεσε «η σημερινή δέσμευση από πλευράς του προέδρου Μπάιντεν αυξάνει το ποσοστό αυτό στα δύο τρίτα».
Όμως — προειδοποίησε ο επικεφαλής του ΟΗΕ — εξαντλείται ο χρόνος για να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη, να μην αυξηθεί πάνω από 1,5° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, όπως προβλέπει η συμφωνία.
«Προσβλέπουμε στον ηγετικό ρόλο των ΗΠΑ για την επιτάχυνση των παγκόσμιων προσπαθειών προς την κλιματική ουδετερότητα», τόνισε ο κ. Γκουτέρες, υποσχόμενος να συνεργαστεί στενά με τον νέο αμερικανό πρόεδρο για να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση, που «χειροτερεύει».
Ο Γενικός Γραμματέας παρότρυνε έτσι την κυβέρνηση Μπάιντεν να θέσει «φιλόδοξους» στόχους