Η εισβολή στο Καπιτώλιο και η επίμονη άρνηση του Τραμπ να αποδεχθεί τα αποτελέσματα των εκλογών έχουν θέσει σε κίνδυνο το πολιτικό μέλλον του απερχόμενου Αμερικανού προέδρου και έχουν αμαυρώσει τις προοπτικές για τα βασικά στελέχη του και τα μέλη της οικογένειάς του, δήλωσαν εν ενεργεία και πρώην αξιωματούχοι της κυβέρνησης, αναφέρει το ΑΠΕ.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος είχε αφήσει να αιωρείται η πιθανότητα να είναι υποψήφιος πρόεδρος στις εκλογές του 2024 και στελέχη από τις ομάδες εκστρατείας πολιτικών προσώπων ανέμεναν ότι ο Τραμπ θα ασκούσε επιρροή στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα για τα επόμενα χρόνια.
Ωστόσο η συμπεριφορά του την Τετάρτη –παρακινώντας τους υποστηρικτές να κάνουν πορεία προς το Καπιτώλιο για να ενθαρρύνουν τους βουλευτές να ανατρέψουν τη νίκη του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, χωρίς στη συνέχεια να τους ζητήσει άμεσα να αποχωρήσουν αφού ξέσπασαν βίαια επεισόδια– έχει προκαλέσει αποτροπιασμό σε ανθρώπους που εργάζονταν ή συνεχίζουν να εργάζονται μαζί του και, όπως δήλωσαν, άλλαξε την εξίσωση σε ό,τι αφορά την για την μετεκλογική του πορεία.
«Ήταν παράλειψη καθήκοντος ως αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων και νομίζω ότι θα δεχθεί θανάσιμο πλήγμα από μια πολιτική καριέρα στο μέλλον», δήλωσε χθες πρώην εργαζόμενος του Λευκού Οίκου που εργάστηκε για τον Τραμπ. «Τα χέρια βάφτηκαν με αίμα χθες (σ.σ. την Τετάρτη). Πέθανε μια γυναίκα».
«Δεν υπάρχει επιστροφή από αυτό που συνέβη. Ήταν ανταρσία»
Υποστηρικτές του Τραμπ εισέβαλαν στο Καπιτώλιο, απωθώντας τους αστυνομικούς, και περιφέρονταν στο κτίριο, αναγκάζοντας βουλευτές αλλά και τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς να το εγκαταλείψουν. Μία γυναίκα τραυματίσθηκε θανάσιμα εντός του Καπιτωλίου από αστυνομικά πυρά, ενώ άλλοι τρεις άνθρωποι πέθαναν στον χώρο του Καπιτωλίου εξαιτίας «έκτακτων ιατρικών περιστατικών». Ένας από τους άνδρες της αστυνομίας του Καπιτωλίου (USCP) υπέκυψε στα τραύματα που υπέστη όταν συνεπλάκη με οπαδούς του Τραμπ καθώς εισέβαλαν στο εμβληματικό κτίριο την Τετάρτη, επιβεβαίωσε το ομοσπονδιακό αστυνομικό σώμα το βράδυ της Πέμπτης.
«Δεν υπάρχει επιστροφή από αυτό που συνέβη. Ήταν ανταρσία. Δεν βλέπω πώς μπορεί να υπάρχει μέλλον», δήλωσε άλλος πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης, αναφερόμενος στον Τραμπ και τους κορυφαίους συμβούλους του. «Νομίζω ότι τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου που παρέμειναν και που δεν εκφράζουν ανοικτά τη γνώμη τους, ούτε τουλάχιστον παραιτούνται αθόρυβα, θα έχουν στιγματιστεί για πάντα».
Ο πρώην αξιωματούχος της κυβέρνησης αναφέρθηκε ειδικότερα στον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, έναν ακόλουθο του Τραμπ που ίσως τρέφει φιλοδοξίες για την προεδρία, επικρίνοντάς τον για το ότι δεν έκανε αρκετά για να καταδικάσει τα όσα συνέβησαν. Ο Πομπέο ανάρτησε μήνυμα στο Twitter, χαρακτηρίζοντας «απαράδεκτη» τη βία. Το υπουργείο Εξωτερικών αρνήθηκε να κάνει περαιτέρω σχόλια.
Η υπουργός Μεταφορών Ιλέιν Τσάο υπέβαλε χθες την παραίτησή της, όπως και η υπουργός Παιδείας Μπέτσι ΝτεΒός, που επικαλέστηκε τη «ρητορική» του προέδρου για την πρόκληση του χάους στο Καπιτώλιο. Την αποχώρησή τους έχουν ανακοινώσει και άλλοι, χαμηλότερης βαθμίδας, κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ενώ απομένουν λιγότερο από δύο εβδομάδες έως το τέλος της κυβέρνησης του Τραμπ.
Με καθυστέρηση η αντίδραση Τραμπ
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος, σε μία κίνηση που μέχρι στιγμής είναι ό,τι πιο κοντινό στην παραδοχή της ήττας του στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, δημοσιοποίησε χθες βράδυ ένα βίντεο υποσχόμενος μια ομαλή μετάβαση στη «νέα κυβέρνηση» και χαρακτηρίζοντας τις βιαιότητες στο Καπιτώλιο «αποτρόπαια επίθεση».
Ωστόσο η δήλωση έγινε με καθυστέρηση και ύστερα από παρέμβαση της κόρης του Ιβάνκα, σύμφωνα με εν ενεργεία αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, που σημείωσε ότι το πολιτικό πλήγμα από τα γεγονότα αυτής της εβδομάδας θα επεκταθεί στα μέλη της οικογένειάς του, όπως στη νύφη του Λάρα Τραμπ, που φιλοδοξεί να είναι υποψήφια για τη Γερουσία στη Βόρεια Καρολίνα.
Οι πρώην αξιωματούχοι που μίλησαν στο Reuters για αυτό το άρθρο υπήρξαν γενικά υποστηρικτικοί προς τον πρόεδρο, ακόμα και μετά την αποχώρησή τους από τις θέσεις του σε προηγούμενες περιόδους της προεδρικής θητείας.
Ο Τραμπ έχει συγκεντρώσει τεράστια χρηματικά ποσά κατά την περίοδο μετά τις εκλογές, κεφαλαιοποιώντας την δυσαρέσκεια που ο ίδιος υποδαύλισε με τους ψευδείς ισχυρισμούς του ότι του έκλεψαν τις εκλογές μέσω εκτεταμένης νοθείας. Ωστόσο άλλος πρώην αξιωματούχος του Λευκού Οίκου δήλωσε ότι η ικανότητα του προέδρου να συγκεντρώνει χρήματα θα περιοριστεί τώρα, με την εξαίρεση μικρών δωρεών από ορισμένους, ακόμα ένθερμους, οπαδούς στην πολιτική του βάση.
Πολλοί εκλεγμένοι αξιωματούχοι εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος τού έχουν γυρίσει την πλάτη λόγω της βίας, κάτι που μπορεί να περιορίσει την επιρροή του Τραμπ στο πολιτικό μέλλον των Ρεπουμπλικανών όσο και το δικό του. Ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ, που ανέκαθεν υπερασπιζόταν τον πρόεδρο, δήλωσε την Τετάρτη το βράδυ ότι «ως εδώ και μη παρέκει» και πως ο Μπάιντεν είχε εκλεγεί νόμιμα.
«Δεν νομίζω ότι θα εκλεγεί σε κάποια άλλη θέση», δήλωσε ένας τρίτος, πρώην αξιωματούχος του Λευκού Οίκου αναφερόμενος στον Τραμπ. «Με το πέρασμα του χρόνου, θα συνεχίσει να είναι μια ισχυρή φωνή και θα έχει μεγάλο ρεύμα αλλά…. νομίζω ότι αυτό μειώνει τις πιθανότητες να είναι υποψήφιος για κάτι άλλο».