Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν έχει «εμμονή» με την αναβίωση της σοβιετικής αυτοκρατορίας, ο πρώην πρόεδρος της Κίνας Χου Τζιντάο ήταν «απόμακρος» και ο Ιρανός Μαχμούντ Αχμαντινεζάντ ένα «πολεμοχαρές κοκκόρι». Αυτοί είναι μόνο μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που αποδίδει σε ξένους ηγέτες η Χίλαρι Κλίντον στο νέο της βιβλίο. Τα «καλά» της λόγια δεν τελειώνουν εκεί, αλλά υπάρχουν και κάποιοι εκ των ισχυρών του πλανήτη που δεν… τα άκουσαν. Όπως η Άνγκελα Μέρκελ, την οποία –τονίζει- ότι τη θεωρεί «ισχυρή προσωπικότητα».
Η πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ παρουσιάζει σήμερα τη νέα της αυτοβιογραφία με τίτλο «Hard Choices» («Δύσκολες Επιλογές»), που πολλοί αναλυτές περιγράφουν ως μία ανεπίσημη έναρξη της προεκλογικής της εκστρατείας για την προεδρία το 2016.
Έχοντας επισκεφθεί 112 χώρες στη διάρκεια της τετραετούς θητείας της στο υπουργείο Εξωτερικών, η Κλίντον ρίχνει φως στις επαφές της με ξένους ηγέτες σχετικά με μερικές από τις σημαντικότερες διεθνείς κρίσεις και περιγράφει με ποιον τρόπο οι σχέσεις της με αυτούς συχνά έδιναν τον τόνο των διαπραγματεύσεων.
«Καλώς ή κακώς το προσωπικό στοιχείο μετράει περισσότερο στις διεθνείς σχέσεις απ’ ό,τι θα φανταζόταν κάποιος», γράφει στο βιβλίο της.
Η Χίλαρι Κλίντον φημίζεται πλέον για την προτίμησή της στις σούρες για τα μαλλιά. Μάλιστα, η ίδια έχει παραδεχτεί ότι τα αξεσουάρ που επιλέγει για τα μαλλιά της έχουν γίνει αντικείμενο διακωμώδησης και δίνει ένα παράδειγμα από την περίοδο που αναζητούσε τίτλο για το βιβλίο της. Σε απόσπασμα από το σημείωμα του συγγραφέα που δόθηκε στη δημοσιότητα πριν από την κυκλοφορία του βιβλίου, η Κλίντον γράφει: «Όταν ξεκίνησα αυτό το βιβλίο, λίγο μετά που έφυγα από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, σκέφτηκα μία σειρά από τίτλους. Για καλή μου τύχη, η Ουάσινγκτον Ποστ ζήτησε από τους αναγνώστες της να προτείνουν τίτλους…Ο αγαπημένος μου ήταν «Σούρες, Τα Χρονικά: 112 Χώρες κι Ακόμη Ασχολούνται Μόνο με τα Μαλλιά Μου».
Η Χίλαρι Κλίντον γράφει ότι η πιο δύσκολη σχέση που κλήθηκε να καλλιεργήσει ως υπουργός Εξωτερικών ήταν με τον Πούτιν, μία σχέση που χαρακτηρίστηκε από ένταση ύστερα από την αποτυχία της αμερικανο-ρωσικής «αναθέρμανσης» στις αρχές της προεδρίας Ομπάμα. «Συνεχώς σε τεστάρει, συνεχώς δοκιμάζει τα όριά σου», γράφει για τον Ρώσο πρόεδρο, τον οποίο περιγράφει ως αυταρχικό ηγέτη με «όρεξη για περισσότερη εξουσία, εδάφη και επιρροή».
Ασκώντας κριτική κατά της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία και τις κινήσεις της Μόσχας στην ανατολική Ουκρανία, η Κλίντον προειδοποιεί ότι μία τέτοια πολιτική μπορεί να αποβεί μπούμερανγκ εις βάρος μίας χώρας με ήδη επιβαρυμένη οικονομία.
Στο 635 σελίδων βιβλίο της η Κλίντον περιγράφει τον πρώην πρόεδρο της Κίνας Χου Τζιντάο λιγότερο μαχητικό και περισσότερο «ευγενή». Η Κλίντον αναφέρει ότι ο Χου δεν διέθετε «την χαρισματική εξουσία» προκατόχων του όπως ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ.
«Ο Χου μου φαινόταν περισσότερο ως απόμακρος πρόεδρος διοικητικού συμβουλίου παρά ως δραστήριος διευθύνων σύμβουλος», εξηγεί επικαλούμενη τις επισκέψεις της στο Πεκίνο όπου συχνά είχε πιο εποικοδομητικές επαφές με κατώτερους κυβερνητικούς αξιωματούχους. «Σε ποιον βαθμό είχε τον έλεγχο ολόκληρου του μηχανισμού του Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν υπό συζήτηση».
Δριμεία κριτική ασκεί στον πρώην πρόεδρο του Ιράν Αχμαντινεζάντ, τον οποίο περιγράφει ως «αρνητή του Ολοκαυτώματος και προβοκάτορα που…πρόσβαλε τη Δύση κάθε λίγο και λιγάκι».
Ο Ιρανός ηγέτης ήταν ένα «φιλοπόλεμο κορδωμένο κοκκόρι που επιδεικνυόταν στη διεθνή σκηνή», απρόθυμος να αναθερμάνει τις σχέσεις με την Ουάσινγκτον τόσο ώστε να προχωρήσει σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις σχετικά με το αμφιλεγόμενο πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης–μία επίμονη στάση που συνετέλεσε στην επιβολή από την Ουάσινγκτον κυρώσεων εις βάρος του Ιράν. «Η δεύτερη θητεία του προέδρου Αχμαντινεζάντ ήταν καταστροφική και το πολιτικό του κύρος στην πατρίδα του είχε καταρρεύσει», σχολιάζει σχετικά.
Η Χίλαρι Κλίντον γράφει ότι η γνωριμία της με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου βοήθησε στην αποκλιμάκωση των συχνά έντονων διαφωνιών τους σχετικά με την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή και το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που -όπως γράφει-ο Νετανιάχου θεωρούσε «μεγαλύτερη και πιο επείγουσα απειλή για την ασφάλεια του Ισραήλ παρά τη σύγκρουση με τους Παλαιστινίους». Και προσθέτει: «Διαπίστωσα ότι ο Μπίμπι (σ.σ το υποκοριστικό του Νετανιάχου) θα το παλέψει αν νιώσει ότι τον έχουν στριμώξει στη γωνία, αλλά αν τον αντιμετωπίσεις ως φίλο, υπάρχει περίπτωση να έχεις αποτέλεσμα».
Μεταξύ των υπόλοιπων συμμάχων των ΗΠΑ, ελάχιστοι έχουν κατά την κρίση της τόσο μεγάλη επιρροή όσο η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, την οποία περιγράφει ως «την πιο ισχυρή ηγέτιδα στην Ευρώπη». «Σηκώνει το βάρος της Ευρώπης στους ώμους της», γράφει για την Μέρκελ την οποία συνάντησε για πρώτη φορά το 1994 όταν μαζί με τον σύζυγό της Μπιλ Κλίντον, ο οποίος ήταν τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, επισκέφθηκαν το Βερολίνο.
Με ηγέτες σαν την Μέρκελ, πράους και συνεσταλμένους ως προσωπικότητες, ο Γάλλος Νικολά Σαρκοζί φαντάζει το αντίθετο, με το να καταφεύγει συχνά σε «κατά ριπάς μονολόγους με τη μορφή ροής της συνείδησης» για την εξωτερική πολιτική «αφαιρώντας έτσι το οξυγόνο» από την αίθουσα. «Κουτσομπόλευε, περιέγραφε άλλους ξένους ηγέτες ως τρελούς ή ασταθείς. Τον έναν τον χαρακτήριζε “μανιακό σε σύγχυση”, για άλλον έλεγε ότι διέθετε έναν στρατό “που δεν ήξερε να πολεμάει” και για άλλον ότι καταγόταν από γενιά βαρβάρων»”.
Ωστόσο, η Κλίντον στο βιβλίο της επιμένει ότι «παρά την πληθωρικότητά του, (ο Σαρκοζί) ήταν πάντα κύριος».