Η Ρωσία θα θεωρήσει την όποια περαιτέρω αύξηση των δυνάμεων του NATO που είναι ανεπτυγμένες κοντά στα σύνορά της «επίδειξη εχθρικών προθέσεων» και θα λάβει πολιτικά και στρατιωτικά μέτρα για να προασπίσει τη ασφάλειά της, δήλωσε ανώτατος Ρώσος διπλωμάτης σήμερα.
Η δήλωση αυτή καταγράφεται εν μέσω της βαθιάς κρίσης στις σχέσεις ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση λόγω της κρίσης στην Ουκρανία, λίγες ημέρες αφότου ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα προσέφερε μεγαλύτερη στρατιωτική υποστήριξη στα κράτη-μέλη του NATO στην ανατολική Ευρώπη, για να καθησυχάσει τις ανησυχίες τους όσον αφορά τη Ρωσία και τις ενέργειές της.
«Δεν θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε μια αύξηση της στρατιωτικής ισχύος της συμμαχίας (που είναι ανεπτυγμένη) κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία ως ο,τιδήποτε άλλο πέρα από μια επίδειξη εχθρικών προθέσεων», είπε ο υφυπουργός Εξωτερικών Βλαντίμιρ Τιτόφ στο πρακτορείο ειδήσεων Ίντερφαξ.
Την περασμένη εβδομάδα, σε μια ομιλία του στην Πολωνία, ένα κράτος-μέλος του NATO, ο Ομπάμα παρουσίασε σχέδια για την δαπάνη έως και 1 δισεκ. δολαρίων για την υποστήριξη και την εκπαίδευση των στελεχών των ένοπλων δυνάμεων χωρών της συμμαχίας που γειτνιάζουν με τη Ρωσία.
Ο Λευκός Οίκος ανήγγειλε επίσης ότι θα επανεξετάσει την μόνιμη ανάπτυξη αμερικανικών στρατευμάτων στην Ευρώπη υπό το φως της κρίσης στην Ουκρανία, αλλά απέφυγε να δεσμευτεί ρητά ότι θα στείλει δυνάμεις, όπως ζητούσε η Πολωνία ως εγγύηση για την ασφάλειά της.
«Θα ήταν δύσκολο να δούμε οποιαδήποτε επιπρόσθετη ανάπτυξη σημαντικών στρατιωτικών δυνάμεων του NATO στην κεντρική και την ανατολική Ευρώπη, ακόμη και εάν δεν έχει μόνιμο χαρακτήρα, ως κάτι άλλο πέρα από μια άμεση παραβίαση των διατάξεων της Ιδρυτικής Συνθήκης των σχέσεων ανάμεσα στη Ρωσία και στο NATO», του 1997, επισήμανε ακόμη ο Τιτόφ.
«Θα αναγκαστούμε να μετέλθουμε όλα τα απαραίτητα πολιτικά και στρατιωτικά μέτρα για να προασπίσουμε με αξιόπιστο τρόπο την ασφάλειά μας», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η Ρωσία αντιτάσσεται επί μακρόν στην επέκταση του NATO προς ανατολάς, τονίζοντας ότι απειλεί τη δική της ασφάλεια και λέει ότι οι σχεδιασμοί του Κιέβου να συνδεθεί πιο στενά με τη Δύση —συμπεριλαμβανομένων του Βορειοατλαντικού Συμφώνου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης— την ανάγκασε να αντιδράσει.
Η Δύση αντιτείνει ότι η Ρωσία αναμιγνύεται στα εσωτερικά πολιτικά ζητήματα της Ουκρανίας για να διατηρήσει την πρώην σοβιετική δημοκρατία στη δική σφαίρα επιρροής.