Μπορεί ο Τζο Μπάιντεν να «ζεσταίνει» την προεδρική καρέκλα στον Λευκό Οίκο, αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ δεν καταθέτει… τα όπλα. Η εκστρατεία επανεκλογής του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου ανακοίνωσε χθες, Τρίτη 10 Νοεμβρίου, ότι θα καταθέσει αγωγή στο Μίσιγκαν, ζητώντας τη μη επικύρωση του εκλογικού αποτελέσματος, μέχρι να επιβεβαιωθεί ότι η ψηφοφορία έγινε με νόμιμο τρόπο.
Πρόκειται για την τελευταία εξέλιξη σε έναν καταιγισμό δικαστικών προσφυγών που έχουν κατατεθεί σε κρίσιμες πολιτείες, σε μια προσπάθεια να εδραιωθούν οι ισχυρισμοί του Τραμπ για ευρεία εκλογική νοθεία.
Από την άλλη μεριά, ειδικοί στις νομικές υποθέσεις έχουν δηλώσει ότι αυτές οι δικαστικές προσφυγές έχουν μικρή πιθανότητα να επιτύχουν την αλλαγή του εκλογικού αποτελέσματος, ενώ πολιτειακοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι δεν υπήρξαν σημαντικές παρατυπίες στη διαδικασία της 3ης Νοεμβρίου.
Στο μεταξύ, οι υποστηρικτές του Τραμπ αντιμετώπισαν ένα πιθανό εμπόδιο στην προώθηση των διεκδικήσεών τους για την Πενσιλβάνια. Ένας μάρτυρας, που είχε καταγγείλει τη διάπραξη εκλογικής νοθείας, απέσυρε την καταγγελία του, σύμφωνα με τους Δημοκρατικούς στο Κογκρέσο, οι οποίοι είχαν ενημερωθεί σχετικά με την έρευνα αυτή.
Η τακτική Τραμπ ικανοποιεί τους συντηρητικούς ψηφοφόρους του
Πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οι Ρεπουμπλικάνοι υπερηφανεύονταν για την ταχεία συστράτευση μαζί τους μιας στρατιάς δικηγόρων από τρία μεγάλα νομικά γραφεία ώστε να αμφισβητηθεί (αποτελεσματικά) το εκλογικό αποτέλεσμα. Ωστόσο, τώρα που έφτασε η μεγάλη στιγμή, αυτός ο στρατός των δικηγόρων και τα μεγάλα νομικά γραφεία δεν είναι πλέον τόσο ορατά, σχολιάζει το Politico.
Όπως αναφέρεται, στο παρασκήνιο, το μεγαλύτερο μέρος των δικαστικών προσφυγών διαχειρίζονται μικρά νομικά γραφεία με συντηρητικούς δικηγόρους. Δημοσίως, ο Ντόναλντ Τραμπ επαφίεται σε ένθερμους υποστηρικτές και πολιτικούς συμμάχους, μερικοί από τους οποίους δεν είναι ούτε καν νομικοί, για να εξηγήσει γιατί οι αμερικανικές πολιτείες θα πρέπει να απορρίψουν ψήφους ή να ακυρώσουν συνολικά αποτελέσματα.
Υπάρχει ένας βασικός λόγος για την τακτική αυτή.
Όπως συμβαίνει σε όλα όσα εμπλέκεται ο Τραμπ, η επικοινωνία του σχετικού μηνύματος των δικαστικών προσφυγών εξυπηρέτησε περισσότερο ένα πολιτικό παιχνίδι με στόχο να ικανοποιηθεί η εκλογική του βάση και λιγότερο μία προσπάθεια να διατυπωθεί ένα λογικό επιχείρημα για να αμφισβητηθεί επισήμως το εκλογικό αποτέλεσμα, λένε Ρεπουμπλικάνοι που έχουν λάβει γνώση για το σχέδιο του Αμερικανού προέδρου.
Ο στόχος είναι όχι μόνο να υποβαθμιστεί η νομιμότητα της νίκης του Τζο Μπάιντεν, αλλά και να κινητοποιηθούν οι υποστηρικτές του Τραμπ για τη μάχη των επαναληπτικών εκλογών στην πολιτεία της Τζόρτζια. Από το αποτέλεσμα της εκλογικής αυτής αναμέτρησης θα προκύψει το κόμμα που θα ασκεί τον κοινοβουλευτικό έλεγχο της Γερουσίας από τον επόμενο χρόνο.
Παράλληλα, εξυπηρετείται η σκοπιμότητα διαχρονικής καλλιέργειας αμφισβήτησης για την αξιοπιστία των αμερικανικών προεδρικών εκλογών τώρα, αλλά και στο μέλλον, εξυπηρετώντας τη στάση «δεν χάνω πότε» που προώθησε ο Τραμπ. Πρόκειται για μία τακτική που φαίνεται ότι δουλεύει, τουλάχιστον ως προς την απονομιμοποίηση του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα δημοσκόπησης (Politico/Morning Consult poll) που δημοσιοποιήθηκε χθες (10/11), το 70% των Ρεπουμπλικάνων δήλωσαν ότι δεν πιστεύουν ότι οι εκλογές ήταν ελεύθερες και δίκαιες. Πρόκειται για μια μεγάλη αύξηση σε σύγκριση με το 35% των Ρεπουμπλικάνων που εξέφραζαν μία παρόμοια εκτίμηση πριν από την 3η Νοεμβρίου.
«Όλο αυτό είναι για τον θόρυβο», δήλωσε ένα πρώην βοηθός του Τραμπ, ο οποίος παραμένει κοντά στην εκστρατεία για την επανεκλογή του.
Σε νομικό επίπεδο, το επιτελείο του Τραμπ δεν έχει σημειώσει κάποια πρόοδο, καθώς από την 3η Νοεμβρίου και μετά οι δικηγόροι του δεν έχουν κερδίσει σημαντικές δικαστικές μάχες σε κρίσιμες πολιτείες, στις οποίες προηγείται ή νίκησε ο Μπάιντεν (Μίσιγκαν, Πενσιλβάνια, Αριζόνα, Τζόρτζια, Νεβάδα).
Σε μερικές περιπτώσεις, η ομάδα του Ρεπουμπλικάνου υποψηφίου δεν παρουσίασε τις αποδείξεις που ήταν απαραίτητες για την ακύρωση ψηφοδελτίων. Σε άλλες περιπτώσεις, η ομάδα του δεν κατέθεσε ούτε τα απαραίτητα έγγραφα.
Έμπιστοι του Τραμπ τοποθετούνται από τον Λευκό Οίκο στο Πεντάγωνο
Μία ημέρα μετά την αποπομπή του πρώην υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Μαρκ Έσπερ, από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο Λευκός Οίκος προχώρησε χθες στον διορισμό ενός έμπιστου του Αμερικανού προέδρου σε μία σημαντική θέση στο Πεντάγωνο, ενώ πήρε προαγωγή ένας άλλος αξιωματούχος που είχε ανυπόστατα χαρακτηρίσει τρομοκράτη τον πρώην πρόεδρο, Μπαράκ Ομπάμα.
Οι αλλαγές προσώπων στο Πεντάγωνο αυξάνουν την ανησυχία μεταξύ των Δημοκρατικών σχετικά με το ενδεχόμενο αναταράξεων στην πολιτική εθνικής ασφάλειας της χώρας, καθώς ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος θα πρέπει να αποχωρήσει από το Οβάλ Γραφείο.
Η αποπομπή του Έσπερ (τον αντικατέστησε ο Κρις Μίλερ, που ήταν διευθυντής στο Εθνικό Κέντρο Αντιτρομοκρατίας) ενδέχεται επίσης να κάνει ευκολότερη για τον Τραμπ την εφαρμογή πολιτικών, στις οποίες ήταν αντίθετος ο πρώην υπουργός Άμυνας, όπως η ανάπτυξη στρατιωτών για την καταστολή διαδηλώσεων στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, το αμερικανικό Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι ο Κας Πατέλ που είχε θέση υψηλόβαθμου συμβούλου κατά της τρομοκρατίας στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, θα είναι ο προσωπάρχης του Μίλερ.
Ο Πατέλ εργάστηκε ως υψηλόβαθμος βοηθός για τον Ρεπουμπλικάνο βουλευτή, Ντέβιν Νούνιες, τον υποστηρικτή του Τραμπ που ήταν πρόεδρος στην Επιτροπή για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων και τώρα έχει την ηγεσία της μειοψηφίας στην ίδια επιτροπή.
Στη διάρκεια της συνεργασίας του με τον Νούνιες, ο Πατέλ βοήθησε στην κατάρτιση ενός υπομνήματος που κατηγορούσε το FBI, αλλά και το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ για μεροληπτική στάση σε βάρος του Τραμπ.