Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι παρουσίασε τις πρώτες πρωτοβουλίες της κυβέρνησής του για την μείωση των φόρων, τις πρώτες παρεμβάσεις στην αγορά της εργασίας, την στήριξη των επιχειρήσεων και τον περιορισμό των δαπανών του δημοσίου.
Σε ότι αφορά την στήριξη των εργαζομένων επιβεβαιώνεται η μείωση του κόστους εργασίας η οποία αγγίζει, συνολικά, τα δέκα δισεκατομμύρια ευρώ.
«Η κίνηση αυτή αφορά δέκα εκατομμύρια Ιταλούς. Η φορολόγηση των μισθών τους θα μειωθεί κατά χίλια ευρώ τον χρόνο», δήλωσε ο Ιταλός πρωθυπουργός.
Το εν λόγω μέτρο θα ισχύσει από τον επόμενο Μάιο και θα αφορά τους εργαζόμενους με απολαβές που δεν ξεπερνούν τις 25.0000 ευρώ το χρόνο.
Σε ότι αφορά τους αναγκαίους πόρους για την κάλυψη του μέτρου, εντοπίσθηκαν στον περιορισμό των δαπανών του δημοσίου, στην αύξηση των εσόδων από τον ΦΠΑ και στην μείωση των επιτοκίων του ιταλικού δημόσιου χρέους.
Μέρος των πόρων, επίσης, σύμφωνα με την ιταλική κυβέρνηση, θα προκύψει από τη διαφορά της σχέσης δημοσίου ελλείμματος- AΕΠ που για φέτος προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στο 2,6%. Ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός αποφάσισε να ξοδέψει άλλο ένα 0,4%, (αγγίζοντας, δηλαδή, το όριο του 3% που έχει θέσει η Ευρώπη) για την μείωση της φορολογικής πίεσης.
Ο Ματτέο Ρέντσι δεσμεύθηκε, επίσης , ότι το ιταλικό δημόσιο θα καταβάλει άμεσα τα 60 δισεκατομμύρια ευρώ που χρωστά στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Σε ότι αφορά την επισκευή των δημόσιων σχολείων η ιταλική κυβέρνηση θα διαθέσει 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ θα συνεχισθεί η πώληση των ΙΧ που ήταν έως τώρα στην διάθεση ανώτατων στελεχών του κρατικού μηχανισμού.
Ο σημαντικότερος φόρος που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις, επίσης, θα περιορισθεί κατά 10%, χάρη σε πόρους που θα εξευρεθούν από την αύξηση της φορολόγησης των κατόχων μετοχών ιδιωτικών επιχειρήσεων: από το 20%, ο σχετικός φόρος αυξάνεται στο 26%.
Η κυβέρνηση Ρέντσι, τέλος, πρόκειται να διαθέσει 500 εκατομμύρια ευρώ για την χρηματοδότηση επιχειρήσεων με κοινωνική χρησιμότητα, να ενισχύσει το κρατικό ταμείο που λειτουργεί ως εγγύηση και στηρίζει τους επιχειρηματίες που ζητούν δάνεια από τις τράπεζες, ενώ ορίζει ότι οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου δεν θα μπορούν να υπερβαίνουν, συνολικά, τα τρία χρόνια διάρκειας.
Σε ότι αφορά, όμως, την συνολική μεταρρύθμιση της αγοράς της εργασίας και του ταμείου ανεργίας, οι λεπτομέρειες θα καθοριστούν με ειδικές ρυθμίσεις που θα εκπονηθούν από το κοινοβούλιο.