Την ώρα που συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις της διεθνούς κοινότητας προκειμένου να βρεθεί μια πολιτική λύση για την Ουκρανία και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής επέμβασης της Ρωσίας στην Κριμαία, πολιτικοί αναλυτές εξηγούν γιατί μια στρατιωτική εμπλοκή δεν συμφέρει κανέναν.
Ο Χάρης Γρηγοριάδης επίκουρος καθηγητής Οικονομικών και Ανατολικοευρωπαϊκών Σπουδών στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, απαντά σε συνέντευξή του στην Deutsche Welle στο πόσο κοντά βρισκόμαστε σε ένα θερμό επεισόδιο.
«Η Ρωσία δεν έχει κανένα συμφέρον να κάνει πόλεμο στην Ουκρανία, γιατί θα είχε τρομακτικές συνέπειες και στη δική της οικονομία και στις οικονομίες των χωρών της ΕΕ. Το κόστος, για παράδειγμα, του υψηλού πληθωρισμού που θα έφερνε ένας ρωσο-ουκρανικός πόλεμος με το ρούβλι να πέφτει ακόμη περισσότερο και τις τιμές στα προϊόντα να αυξάνουν πιστεύω ότι είναι κάτι που ο Πούτιν δεν θέλει. Γιατί πέρα από την βραχυπρόθεσμη δημοτικότητα που φέρνει μια τέτοια κίνηση σε πιο συντηρητικές κοινωνίες, όπως της Ρωσίας, ο κόσμος ενδιαφέρεται περισσότερο να έχει τη δυνατότητα να αγοράζει κάποια αγαθά σε πιο προσιτές τιμές, ενδιαφέρεται για τη σταθερότητα στην αγορά».
Ο έλληνας καθηγητής, ειδικός σε θέματα Ανατολικής Ευρώπης υποστηρίζει ότι σε αυτήν την κρίση τα συμφέροντα των ΗΠΑ με αυτά της ΕΕ δεν ταυτίζονται και ότι επιβολή κυρώσεων, όπως προτείνουν οι Αμερικανοί, αλλά και η αποπομπή της Ρωσίας από το G8 είναι μέτρα αντιπαραγωγικά και αντίθετα με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
«Οι Αμερικανοί δεν θα προχωρήσουν σε κυρώσεις χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των Ευρωπαίων, αυτή είναι η δική μου εκτίμηση. Στο G8 είναι ο Καναδάς, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, οι υπόλοιπες όμως χώρες ανήκουν στην Ευρώπη. Το ζήτημα είναι ότι δεν συμφέρει τις ευρωπαϊκές χώρες να διώξουν τη Ρωσία από το G8. Θα ήταν κάτι το εντελώς αντιφατικό με τη μέχρι τώρα οικονομική τους πολιτική. Όλη η προσπάθεια της ΕΕ ήταν να εντάξει τη Ρωσία στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ακριβώς για να μπορεί να προωθήσει με πολύ πιο αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο τις εμπορικές της συναλλαγές με τη Ρωσία χρησιμοποιώντας τον ΠΟΕ ως όχημα για την φιλελευθεροποίηση της ρωσικής οικονομίας προς όφελος της Ευρώπης, του κύριου εμπορικού της εταίρου στον κόσμο. Άρα η αποπομπή της Ρωσίας από το G8 είναι τελείως αντίθετη με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα και ιδίως τα γερμανικά».
Η Γερμανία είναι πιο εκτεθειμένη οικονομικά απέναντι στη Ρωσία, έχει μεγάλη επενδυτική δραστηριότητα, γι’ αυτό είναι φυσικό να είναι πολύ προσεκτική στη στάση που παίρνει, επισημαίνει ο Έλληνας καθηγητής. Είναι ο λόγος, υπογραμμίζει, που η Μέρκελ προσπαθεί να εξισορροπήσει τα συμφέροντα των εταιρειών της, τα οποία πάντα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη γερμανική εξωτερική πολιτική μαζί με τη θέση της χώρας της, μιας σημαντικής χώρας στη δυτική κοινότητα. Απέναντί της έχει τους Αμερικανούς που έχουν την πολυτέλεια να τραβήξουν χρονικά την κρίση μιας και όντας μακριά δεν θα νοιώσουν τις επιπτώσεις αντιμέτρων που απείλησε ότι θα πάρει η Μόσχα.
Με αυτά τα δεδομένα ποιες επιλογές διαθέτουν οι 28 στο αυριανό έκτακτο συμβούλιο κορυφής της ΕΕ; «Η Ρωσία έδειξε διάθεση για διάλογο», υπενθυμίζει ο Θεοχάρης Γρηγοριάδης. «Ενώ διατηρεί τη στρατιωτική επιλογή στο τραπέζι έδειξε διατεθειμένη να την απομακρύνει, εφόσον και η άλλη πλευρά κάνει κάποιες κινήσεις προς την αντίστοιχη κατεύθυνση. Αυτό που μπορεί να κάνει η ΕΕ είναι να συνομιλήσει ουσιαστικά με τη μεταβατική κυβέρνηση στο Κίεβο και να της ασκήσει πιέσεις για να αρχίσει διάλογο με τη Μόσχα. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από αυτό, αν ενδιαφέρεται η διεθνής κοινότητα για μια ενιαία Ουκρανία – γι αυτό δεν είμαι απόλυτα σίγουρος. Αλλά εάν θεωρήσουμε ότι αυτό ισχύει, πιστεύω ότι είναι το πρώτο άμεσο μέτρο που μπορούν να πάρουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Γιατί διαφορετικά εάν η Ρωσία απομονωθεί ακόμη περισσότερο θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και στη ζώνη του ευρώ. Και αυτό είναι κάτι που η Γερμανία σίγουρα δεν το θέλει».