Μπορεί να την «επέβαλλε» ο κορονοϊός, ωστόσο η τηλεργασία φαίνεται να βρίσκει εύφορο έδαφος στην αγορά εργασίας στις ΗΠΑ, με τη μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων να επιδιώκουν να τη διατηρήσουν, τουλάχιστον εν μέρει, μόλις περάσει η υγειονομική κρίση, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε σήμερα.
«Δύο στους τρεις ερωτηθέντες απάντησαν ότι ‘συμφωνούν απόλυτα’ ή ‘συμφωνούν’ ότι η εμπειρία της επιχείρησής τους από την πανδημία covid-19 θα τους οδηγήσει στο μέλλον σε πιο ευέλικτες μορφές προσλήψεων και εργασίας» υπογράμμισε η Εθνική Ένωση για την Οικονομία των Επιχειρήσεων (NABE) στην τριμηνιαία έκθεσή της.
Περισσότερο από το 80% των ερωτηθέντων επεσήμανε ότι η επιχείρησή τους θα διατηρήσει «σε ένα βαθμό» την τηλεργασία μετά το πέρας της κρίσης covid-19.
«Τα αποτελέσματα της έρευνας της NABE», η οποία διεξήχθη από τις 2 ως τις 14 Ιουλίου, «καταδεικνύουν τις συνεχείς αλλαγές στο επιχειρηματικό κλίμα, αν και παρουσιάζονται σημαντικές βελτιώσεις στην πλειονότητα των δεικτών σε σχέση με την έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο» ανέφερε η Κόνστανς Χάντερ, πρόεδρος της NABE.
Μία στις τρεις επιχειρήσεις στις ΗΠΑ επεσήμανε ότι έχει επιστρέψει στις κανονικές της δραστηριότητες, όμως σχεδόν ίδιος αριθμός εταιρειών δεν αναμένουν να συνεχίσουν τις κανονικές τους δραστηριότητες τους επόμενους έξι μήνες, όπως επισημαίνει το ΑΜΠΕ.
Το 42% των επιχειρήσεων του χρηματοπιστωτικού κλάδου, του κλάδου των ασφαλειών και των ακινήτων απάντησε ότι έχει επιστρέψει στις κανονικές του δραστηριότητες και ακολουθεί ο τομέας των υπηρεσιών, με 35%.
Όμως το 29% των επιχειρήσεων εκτιμά ότι αυτό δεν θα διαρκέσει περισσότερους από έξι μήνες, έναντι του 16% που είχε την άποψη αυτή τον Απρίλιο.
Σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας, από τον Μάρτιο οι επιχειρήσεις στις ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει τρία μέτρα για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης: το πάγωμα των μισθών (49%), τις απολύσεις (34%) και τις άδειες άνευ αποδοχών (34%).
Εξάλλου σχεδόν το 20% των επιχειρήσεων ανέφερε ότι προχώρησε σε μείωση του αριθμού των εργαζομένων το δεύτερο τρίμηνο του 2020, έναντι καμίας το τελευταίο τρίμηνο του 2019.