Ο Joseph Samuels από την Αγγλία γεννήθηκε το 1780. Συνελήφθη για ληστεία στην ηλικία των 15 ετών, καταδικάστηκε και εστάλη με πλοίο στην Αυστραλία το 1801.
Εκείνη την εποχή η Αυστραλία είχε μια φυλακή για κατάδικους στο Sydney Cove, όμως τότε η ασφάλεια των σωφρονιστικών ιδρυμάτων βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στην… απομόνωσή τους από τις αποικίες.
Οι φύλακες «εμπιστεύονταν» στην αυστραλιανό έρημο το θάνατο οποιουδήποτε κρατούμενου προσπαθούσε να αποδράσει.
Παρά τους κινδύνους που έκρυβε η άγρια φύση της περιοχής ο Samuels κατάφερε να ξεφύγει μαζί με τη συμμορία του, η οποία λίγο αργότερα έκανε αυτό που γνώριζε καλά: λήστεψε το σπίτι μιας πλούσιας γυναίκας.
Ενώ προσπαθούσαν, λοιπόν, να κλέψουν μια τσάντα γεμάτη με χρυσά και ασημένια νομίσματα από το γραφείο της πάμπλουτης Αυστραλιανής, εμφανίστηκε ένας αστυνομικός και επάνω στην αναταραχή ένα μέλος της συμμορίας τον σκότωσε.
Μετά από αυτό το περιστατικό η αστυνομία εξαπέλυσε ανθρωποκυνηγητό για να τους πιάσει και τελικά τα κατάφερε, γράφει ο Eddie Deezen στο todayifoundout.com.
Ο Joseph Samuels είχε μερικά από τα κλεμμένα νομίσματα στην τσέπη του την ώρα της σύλληψης. Επιπλέον, η γυναίκα τον αναγνώρισε ως έναν από τους ληστές.
Οι αστυνομικοί τον ανέκριναν σκληρά και τελικά εκείνος ομολόγησε ότι συμμετείχε στη ληστεία, όμως ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν αυτός που σκότωσε τον αξιωματικό.
Τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας αθωώθηκαν από το συγκεκριμένο έγκλημα λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, εκτός από έναν: τον Isaac Simmonds. Παρότι ο ίδιος αρνήθηκε την ενοχή του καταδικάστηκε από το δικαστήριο σε θάνατο με κρεμάλα.
Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1803, στην τρυφερή ηλικία των 23 ετών ο Samuels βρισκόταν μπροστά από μια θηλιά.
Την ίδια ημέρα επρόκειτο να θανατωθεί ένας ακόμη κατάδικος.
Την εκτέλεση μάλιστα θα παρακολουθούσε και κοινό, καθώς εκείνη την εποχή θεωρούνταν «ωραίο θέαμα».
Αυτό που δεν γνώριζαν ήταν ότι αντί για δύο κρεμάλες και δύο θανάτους θα γίνονταν μάρτυρες σε τέσσερις κρεμάλες και μόνο ένα θάνατο!
Οι αστυνομικοί μάλιστα έφεραν και τον Isaac Simmonds για να παρακολουθήσει την εκτέλεση, με την ελπίδα ότι θα φοβηθεί τόσο πολύ που θα ομολογήσει την ενοχή του.
Εκείνη την εποχή οι απαγχονισμοί εκτελούνταν με τέτοιο τρόπο που οι κατάδικοι δεν πέθαιναν ακαριαία. Σε αντίθεση με όσα έχουμε δει οι περισσότεροι (σε ταινίες) με μια αγχόνη και από κάτω μια… τρύπα, οι καταδικασθέντες τοποθετούνταν σε ένα κάρο το οποίο έσερνε ένα άλογο. Αφού τοποθετούσαν τη θηλιά στο λαιμό του καταδικασθέντα, στη συνέχεια χτυπούσαν το άλογο, αυτό πεταγόταν με δύναμη μπροστά, με αποτέλεσμα οι κρατούμενοι να βιώνουν έναν αργό και βασανιστικό θάνατο, καθώς στραγγαλίζονταν σιγά σιγά.
Οι θηλιές που χρησιμοποιούνταν τότε μπορούσαν να αντέξουν 450 κιλά χωρίς να σπάσουν.
Λίγο πριν την εκτέλεσή τους ο Samuels και ο άλλος εγκληματίας είχαν λίγο χρόνο για να προσευχηθούν μαζί με έναν ιερέα, ενώ στον πρώτο δόθηκε το δικαίωμα να κάνει μια τελευταία δημόσια δήλωση.
Ο Samuels επανέλαβε ότι είχε όντως συμμετάσχει στη ληστεία, όμως ο πραγματικός δολοφόνος εκείνης της βραδιάς στεκόταν κάπου ανάμεσα στο κοινό. Όταν του ζήτησαν να πει ποιος είναι, εκείνος έδειξε τον Isaac Simmonds.
Οι ιθύνοντες παίρνοντας ως δεδομένο ότι είχε μόλις εξομολογηθεί και προσευχηθεί μαζί με τον ιερέα, σκέφτηκαν πως δε θα ήθελε να αμαρτάνει λέγοντας ένα τέτοιο τραγικό ψέμα, επομένως αυτά που είπε έπρεπε να είναι αλήθεια.
Επιπλέον, πολλοί ανάμεσα στο κοινό τον πίστεψαν με αποτέλεσμα να σημειωθεί αναταραχή και ορισμένοι να προσπαθήσουν να αρπάξουν τον Simmonds.
Παρ’ όλα αυτά όταν το κοινό ηρέμησε, περάστηκε η θηλιά από το λαιμό του και το άλογο έφυγε μπροστά. Ενώ ο δεύτερος καταδικασθείς βίωνε ένα μαρτυρικό θάνατο, το σχοινί που είχε περαστεί στο λαιμό του Samuels για κάποιο ανεξήγητο λόγο έσπασε, με αποτέλεσμα εκείνος να πέσει στο έδαφος και να στραμπουλίξει τον αστράγαλό του
Ήρθε καινούριο σκοινί και η διαδικασία επαναλήφθηκε.
Αυτή τη φορά το σκοινί που είχε τοποθετηθεί γύρω από το λαιμό του λύθηκε τόσο, που να μπορεί να ακουμπά τις μπότες του στο έδαφος.
Τώρα, με την προηγούμενη δήλωση αθωότητας του Samuels και τις δύο αποτυχημένες προσπάθειες θανάτωσής του με σκοινιά -τα οποία ήλεγχαν εξονυχιστικά προτού τα χρησιμοποιήσουν- το κοινό είχε αρχίσει να διαμαρτύρεται και να φωνάζει ζητώντας την απελευθέρωσή του, με πολλούς να πιστεύουν ότι επρόκειτο για «θεϊκή παρέμβαση» που αποσκοπούσε στο να σωθεί η ζωή του.
Οι Αρχές όμως πέρασαν για τρίτη φορά τη θηλιά στο λαιμό του, ελέγχοντας και πάλι το σκοινί… το οποίο όμως έσπασε για μία ακόμη φορά.
Το κοινό ήταν πια ανεξέλεγκτο. Φώναζαν και απαιτούσαν την απελευθέρωσή του με αποτέλεσμα ο σερίφης να διατάξει την καθυστέρηση της εκτέλεσης της ποινής μέχρι να επικοινωνήσουν με τον κυβερνήτη.
Εκείνος αφότου εξέτασε διεξοδικά τα σκοινιά και δε βρήκε κάτι που να μαρτυρά παραποίηση συμφώνησε με την απαίτηση του κοινού, λέγοντας ότι όσα είχαν συμβεί ήταν όντως σημάδια από το Θεό που αποδείκνυαν την αθωότητα του Samuels.
O Joseph Samuels τελικά αφέθηκε ελεύθερος και ένας γιατρός φρόντισε τον στραμπουλιγμένο του αστράγαλο.
Θαύμα ή όχι, γεγονός παραμένει ότι ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που επέζησε από τρεις συνεχόμενες προσπάθειες απαγχονισμού του.
Όσο για τον Isaac Simmonds, εκείνος κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία του αστυνομικού και καταδικάστηκε σε θάνατο δια απαγχονισμού.
Τα σκοινιά στη δική του περίπτωση άντεξαν…