Γύρω στο 1200 πιστεύεται πως συναντήθηκαν αρχαίοι κάτοικοι της Πολυνησίας του Ειρηνικού Ωκεανού και ιθαγενείς της Αμερικής από την περιοχή της σημερινής Κολομβίας, έπειτα από επικό ταξίδι, και είχαν επαφές αρκετά στενές για να κάνουν παιδιά αιώνες πριν φτάσουν οι Ευρωπαίοι εκεί, όπως αποκαλύπτει μία νέα έρευνα γενετιστών με επικεφαλής ελληνικής καταγωγής επιστήμονα, που ανέλυσε το DNA των σύγχρονων Πολυνήσιων.
Οι επαφές δεν έλαβαν χώρα στη νήσο του Πάσχα (Ράπα Νούι), το κοντινότερο νησί στη Νότια Αμερική, όπως είχε υποτεθεί παλαιότερα, αλλά οι Πολυνήσιοι προέρχονταν από νησιά εκατοντάδες χιλιόμετρα πιο μακριά. Η πολυεθνική γενετική έρευνα, με επικεφαλής τον δρα Αλέξανδρο Ιωαννίδη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature», ανέλυσε 354 πλήρη γονιδιώματα κατοίκων από 17 νησιά της Πολυνησίας και 453 γονιδιώματα αυτοχθόνων της ακτής της Αμερικής στην πλευρά του Ειρηνικού, από το Μεξικό έως τη Χιλή.
Η μελέτη είναι η πρώτη που επιβεβαιώνει πειστικά ότι της έλευσης των Ευρωπαίων στην αμερικανική ήπειρο είχαν προηγηθεί επαφές αυτοχθόνων Αμερικανών και Πολυνήσιων, όπως επισημαίνει το ΑΜΠΕ. Η έρευνα βρήκε μικρά αλλά σαφή ίχνη του DNA των Αμερικανών στα γονίδια των Πολυνήσιων. Η επαφή και η επιμιξία ξεκίνησε στα δυτικά νησιά και εξαπλώθηκε προς τα ανατολικά.
«Βρήκαμε πειστικά στοιχεία ότι υπήρξε μία μοναδική επαφή στο μακρινό παρελθόν» δήλωσε ο δρ. Ιωαννίδης. Οι δύο πολιτισμοί συναντήθηκαν κάποια στιγμή πριν περίπου 800 χρόνια, αντάλλαξαν γνώσεις και έκαναν μαζί παιδιά.
Τα νησιά της Πολυνησίας στον Ειρηνικό είναι από τα τελευταία μέρη στη Γη που αποικίστηκαν από τους ανθρώπους, αρχής γενομένης περίπου πριν 5.000 χρόνια, όταν κάτοικοι της νοτιοανατολικής Ασίας ξεκίνησαν τα μακρινά θαλάσσια ταξίδια τους. Το πιο ανατολικό νησί, του Πάσχα, το οποίο απέχει 3.700 χιλιόμετρα από τη δυτική Νότια Αμερική, ήταν το τελευταίο που κατοικήθηκε. Όμως, παράλληλα, είχαν υπάρξει γενετικές, αρχαιολογικές και γλωσσολογικές ενδείξεις ότι οι Πολυνήσιοι είχαν επίσης εν μέρει αμερικανική καταγωγή.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον κ. Ιωαννίδη, «η γλυκοπατάτα πρωτοκαλλιεργήθηκε στην Αμερική, αλλά επίσης συναντάται σε νησιά χιλιάδες μίλια μακριά. Επιπλέον, η λέξη για τη γλυκοπατάτα στις γλώσσες της Πολυνησίας (σ.σ. “κουμάλα”) φαίνεται συγγενική με τη λέξη που χρησιμοποιούν οι αυτόχθονες των αμερικανικών Άνδεων (σ.σ. “κουμάλ”)».
Επίσης, τα διάσημα τεράστια αγάλματα της νήσου του Πάσχα εμφανίζουν ομοιότητες με αρχαία αγάλματα του Περού. Ο ίδιος δεν αποκλείει είτε οι Αμερικανοί να ταξίδεψαν στην Πολυνησία είτε αντίστροφα οι Πολυνήσιοι στην Αμερική, θεωρεί, όμως, πιθανότερο το δεύτερο, επειδή οι Πολυνήσιοι ήσαν γνωστοί για τις τολμηρές εξερευνητικές διαθέσεις τους.
«Η γονιδιωματική έχει φθάσει, πλέον, σε στάδιο που μπορεί πραγματικά να κάνει χρήσιμες συνεισφορές στο να απαντηθούν ανοικτά ερωτήματα. Είναι όντως συναρπαστικό ότι, ως επιστήμονες των δεδομένων και γενετιστές, είμαστε σε θέση να συμβάλουμε στην κατανόηση της ανθρώπινης ιστορίας» ανέφερε ο δρ. Ιωαννίδης. «Σχεδόν πάντα η ιστορία εκείνης της περιόδου περιγράφεται ως μία διαδοχή ευρωπαϊκών κατακτήσεων. Όμως, η νέα μελέτη μας αναδεικνύει, με τη βοήθεια της γενετικής, μία διαφορετική -άγνωστη έως τώρα- πτυχή» πρόσθεσε.
Το 1947, ο Νορβηγός εξερευνητής Θορ Χέγιερνταλ είχε κάνει, μαζί με πέντε συντρόφους, ένα ταξίδι 6.900 χιλιομέτρων και 101 ημερών πάνω σε μία σχεδία («Κον-Τίκι») από τη Νότια Αμερική έως το αρχιπέλαγος της Πολυνησίας για να αποδείξει αυτό που είχε γράψει και σε βιβλίο του, ότι ένα τέτοιο ταξίδι είναι εφικτό ακόμη και με πρωτόγονα μέσα. Τότε είχε δεχτεί επικρίσεις ως μάλλον γραφικός, αλλά τώρα η επιστήμη έρχεται να τον δικαιώσει, έστω και με καθυστέρηση αρκετών δεκαετιών.