Η πείνα και η φτώχεια αναμένεται να αυξηθούν κατακόρυφα στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, καθώς ο αντίκτυπος από την πανδημία του νέου κορονοϊού καταστρέφει τις οικονομίες της περιοχής και διακόπτει τις αλυσίδες εφοδιασμού, τονίζεται στην έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).
Οι περισσότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής αναγκάστηκαν να «κλείσουν» τις οικονομίες τους, εξαλείφοντας τις όποιες ελπίδες για ανάπτυξη και οι προβλέψεις για την ανεργία δείχνουν ανοδική πορεία της.
Ο οργανισμός του ΟΗΕ τονίζει, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, πως ναι μεν θα πρέπει ακόμη να υπάρχει αρκετό φαγητό, τόσο όσον αφορά τα περιφερειακά, όσο και τα διεθνή αποθέματα, αλλά προειδοποίησε πως οι διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού ενδέχεται να περιπλέξουν την ομαλή πρόσβαση σε αυτά τα αποθέματα, ειδικά για τους φτωχούς.
«Τα υγειονομικά μέτρα για την αναχαίτιση της μετάδοσης του ιού έχουν άμεσες συνέπειες στη λειτουργία των συστημάτων τροφίμων», υπογραμμίζει ο FAO στην αναφορά του, η οποία παραδόθηκε στην Κοινότητα των Κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής.
Η πανδημία του κορονοϊού έφθασε στη Λατινική Αμερική αργότερα από ό, τι στην Ευρώπη, ή την Ασία, όμως η περιοχή ήδη καταμετρά 150.000 κρούσματα και περισσότερους από 7.200 θανάτους μέχρι σήμερα.
Σύμφωνα με τον FAO, το ένα τρίτο του πληθυσμού της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής ζουν ήδη σε μια αβέβαιη κατάσταση «επισιτιστικής ανασφάλειας».
Αυτοί οι πληθυσμοί είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι και οι χώρες πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην πρόσβαση σε τρόφιμα και τη βοήθεια προς τους φτωχούς κατοίκους όσο η κρίση εντείνεται, προειδοποιεί ο οργανισμός στο ίδιο έγγραφο.
«Είναι ζωτικής σημασίας οι κυβερνήσεις να ανακηρύξουν τα τρόφιμα και τη γεωργία ως στρατηγικούς και εθνικού δημόσιου ενδιαφέροντος τομείς …έτσι ώστε αυτή η υγειονομική κρίση να μην μετατραπεί σε επισιτιστική κρίση», αναφέρεται στην έκθεση.
Η υπηρεσία του ΟΗΕ τονίζει πως η παγκόσμια πανδημία θα μπορούσε να πλήξει τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση. Προειδοποιεί, δε, πολλούς ενδιαφερόμενους στη Λατινική Αμερική ότι ενδέχεται να δουν την αγοραστική τους δύναμη να μειώνεται, ενώ οι ντόπιοι αγρότες ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερα προβλήματα στην πρόσβαση στην εργασία και στην υλικοτεχνική υποδομή στα αγροκτήματα, όπως λιπάσματα και κεφάλαια.
Οι τιμές των τροφίμων είναι επίσης πιθανό να υποχωρήσουν, ανέφερε ο οργανισμός, καθώς οι αλυσίδες εφοδιασμού διαταράσσονται σε παγκόσμια κλίμακα, αναγκάζοντας τα κράτη να αξιοποιήσουν νέες διατροφικές πηγές.
Το 2018, οι χώρες της περιοχής με τα υψηλότερα ποσοστά πείνας ήσαν η Αϊτή (49,3%), η Βενεζουέλα (21,2%), η Νικαράγουα (17%), η Βολιβία (17,1%) και η Γουατεμάλα (15,2%), υπογραμμίζει ο ίδιος οργανισμός.