Ένα ιταλικό δικαστήριο καταδίκασε ερήμην σήμερα σε έξι χρόνια κάθειρξη για διεθνή τρομοκρατία έναν αιγύπτιο πρώην ιμάμη ο οποίος είχε απαχθεί το 2003 στο Μιλάνο από μια ομάδα πρακτόρων της CIA, μια υπόθεση για την οποία έχουν καταδικαστεί 23 πράκτορες της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών από την ιταλική δικαιοσύνη.
Ο Αμπού Όμαρ, ή όπως είναι το πραγματικό όνομα του ο Οσάμα Μουστάφα Χάσαν Νασρ, καταδικάστηκε στην ποινή αυτή για τη σχέση του με κακοποιούς με σκοπό την διάπραξη ενεργειών διεθνούς τρομοκρατίας. Η ποινή του ανακοινώθηκε ερήμην, αφού ο κατηγορούμενος βρίσκεται στην Αίγυπτο, σχεδόν 11 χρόνια μετά την απαγωγή του στο Μιλάνο από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες.
Πριν από την απαγωγή του και την μυστική μεταγωγή του στην Αίγυπτο, ο Αμπού Όμαρ ήταν αντικείμενο μιας έρευνας για διεθνή τρομοκρατία. Βάσει του κατηγορητηρίου, μεταξύ του 2000 και του 2003 ανήκε σε ένα δίκτυο που ονομαζόταν Άνσαρ Ελ Ισλάμ και «επιδίωκε να διαπράξει πράξεις βίας για τους τρομοκρατικούς σκοπούς στην Ιταλία και στο εξωτερικό». Στο δίκτυο αυτό φέρονται ότι ενέχονταν άλλοι τουλάχιστον 14 άνθρωποι, σύμφωνα με τις ιταλικές αρχές.
Ο δικηγόρος του Αμπού Όμαρ Καρμέλο Σκάμπια απέρριψε κατά την διάρκεια της διαδικασίας τις κατηγορίες περί τρομοκρατίας. Τόνισε ότι ο πελάτης του δεν έκανε τίποτε περισσότερο από το να «ακολουθεί μια πολιτικοϊδεολογική διαδρομή πρεσβεύοντας την θρησκευτική του πίστη» και απέρριπτε την τρομοκρατία.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Αμπού Όμαρ ζει στην Αλεξάνδρεια και βρίσκεται υπό την μόνιμη παρακολούθηση των αιγυπτιακών αρχών.
Τον Φεβρουάριο του 2003 ο Αμπού Όμαρ, ο οποίος απόλαυε την εποχή εκείνη πολιτικού ασύλου στην Ιταλία, απήχθη και μετήχθη από την αμερικανική αεροπορική βάση του Αβιάνο στην βορειοανατολική Ιταλία αρχικά στην στρατιωτική βάση Ραμστάιν στη Γερμανία και κατόπιν στο Κάιρο, όπου είχε καταγγείλει ότι υπέστη επανειλημμένα βασανιστήρια. Κρατήθηκε εκεί χωρίς να του απαγγελθούν κατηγορίες ως το 2007.
Για την υπόθεση εκείνη, το ακυρωτικό δικαστήριο είχε επικυρώσει τον Σεπτέμβριο του 2012 τις ποινές κάθειρξης επτά ως εννέα ετών οι οποίες είχαν επιβληθεί σε βάρος 22 πρακτόρων της CIA και ενός αξιωματικού των ένοπλων δυνάμεων, όλων Αμερικανών και όλων φυγόδικων.
Η πρωτόδικη διαδικασία, η οποία είχε αρχίσει τον Ιούνιο του 2007, είχε χαρακτηριστεί ιδιαίτερα συμβολική διότι ήταν η πρώτη δίκη στην Ευρώπη για τις μυστικές μεταγωγές από την CIA ανθρώπων σε βάρος των οποίων υπήρχαν υποψίες για τρομοκρατία σε χώρες όπου ήταν γνωστό πως χρησιμοποιούνταν βασανιστήρια μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ.
Την 5η Απριλίου ο πρόεδρος της Ιταλίας Τζόρτζο Ναπολιτάνο είχε δώσει χάρη στον αξιωματικό Τζόζεφ Ρομάνο, επικεφαλής της στρατιωτικής βάσης του Αβιάνο, από όπου είχε αναχωρήσει το αεροσκάφος που μετέφερε τον ιμάμη.
Ο Ρόμπερτ Σέλντον Λέιντι, πρώην σταθμάρχης της CIA στην Ιταλία, έκανε εξάλλου τον Σεπτέμβριο αίτηση απονομής χάρης από τον πρόεδρο Ναπολιτάνο ζητώντας συγγνώμη για την απαγωγή του Αμπού Όμαρ σε ιταλικό έδαφος. Εξήγησε ότι δεν παραδόθηκε στην ιταλική δικαιοσύνη διότι αυτό θα συνεπαγόταν να αποκαλύψει κρατικά μυστικά των Ηνωμένων Πολιτειών για να υπερασπιστεί τον εαυτό του.
Την 16η Δεκεμβρίου το ακυρωτικό δικαστήριο αναμένεται να ανακοινώσει τις αποφάσεις του για την καταδίκη σε 9 και 10 έτη κάθειρξη δύο πρώην ηγετών της Sismi, της ιταλικής μυστικής υπηρεσίας, των Μάρκο Μαντσίνι και Νικολό Πολάρι, για τον ρόλο τους στην απαγωγή.
Η υπόθεση προκάλεσε επί σειρά ετών τριβές στις σχέσεις της Ιταλίας με τις ΗΠΑ.