Οι κενυάτες βουλευτές ενέκριναν σήμερα έναν αμφιλεγόμενο νόμο για τον Τύπο που, σύμφωνα με τους επικριτές του, «φιμώνει» τα μέσα ενημέρωσης δίνοντας διευρυμένες εξουσίες σε ένα όργανο ελέγχου και προβλέποντας μεγάλα πρόστιμα εναντίον δημοσιογράφων και οργάνων του Τύπου.
Ένα προσχέδιο του νόμου είχε υιοθετηθεί στις αρχές Νοεμβρίου από το κοινοβούλιο, όμως ο πρόεδρος της χώρας Ουχούρου Κενυάτα είχε ασκήσει βέτο και είχε προτείνει τροποποιήσεις, τις οποίες αποδέχθηκαν σήμερα οι βουλευτές.
«Το νομοσχέδιο για τον Τύπο εγκρίθηκε, με τις τροποποιήσεις του προέδρου Κενυάτα», οι οποίες όμως «δεν βελτιώνουν τον νόμο», σχολίασε η Μπέριλ Άιντι, αρμόδια για τον Τύπο της Κενυατικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που είχε αντιταχθεί στο νομοσχέδιο.
«Ο νόμος για τον Τύπο περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης (…) και επιβάλλει πολλούς περιορισμούς» στην άσκηση της δημοσιογραφίας, πρόσθεσε η ίδια.
Οι τροποποιήσεις του Κενυάτα αλλάζουν ελαφρά τη σύνθεση ενός αμφιλεγόμενου δικαστηρίου αρμόδιου να δικάζει τις παραβιάσεις του κώδικα δεοντολογίας του Τύπου και αυτής της αρχής ελέγχου των μέσων ενημέρωσης. Αυτά τα δύο όργανα βρίσκονται υπό τον έλεγχο των αρχών, στις οποίες ο νόμος δίνει διευρυμένες εξουσίες.
Ο πρόεδρος Κενυάτα διατήρησε στα 20 εκατομμύρια κενυατικά σελίνια (173.000 ευρώ) τα πρόστιμα που μπορούν να επιβάλλονται στους δημοσιογραφικούς οργανισμούς, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει στην πτώχευσή τους.
Αντίθετα μείωσε στα 500.000 σελίνια (περισσότερα από 4.000 ευρώ) από 1 εκατομμύριο τα πρόστιμα εναντίον των δημοσιογράφων, ένα ποσό που παραμένει «ιδιαίτερα υψηλό», σύμφωνα με την Μπέριλ Άιντι.
Η κοινή γνώμη της Κένυας θεωρεί ότι το νομοσχέδιο αποτελεί μια προσπάθεια των αρχών της χώρας να φιμώσουν τους επικριτές τους, κυρίως αυτούς που ζητούν μια καλύτερη διακυβέρνηση και μάχονται κατά της ατιμωρησίας, υπογραμμίζοντας τη σχεδόν ταυτόχρονη υποβολή ενός άλλου νομοσχεδίου που καθορίζει τις δραστηριότητες των ΜΚΟ και το οποίο περιορίζει τη χρηματοδότησή τους.