Η Ιταλία, την οποία έχει γονατίσει η μάστιγα του κορονοϊού, κατέγραψε χθες μια δεύτερη συνεχή μείωση της αύξησης στον αριθμό των νεκρών και των θετικών κρουσμάτων, δίνοντας συγκρατημένες ελπίδες για επιβράδυνση της πανδημίας έστω και αν η χερσόνησος πέρασε το όριο των 6.000 νεκρών.
“Δεν είναι ακόμη η στιγμή να μιλάμε για νίκη, αλλά βλέπουμε ένα φως στην άκρη του τούνελ”, σχολίασε με ένα αμυδρό χαμόγελο ο Τζούλιο Γκαλέρα, ο υπεύθυνος για την Υγεία της περιφερειακής κυβέρνησης της Λομβαρδίας, στον βορρά, της πλέον πληγείσας στη χώρα, με 28.761 κρούσματα και 3.776 θανάτους.
Σύμφωνα με τον απολογισμό σε εθνικό επίπεδο απόψε το βράδυ, ο αριθμός των νέων κρουσμάτων μειώθηκε σε 4.789, έναντι 6.557 το Σάββατο. Έκανε λόγο για 601 νέους θανάτους που έχουν σχέση με τον κορονοϊό, δηλαδή 6.077 από την αρχή της επιδημίας.
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, και ο πρόεδρος του Ανώτατου Ινστιτούτου Υγείας (ISS) Σίλβιο Μπρουσαφέρο απέφυγε κάθε θριαμβολογία: “Εξετάζω προσεκτικά και με ευνοϊκό βλέμμα τα στοιχεία, αλλά προτιμώ να μην προχωρήσω επιβεβαιώνοντας ή όχι ότι υπάρχει μια τάση” προς τα κάτω.
“Ζούμε κρίσιμες ημέρες. Προσοχή να μην μειώσουμε τη φροντίδα”, προειδοποίησε ο υπουργός Υγείας Ρομπέρτο Σπεράντσα.
Για να αυξήσει τις πιθανότητες η χώρα να βγει το συντομότερο δυνατό από την πανδημία, η κυβέρνηση επέκτεινε σήμερα με διάταγμα τα περιοριστικά μέτρα παύοντας τη λειτουργία όλων των βιομηχανιών που παράγουν μη βασικά είδη και απαγορεύοντας στο εξής στους Ιταλούς να βγαίνουν από τον δήμο ή την κοινότητά τους, εκτός κι αν είναι “επείγουσα απόλυτη ανάγκη” ή “λόγοι υγείας”.
Οι δυνάμεις της τάξης, παντού παρούσες, ενέτειναν τους ελέγχους κυρίως σε πολίτες που ήθελαν να πάνε στο εξοχικό τους, κάτι που ήδη απαγορεύεται αυστηρά.
Ο πρώτος ασθενής
Στόχος αυτού του νέου διατάγματος, του τρίτου σε δύο εβδομάδες, είναι να περιοριστεί στον μέγιστο βαθμό η κυκλοφορία των ανθρώπων, και κυρίως μεταξύ του βορρά και του νότου όπως συνέβη το Σαββατοκύριακο 7 και 8 Μαρτίου μετά την απόφαση να μπουν σε καραντίνα 15 εκατομμύρια κάτοικοι του βορρά.
Χιλιάδες άνθρωποι που εργάζονταν στον βορρά έτρεξαν τότε στους σιδηροδρομικούς σταθμούς για να πάνε στους δικούς τους στην Καμπανία (περιοχή της Νάπολης) ή στην Απουλία (το “τακούνι” της ιταλικής μπότας), συμβάλλοντας στη διασπορά του ιού σε αυτές τις περιφέρειες που είναι λιγότερο εξοπλισμένες σε υγειονομικό επίπεδο.
Η μεγάλη πλειονότητα των Ιταλών δείχνει επί του παρόντος να δέχεται και να τηρεί τα περιοριστικά μέτρα όπως φαίνεται από τους έρημους δρόμους των μεγαλύτερων ιταλικών πόλεων από το Μιλάνο και τη Φλωρεντία μέχρι τη Ρώμη και τη Νάπολη, διαφέροντας πολύ από τα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί πριν από δύο εβδομάδες στις παραλίες και στα πάρκα.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσίευσε η εφημερίδα La Repubblica, το 94% των ερωτηθέντων θεωρεί “θετικά” και μάλιστα “πολύ θετικά” τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση, από το κλείσιμο των σχολείων μέχρι την παύση της εμπορικής δραστηριότητας και τον περιορισμό της κυκλοφορίας των ανθρώπων. Επιπλέον, για το 46% μεταξύ αυτών, η Ιταλία αντιμετωπίζει καλύτερα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες αυτήν την ιστορική κρίση.
Στο Τραστέβερε, τη γραφική συνοικία στην καρδιά της Ρώμης, οι πελάτες ενός μικρού παντοπωλείου συμμορφώνονταν σήμερα με τις οδηγίες ασφαλείας, τηρώντας αποστάσεις μεταξύ τους και φορώντας τα πλαστικά γάντια που διανέμονταν στην είσοδο. Οι περισσότεροι φορούσαν μάσκες, σύμφωνα με δημοσιογράφο του Γαλλικού Πρακτορείου.
Άλλος λόγος για ελπίδα: ο πρώτος Ιταλός ασθενής, ο 39χρονος Ματία που είχε μολύνει την έγκυο γυναίκα του, έναν φίλο και τους γιατρούς του, πήρε εξιτήριο σήμερα από το νοσοκομείο. Είχε επίσης μολύνει το νοσηλευτικό προσωπικό στο νοσοκομείο του Κοντόνιο, της πόλης κοντά στο Μιλάνο που είχε γίνει η κύρια εστία της επιδημίας στην Ιταλία, καθώς και ασθενείς όπως και το περιβάλλον τους.
“Είναι δυνατόν η ασθένεια αυτή να θεραπευθεί, αλλά πρέπει να μένουμε στο σπίτι, η πρόληψη είναι απαραίτητη. Ήμουν τυχερός, θεραπεύτηκα, όμως τώρα αυτό μπορεί μην ήταν δυνατό”, έγραψε στο Facebook.