Στην γραμμή της απερχόμενης γερμανικής κυβέρνησης κινείται, σύμφωνα τουλάχιστον με το προσχέδιο της Προγραμματικής Συμφωνίας, η ευρωπαϊκή πολιτική και της μελλοντικής κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού».
Επαναλαμβάνεται η αρχή «εθνική ευθύνη και αλληλεγγύη πάνε μαζί», ενώ τονίζεται ότι τα προγράμματα στήριξης πρέπει να ενεργοποιούνται μόνο εφόσον κινδυνεύει η συνολική σταθερότητα της Ευρωζώνης και με αυστηρούς όρους.
Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές ανάπτυξης, γίνεται μνεία σε ανάγκη ενίσχυσης του ρόλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ειδικά για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ενώ αναδεικνύεται η αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων ως ευρωπαϊκή προτεραιότητα.
«Για να βρει οριστικά τον δρόμο έξω από την κρίση, η Ευρώπη χρειάζεται μια συνολική πολιτική προσέγγιση, η οποία θα συνδέει, με έναν κοινωνικά ισορροπημένο τρόπο, διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για περισσότερη ανταγωνιστικότητα με μια αυστηρή βιώσιμη εξυγίανση του προϋπολογισμού, με μελλοντικές επενδύσεις σε ανάπτυξη και απασχόληση», επισημαίνεται στο κείμενο και αναφέρεται ότι «στόχος της διαχείρισης της κρίσης πρέπει να είναι η υπέρβαση εξάρτησης μεταξύ ιδιωτικού χρέους των τραπεζών και δημόσιου χρέους των κρατών καθώς και η διασφάλιση ότι κατ’ αρχήν οι ίδιες οι τράπεζες πρέπει να εγγυώνται για τους κινδύνους και όχι οι φορολογούμενοι».
«Η Γερμανία επαναβεβαιώνει την στήριξή της στο κοινό νόμισμα», τονίζεται και σημειώνεται ακόμη: «Στόχος μας παραμένει να οδηγήσουμε την Ευρώπη ενδυναμωμένη έξω από την κρίση – για μια Ευρώπη της σταθερότητας και της ανάπτυξης. Σε αυτό αρχή μας είναι: αλληλεγγύη και ανάληψη εθνικής ευθύνης πάνε μαζί. Κάθε μορφή αμοιβαιοποίησης των κρατικών χρεών θα έθετε σε κίνδυνο την απαραίτητη διαμόρφωση των εθνικών πολιτικών σε κάθε κράτος-μέλος. Εθνική ευθύνη για τον προϋπολογισμό και υπερεθνική κοινή ευθύνη δεν συμβιβάζονται. Δάνεια βοήθειας από τα ευρωπαϊκά προγράμματα διάσωσης μπορούν να δοθούν μόνο ως ‘έσχατη λύση’, εάν διακυβεύεται η σταθερότητα του συνόλου. Αυτά μπορούν να δοθούν μόνο σε αντάλλαγμα με αυστηρούς όρους ή μεταρρυθμίσεις και μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης των κρατών που θα δεχθούν τα δάνεια. Βοήθεια από τον ΕΜΣ εξακολουθεί να μπορεί εγκριθεί μόνο έπειτα από έγκριση της Μπούντεσταγκ».
Τα κόμματα του «μεγάλου συνασπισμού» επιμένουν ακόμη στην θέση ότι «οι μεταρρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί στα κράτη της Ευρωζώνης που έχουν πληγεί από την κρίση είναι μια σημαντική βάση για την δημιουργία βιώσιμης ανάπτυξης σε αυτές τις χώρες και για το σύνολο της Ευρώπης» και προσθέτουν:
«Σε αυτό το πλαίσιο είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν οι δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και του προϋπολογισμού της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαίων των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ στοχευμένα, για την δημιουργία της απαραίτητης υποδομής. Επιπλέον, πρέπει να βελτιωθούν αποτελεσματικά οι δυνατότητες για την παροχή δανείων σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Και εδώ μπορεί να βοηθήσει η ΕΤΕπ, σε συνεργασία με εθνικά επενδυτικά ταμεία».
Στο κείμενο, τα κόμματα διατυπώνουν ακόμη την αποφασιστικότητά τους να πιέσουν για την άμεση εφαρμογή της Συμφωνίας για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση που συμφωνήθηκε το καλοκαίρι του 2012 και αναφέρουν ότι το Σύμφωνο για την Ανάπτυξη και το Δημοσιονομικό Σύμφωνο είναι ισότιμα για μια πολιτική βιώσιμης ανάπτυξης και σταθερών δημοσιονομικών.
Αναφορά γίνεται ακόμη στην ανεργία των νέων στην Ευρώπη: «Η μάχη για την ανεργία των νέων πρέπει να είναι προτεραιότητα ευρωπαϊκής πολιτικής. Θα λάβουμε στοχευμένα μέτρα τα οποία θα διευκολύνουν καταρτισμένους νέους από άλλα κράτη μέλη να ολοκληρώσουν την επαγγελματική τους εκπαίδευση στην Γερμανία ή να ξεκινήσουν την απασχόλησή τους στην Γερμανία».