Δεν έχουν τίποτα άλλο εκτός από τα ρούχα που φορούν. Εκατοντάδες επιζώντες, αλλά ταυτόχρονα και θύματα, του τυφώνα Χαϊγιάν στις Φιλιππίνες, κάνουν απέλπιδες προσπάθειες να φύγουν από το κατεστραμμένο Τακλομπάν.
Το σημείο που δένουν τα φέρι στην πόλη Ορμόκ είναι γεμάτο ανθρώπους που στέκονται σαν χαμένοι. Δεν έχουν πού να πάνε. Δεν έχουν κάποιο σχέδιο, δεν έχουν σπίτι, δουλειά. Τίποτα.
Το μόνο που τους έμεινε είναι τα υπάρχοντα που κουβαλούν: μικρά σακίδια, πλαστικές σακούλες, ομπρέλες. Κάποιοι δεν έχουν ούτε αυτά.
Και είναι και οι τυχεροί, σημειώνει το βρετανικό δίκτυο Sky News, είναι αυτοί που γλίτωσαν από τη μανία του τυφώνα.
Ο καθένας έχει τη δική του ιστορία, όπως μεταδίδει ο απεσταλμένος του βρετανικού δικτύου στις Φιλιππίνες.
Ο Julio Gatela είναι 32 ετών. Είχε ένα μαγαζί με ηλεκτρονικούς υπολογιστές στο Τακλομπάν. Τώρα στέκεται στην ουρά για ένα από τα φέρι που θα τον πάρουν μακριά από το σημείο της καταστροφής.
Εδώ και πέντε μέρες ζει τρώγοντας λίγα μπισκότα. Σε αυτό το σημείο της πόλης υπάρχουν τρόφιμα αλλά δεν έχει χρήματα να τα αγοράσει. Έχει λεφτά μόνο για το φέρι, από νομίσματα που μάζεψε μέσα από τα συντρίμμια του σπιτιού του. Είχε τις οικονομίες του σε χαρτονομίσματα, που διαλύθηκαν μέσα στο τόσο νερό. Δεν είχε λογαριασμό στην τράπεζα, φυλούσε τα λεφτά τους το σπίτι.
«Δεν έχω τίποτα να κάνω, θέλω απλά να ξεκουραστώ. Είναι τραγικά τα πράγματα. Πρέπει να προσπαθήσω να ηρεμήσω και να ξεχάσω ό,τι μας συνέβη», λέει και θυμάται τη στιγμή που «χτύπησε» ο τυφώνας. «Ήταν τρομερό. Θυελλώδεις άνεμοι, δεν μπορών να περιγράψω πόσο δυνατοί ήταν. Διαφορετικοί από άλλους τυφώνες που έχω ζήσει. Η στέγη μου έτρεμε, έβαλα το σωσίβιό μου και περίμενα. Κανείς δεν ήξερε τι θα συμβεί ακριβώς, δεν είχαμε ξαναδεί κάτι τόσο μεγάλο»
Ταξιδεύει στο γειτονικό νησί Cebu. «Δεν ξέρω τι θα κάνω, θα αρχίσω από την αρχή», λέει.
Έχασε το θείο του και πολλούς φίλους από τον τυφώνα. «Όλα καταστράφηκαν», ψιθυρίζει, «όλα».